Το ένα δεδομένο είναι η ανυπαρξία ανταγωνισμού. Ένας μόνο παραγωγός, η ΔΕΗ, έχει απευθείας πρόσβαση στους λιγνίτες και τα υδροηλεκτρικά, ελέγχοντας έτσι τις τιμές σε όλη την αγορά. Το γεγονός αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις και στην προμήθεια, αφού όπως τονίσθηκε από στελέχη εταιρειών, ο πραγματικός ανταγωνισμός στην προμήθεια μπορεί να προκύψει μόνο από την ύπαρξη ικανού ανταγωνισμού και στην παραγωγή.
Το άλλο δεδομένο που χαρακτηρίζει την ενεργειακή αγορά, είναι οι υψηλές επιβαρύνσεις των τιμολογίων με τέλη και φόρους (τέλη χρήσης δικτύων, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας κλπ, ΕΤΜΕΑΡ, ειδικός φόρος) που αντιπροσωπεύουν πλέον περίπου το μισό της τιμής κιλοβατώρας που πληρώνει ο καταναλωτής. Το γεγονός αυτό επιβεβαίωσε και η ετήσια έκθεση του Ευρωπαίου Ρυθμιστή –ACER, κατατάσσοντας την Ελλάδα στις χώρες με τις μεγαλύτερες αυξήσεις στις τιμές ηλεκτρικού τα τελευταία χρόνια.
Επισημάνθηκε συγκεκριμένα μεταξύ άλλων, ότι για τη μείωση του κόστους εκτός από τη διαμόρφωση συνθηκών ανταγωνισμού, θα πρέπει να προχωρήσουν χωρίς καθυστέρηση επενδύσεις σε υποδομές, όπως η διασύνδεση της Κρήτης και των νησιών του Βορείου Αιγαίου με το Ηπειρωτικό Σύστημα, ώστε να μην επιβαρύνεται το κόστος από τη λειτουργία των ακριβών πετρελαϊκών μονάδων. Ακόμη, ότι από τη στιγμή που το φυσικό αέριο συμμετέχει στην ηλεκτροπαραγωγή, έστω και με μικρό ποσοστό λόγω της συγκυρίας, η μείωση της τιμής προμήθειας από τους παραγωγούς, στο πρότυπο των άλλων Ευρωπαϊκών κρατών, θα πρέπει να αποτελέσει θέμα άμεσης προτεραιότητας, ιδίως όταν είναι πλέον γνωστό σε όλους ότι οι έλληνες καταναλωτές επιβαρύνονται με τιμές κατά πολύ υψηλότερες από ότι οι καταναλωτές άλλων ευρωπαϊκών κρατών.
Η σημασία του φυσικού αερίου για την επιβίωση των ενεργοβόρων βιομηχανιών της χώρας, όσο και για την ηλεκτροπαραγωγή αναγνωρίζεται πλέον από όλους, χωρίς όμως η αναγνώριση να συνοδεύεται και από κινήσεις που θα κατατείνουν στην μείωση του κόστους προμήθειας. Ειδικότερα για το ρόλο του στην ηλεκτροπαραγωγή, αξίζει να τονιστεί ότι είναι διεθνώς το βασικό συμβατικό καύσιμο που μπορεί να στηρίξει αποτελεσματικά τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, συνεργαζόμενο με τις ΑΠΕ.
Ωστόσο για να αξιοποιηθεί επαρκώς, θα πρέπει να είναι βιώσιμο για τους καταναλωτές του, ηλεκτροπαραγωγούς, βιομηχανίες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, νοικοκυριά. Μέχρι τώρα η Ελλάδα αποτελεί μια νησίδα με μικρή κατανάλωση φυσικού αερίου, απομονωμένη από τα δίκτυα της Κεντρικής Ευρώπης και τα ευρωπαϊκά hubs, όπου διαμορφώνονται τιμές πολύ χαμηλότερες από αυτές που επιβαρύνουν τους Έλληνες καταναλωτές.
Είναι στο χέρι των κυβερνήσεων να προωθήσουν στα κοινοτικά όργανα την άρση της τεχνητής απομόνωσης της Ελλάδας, κυρίως από τη διασύνδεση με τη Βουλγαρία, η οποία σχεδιάστηκε και εφαρμόζεται για την προστασία των συμφερόντων του ρωσικού αερίου.
Η επάρκεια ισχύος
Τέλος και ενόψει των επικείμενων αλλαγών στα ρυθμιστικά της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τονίστηκε με έμφαση η ανάγκη διαμόρφωσης μηχανισμών και αγορών που θα ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα και ανάγκες που έχει διαμορφώσει η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στα ηλεκτρικά συστήματα. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα ότι και στις πλέον ανεπτυγμένες αγορές, αναγνωρίζεται ότι οι ισχύοντες μηχανισμοί αδυνατούν να ανταμείψουν την αξία της παροχής επάρκειας ισχύος.
Έτσι, η μία μετά την άλλη οι αγορές ηλεκτρισμού σε Ευρώπη και Αμερική, δημιουργούν μηχανισμούς διασφάλισης επαρκούς ισχύος. Επίσης, οι νέες κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ενισχύσεις σε περιβάλλον και ενέργεια, αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα της διασφάλισης επαρκούς ηλεκτρικής ισχύος σε ευρωπαϊκό επίπεδο και θέτουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις για τη λειτουργία μηχανισμών διασφάλισης ισχύος.
Η ανάγκη αυτή, αλλά και η ανάγκη για κάλυψη των απαιτήσεων ευελιξίας στο ηλεκτρικό σύστημα (λόγω μεγάλης διείσδυσης ανανεώσιμων πηγών και κυρίως φωτοβολταϊκών) έχει ήδη αναδειχθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο Ευρωπαίος Ρυθμιστής - ACER στον Οδικό Χάρτη που δημοσίευσε για τις ρυθμιστικές ανάγκες προς το 2025 θεωρεί την ευελιξία ως ένα από τα κύρια θέματα ενώ και ο Ευρωπαίος Διαχειριστής ENTSO-E ανασχεδιάζει τη μεθοδολογία εκτίμησης της επάρκειας ισχύος, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες του συστήματος για ευελιξία.
Έτσι και με δεδομένο ότι τα χαρακτηριστικά του ελληνικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας έχουν επηρεαστεί από τη λειτουργία 2.500 μεγαβάτ φωτοβολταικών και 1,500 μεγαβάτ αιολικών, οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που θα προσφέρουν την απαιτούμενη ευελιξία με τον οικονομικότερο τρόπο, θα πρέπει να αμειφθούν για την υπηρεσία αυτή.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr