Σύμφωνα με την έκθεση, η Ελλάδα χρειάζεται ακόμη στήριξη από μια προληπτική πιστωτική γραμμή μετά το μνημόνιο.
Η ΤτΕ βλέπει θετικές προοπτικές οι οποίες όμως υπόκεινται σε κινδύνους τους οποίους και απαριθμεί.
Στο τραπεζικό πεδίο κάνει λόγο για σταθερή βελτίωση αλλά και σημαντικές προκλήσεις με κυριότερη τα κόκκινα δάνεια.
Κάνει λόγο όμως και για περιβάλλον συνεννόησης και συνεργασίας των πολιτικών φορέων θέτοντας την άμεση εξάλειψη της αβεβαιότητας ως αναγκαία προϋπόθεση για οριστική έξοδο της χώρας από την κρίσης.
Αναλυτικά αναφέρει ότι, μετά από έξι χρόνια ύφεσης και πέντε χρόνια δημοσιονομικής προσαρμογής, η οικονομία έχει σταθεροποιηθεί και εμφανίζει πολλά σημάδια βελτίωσης. Αν διατηρηθεί αυτή η δυναμική, είναι πλέον πολύ πιθανή η επάνοδος της οικονομίας σε σταθερή αναπτυξιακή τροχιά τα επόμενα χρόνια. Για να επαληθευθεί όμως η πρόβλεψη αυτή, πρέπει η αναδιάρθρωση της οικονομίας και οι μεταρρυθμίσεις (ορισμένες από τις οποίες προαναφέρθηκαν) να συνεχιστούν απρόσκοπτα και με αποφασιστικότητα προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις, να περιοριστούν οι κίνδυνοι και να μειωθεί η αβεβαιότητα για την περίοδο μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος χρηματοδοτικής στήριξης από την ΕΕ. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό μόνο σε ένα περιβάλλον συνεννόησης και συνεργασίας των πολιτικών φορέων ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια.
«Όπως έδειξε και η πρόσφατη αναταραχή των αγορών κεφαλαίων, που οδήγησε σε κατακόρυφη άνοδο της απόδοσης του δεκαετούς ομολόγου του Ελληνικού Δημοσίου σε επίπεδα άνω του 9%, η χώρα μας ακόμη χρειάζεται υποστήριξη από ένα αξιόπιστο πρόγραμμα προληπτικής χρηματοδότησης από τους Ευρωπαίους εταίρους. Κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο έως ότου διασφαλιστεί η διατηρήσιμη χρηματοδότηση των δανειακών αναγκών της από τις διεθνείς αγορές. Στο πλαίσιο αυτό, η σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους εταίρους μας αποκτά πρωτεύουσα σημασία. Η σχέση αυτή θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο με την υλοποίηση της δέσμευσης του Eurogroup της 27ης Νοεμβρίου 2012 για ελάφρυνση του ελληνικού δημόσιου χρέους» τονίζει η ΤτΕ στην έκθεσή της.
«H άμεση εξάλειψη της αβεβαιότητας στο εσωτερικό της χώρας και η δέσμευση στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και της απασχόλησης και την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση».
Σημείο κλειδί η ομαλή ολοκλήρωση του προγράμματος
Η ΤτΕ δέχεται τις κυβερνητικές προβλέψεις για υπέρβαση πλεονάσματος το 2014 στο 1,8% του ΑΕΠ. Βλέπει όμως και γεωπολιτικούς κινδύνους αλλά και την ανάγκη ομαλής ολοκλήρωσης του προγράμματος.
Αναφέρει ότι «η ανοδική τάση που παρατηρείται στη διαφορά των οµολογιακών αποδόσεων από τον Οκτώβριο του 2014 και µετά καθιστά εξαιρετικής σηµασίας τη δηµιουργία και διατήρηση ενός κλίµατος εµπιστοσύνης που συνδέεται κατά κύριο λόγο µε τις προσδοκίες για την οµαλή ολοκλήρωση του προγράµµατος και τη βιωσιµότητα των δηµοσιονοµικών επιτευγµάτων». Για τη βιωσιµότητα των δηµοσιονοµικών αποτελεσµάτων, καθοριστικής σηµασίας κρίνονται τα βήµατα για την αντιµετώπιση των διαρθρωτικών προβληµάτων της δηµοσιονοµικής διαχείρισης και του δηµοσιονοµικού σχεδιασµού, επισημαινει.
Προσθέτει πως «η προσπάθεια της Ελλάδος για την κεφαλαιοποίηση των επιτευγμάτων της στο σκέλος των δηµόσιων οικονοµικών µε την επιτυχή έξοδό της στις διεθνείς αγορές δυσχεραίνεται, διότι λαµβάνει χώρα σε µια δυσµενή διεθνή συγκυρία τόσο στον τοµέα της οικονοµίας, καθώς ο ρυθµός ανάπτυξης της ζώνης του ευρώ παρότι προβλέπεται θετικός αναµένεται χαµηλότερος από τις προσδοκίες που είχαν διαµορφωθεί στις αρχές του έτους, όσο και στο γεωπολιτικό πεδίο. Εντούτοις, εκτιµάται ότι ο Προϋπολογισµός του 2014 θα κινηθεί εντός των ορίων που θέτει το ΠΟΠ. Σύµφωνα µε την Εισηγητική Έκθεση του Κρατικού Προϋπολογισµού για το 2015, το πρωτογενές πλεόνασµα της Γενικής Κυβέρνησης βάσει του ΠΟΠ για το 2014 αναµένεται να φθάσει στο 1,8% του ΑΕΠ (περίπου 3,3 δισεκ. ευρώ). Η εκτίµηση αυτή υπερβαίνει το στόχο του 1,5% του ΑΕΠ, ενώ ενσωµατώνει τις δαπάνες για τη µερική αποκατάσταση των αποδοχών των δικαστικών, στρατιωτικών και σωµάτων ασφαλείας (0,1% του ΑΕΠ) και την πληρωµή των αναδροµικών τους (0,3% του ΑΕΠ), καθώς και τη µείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρµανσης κατά 30%».
Οι κίνδυνοι
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι θετικές προοπτικές υπόκεινται σε εγχώριους και διεθνείς κινδύνους και αβεβαιότητες, που ενδέχεται να επιβαρύνουν το επιχειρηματικό κλίμα τους επόμενους μήνες, να καθυστερήσουν ή και να αναστείλουν την ανάπτυξη. Γι’ αυτό η οικονομική πολιτική θα πρέπει παραμείνει επικεντρωμένη στη διατήρηση και ενδυνάμωση της τρέχουσας δυναμικής με σκοπό την οριστική έξοδο από την κρίση. Συνεπώς, κατά την ΤτΕ, απαιτείται να συνεχιστεί η προσπάθεια με κύρια έμφαση στις ακόλουθες προτεραιότητες:
(α) Επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός και η καινοτομία, να αυξηθεί η ευελιξία των τιμών και να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα. Οι δράσεις αυτές θα βελτιώσουν την ελκυστικότητα της χώρας ως τόπου προορισμού άμεσων ξένων επενδύσεων και θα συμβάλουν στην επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε ανταγωνιστικές και βιώσιμες επιχειρήσεις.
(β) Εξορθολογισμό της λειτουργίας του κράτους με έμφαση στην επιτάχυνση της διοικητικής μεταρρύθμισης, την εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, την απλοποίηση των διαδικασιών με σκοπό τη μείωση του διοικητικού φόρτου για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, καθώς και την πάταξη των φαινομένων διαφθοράς.
(γ) Ενίσχυση των ενεργητικών πολιτικών στην αγορά εργασίας με ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση και κατάρτιση, προκειμένου να βελτιωθεί η πιθανότητα επαναπρόσληψης ατόμων που βρίσκονται στο περιθώριο της αγοράς εργασίας, όπως οι μακροχρόνια άνεργοι και οι νέοι που έχουν επηρεαστεί δραματικά από την αύξηση της ανεργίας.
(δ) Συνέχιση της δημοσιονομικής προσπάθειας και τα επόμενα χρόνια. Η κύρια έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής μέσω ενδυνάμωσης της φορολογικής διοίκησης, έτσι ώστε να διευρυνθεί η φορολογική βάση και να ενισχυθεί το αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Επίσης, θα πρέπει να επανεξεταστεί η σκοπιμότητα ύπαρξης εκείνων των εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας οι οποίες δεν δικαιολογούνται με κριτήρια κοινωνικά ή/και αναπτυξιακά. Μέριμνα θα πρέπει να ληφθεί για τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων, ενώ και στον τομέα αυτό θα πρέπει να επανεξεταστεί το καθεστώς των ποικίλων εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις. Οι ανωτέρω παρεμβάσεις θα επιτρέψουν τη σταδιακή μείωση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων προκειμένου να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα με δημοσιονομικά ουδέτερο τρόπο.
Μείωση 16,3% στις αποδοχές
Και το 2014 θα συνεχιστεί σύμφωνα με την ΤτΕ η μείωση στις ακαθάριστες αποδοχές. Στο σύνολο της οικονομίας φέτος η πτώση περιορίζεται στο 1,5% ενώ σωρευτικά από το 2009 η πτώση έφτασε στο 16,3%.
Στις τράπεζες ήταν μεγαλύτερη η συνολική μείωση στο 21,8% (6,3% μείωση προβλέπεται για φέτος), ενώ η μικρότερη συρρίκνωση μισθών κατεγράφη στο Δημόσιο (8% μέσα στην εξαετία). Για το 2015 προβλέπεται οριακή αύξηση αποδοχών 0,1%.
Η ΤτΕ καταγράφει ανάκαμψη ιδιωτικής κατανάλωσης, αλλά επισημαίνει ότι ακόμη δεν έχουμε οδηγηθεί σε ανάκαμψη της επενδυτικής ζήτησης. Εκτιμά ότι και φέτος τα έσοδα από ΦΠΑ θα είναι μειωμένα κατά 1,4% (καταγράφεται πτώση 6,6% το 2013). Το Οκτώβριο η τραπεζική χρηματοδότηση της κατανάλωσης ήταν στο -2,6%. Η τραπεζική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων ήταν στο -3,18%.
Εκτιμά ότι θα υπάρχει αρνητικά τάση στις επενδύσεις στις κατοικίες και το 2015, ενώ καταγράφει αναλυτικά τους τομείς που συνεχίζουν να δέχονται πιέσεις και αυτούς που ανακάμπτουν, με βασικό άξονα το εμπόριο, τα ξενοδοχεία, μεταφορές, επικοινωνίες. Ουσιαστικά αναφέρει, πρόκειται για τους κλάδους που συνδέονται με την τουριστική δραστηριότητα.
Προτεραιότητα για τις τράπεζες η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων
Ως άμεση προτεραιότητα για τις ελληνικές τράπεζες, η Τράπεζας της Ελλάδος χαρακτηρίζει την αποτελεσματική διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση.
Όπως αναφέρεται στην Έκθεση, ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των τραπεζικών δανείων συνέχισε να αυξάνεται το α’ εξάµηνο του 2014: πάνω από το 1/3 των δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες δεν εξυπηρετείται οµαλά. Τα επιχειρηµατικά δάνεια (ύψους 1 εκατ. ευρώ και άνω) σε καθυστέρηση συγκεντρώνονται σε περιορισµένο αριθµό κλάδων οικονοµικής δραστηριότητας και σε σχετικά µικρό αριθµό πιστούχων. Ένα µεγάλο ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση αντιπροσωπεύει υποχρεώσεις δανειοληπτών με οφειλές ταυτόχρονα σε περισσότερες από µία τράπεζες. Εξάλλου, µεγάλο µέρος των δανείων που καταγράφονται ως µη εξυπηρετούµενα έχει µέχρι στιγµής εµφανίσει δυσκολίες στην αποπληρωµή για τουλάχιστον τρία συνεχή έτη.
Σύμφωνα με την Έκθεση της ΤτΕ, οι τράπεζες καλούνται να προχωρήσουν σε µια πιο ενεργητική διαχείριση των προβληµατικών δανείων, µε σκοπό αφενός να ελαφρυνθούν οι συνεργάσιµοι δανειολήπτες που αντιµετωπίζουν προσωρινή δυσκολία στην εξυπηρέτηση των δανείων τους και αφετέρου να ανακτηθούν µακροπρόθεσµα κεφάλαια των τραπεζών που είναι δεσµευµένα σε προβληµατικά δάνεια µε χαµηλή πιθανότητα αποπληρωµής.
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να αξιοποιήσουν: α) το πλαίσιο εποπτικών υποχρεώσεων για τη διαχείριση των ανοιγµάτων σε καθυστέρηση και των µη εξυπηρετούµενων ανοιγµάτων που προβλέπει η Πράξη ΕκτΕπιτροπής 42/30.5.2014 της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και β) τις επιλογές που προβλέπει ο Κώδικας ∆εοντολογίας του N. 4224/2013 που θα ισχύσει από 1.1.2015. Η πρόσφατη νοµοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την αντιµετώπιση των επιχειρηµατικών δανείων σε καθυστέρηση εκτιµάται ότι παρέχει κατάλληλα κίνητρα και θα επιταχύνει την κινητοποίηση των οφειλετών και των τραπεζών µε σκοπό την εξεύρεση βιώσιµων λύσεων στο πρόβληµα.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τονίζεται στην Έκθεση, οι επιλογές για τη διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση θα πρέπει να γίνονται µε τρόπο που δεν δηµιουργεί κίνητρα για αθέτηση οφειλών στους δανειολήπτες που έχουν αντικειµενικά τη δυνατότητα να αποπληρώσουν. Ο κίνδυνος δηµιουργίας στρεβλών κινήτρων είναι ορατός όταν προτείνονται οριζόντια µέτρα τα οποία δεν βασίζονται σε µια ουσιαστική αξιολόγηση των πραγµατικών εισοδηµατικών και περιουσιακών δυνατοτήτων των δανειοληπτών.
Η ΤτΕ επισημαίνει ότι πλέον οι τράπεζες θα πρέπει να αναλάβουν ενεργό ρόλο στην κλαδική αναδιάρθρωση της Οικονοµίας, διοχετεύοντας πιστώσεις στις πραγµατικά βιώσιµες επιχειρήσεις. Όπως αναφέρεται στην Έκθεση, δεν πρέπει να δεσµεύονται πόροι σε επιχειρήσεις που δεν έχουν καµία προοπτική επιβίωσης, καθώς µε τον τρόπο αυτό στερούνται πόρους οι υγιείς επιχειρήσεις που µπορούν να συνδράµουν στην οικονοµική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης. Η προσπάθεια των τραπεζών πρέπει να συνεπικουρηθεί και από βελτιώσεις στο θεσµικό πλαίσιο προκειµένου να αρθούν περιορισµοί που συνδέονται π.χ. µε τις (προ)πτωχευτικές διαδικασίες, τον εξωδικαστικό συµβιβασµό ή εν γένει την ταχύτητα απονοµής της δικαιοσύνης.
Στην Έκθεση σημειώνεται ότι η πιστωτική επέκταση προς την πραγµατική Οικονοµία εξα- κολούθησε να είναι αρνητική, γεγονός που δρα ανασταλτικά για την αναζωογόνηση της οικονοµικής δραστηριότητας. Η ανάκαµψη της οικονοµικής δραστηριότητας, σύμφωνα με την ΤτΕ, θα θέσει σε κίνηση έναν ενάρετο κύκλο στο πλαίσιο του οποίου η πιστωτική επέκταση θα τροφοδοτηθεί µέσω της θετικής επίδρασης της αύξησης του ΑΕΠ, α) στη ζήτηση πιστώσεων, β) στη ζήτηση καταθέσεων, γ) στην εµπιστοσύνη προς την ελληνική Οικονοµία και άρα στις δυνατότητες των πιστωτικών ιδρυµάτων να αντλήσουν χρηµατοδότηση από τις διεθνείς χρηµατοπιστωτικές αγορές και δ) σε κάποιο βαθµό και στη δυνατότητα των δανειοληπτών να εξυπηρετήσουν τις υπερήµερες οφειλές τους.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr