«Το τέλος του Μνημονίου και η έξοδος στις αγορές για δανεισμό δεν σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία δεν βαρύνεται από σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα, ούτε ότι δεν υπάρχει εξίσου μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα. Όλα αυτά πρέπει να αντιμετωπισθούν με την εφαρμογή ενός πειστικού αναπτυξιακού προγράμματος, που όμως δεν υπάρχει ή δεν έχει ανακοινωθεί», τονίζεται στην έκθεση.
«Σε ένα τέτοιο πλαίσιο εθνικών πρωτοβουλιών την περίοδο μετάβασης από τη σταθεροποίηση στη διατηρήσιμη ανάπτυξη, εκτιμούμε ότι η συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς είναι απολύτως απαραίτητη. Ένα νέο πρόγραμμα που θα στόχευε στην ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης θα έπρεπε πρωτίστως να είναι δική μας υπόθεση.
Ωστόσο, η σύνταξη ενός αξιόπιστου αναπτυξιακού προγράμματος πρέπει να στηρίζεται σε φθηνούς πόρους που προέρχονται από τον ΕΜΣ, την ΕΚΤ και άλλους ευρωπαϊκούς θεσμούς».
Το ζήτημα είναι, όπως επισημαίνει η έκθεση ότι οι σχεδιασμοί και ανασχεδιασμοί δεν έχουν τέλος, τροφοδοτώντας τη γενικότερη αβεβαιότητα, που με τη σειρά της εμποδίζει την ανάπτυξη.
Μάλιστα το Γραφείο τονίζει ότι η ανάπτυξη διαρκείας απαιτεί πολιτική σταθερότητα - ρύθμιση χρέους- μεταρρυθμίσεις. «Σε μέσο και μακροπρόθεσμη προοπτική το μείζον είναι οι προσδοκίες για τη διατηρησιμότητα των όσων έχουν επιτευχθεί και η επιστροφή σε μια ανάπτυξη διαρκείας.
Διατηρησιμότητα και ανάπτυξη διαρκείας όμως εξαρτώνται από:
(α) τη ρύθμιση του δημόσιου χρέους,
(β) την ποιότητα των μεταρρυθμίσεων (που πρέπει να γίνουν)
(γ) την πολιτική σταθερότητα και
(δ) τυχόν απότομες εξωτερικές διαταραχές.»
Κατά την εκτίμηση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής η οικονομία πρέπει να διανύσει πολύ δρόμο ακόμα για να περάσει σε διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και ικανοποιητική μείωση της ανεργίας.
Μάλιστα αναφέρει και χαρακτηριστικά παραδείγματα για μεταρρυθμίσεις που δεν εφαρμόζονται πλήρως, με αποτέλεσμα να μη είναι δυνατή η εκτίμηση της επίπτωσής τους στις εισπράξεις του κράτους (υπολειτουργία του συστήματος εισροών-εκροών στα πρατήρια) ή στις δαπάνες (βλ. σχέδιο ΑΘΗΝΑ του 2013 που τελικά δεν απέδωσε τις εξοικονομήσεις που είχαν προβλεφθεί στο «μνημόνιο» ύψους € 70 εκ.).
Έτσι αναφέρει ότι:
- Σχεδιάζονται και ανασχεδιάζονται συνεχώς (ΕΝΦΙΑ),
- Αποφασίζονται προκειμένου να τακτοποιηθεί κάποια ομάδα σε βάρος γενικών αρχών και κανόνων,
- Αποδεικνύονται εκ των υστέρων ανεπαρκείς (όπως η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού), ενώ άλλες αποφάσεις αναβάλλονται συνεχώς («συνδικαλιστικός νόμος»), ή δεν εντάσσονται σε μια λογική σειρά (οι αξιολογήσεις υπαλλήλων πριν από την ε-φαρμογή οργανογραμμάτων και κανονισμών με σαφείς περιγραφές έργου κλπ), είναι δηλαδή πρωθύστερες.
Επίσης, τονίζει ότι οι ιδιωτικοποιήσεις υποφέρουν από τη συνεχή αναβλητικότητα σε μεγάλο αριθμό διαγωνισμών, σε συνδυασμό με αρνητικές δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες ανατρέπονται χρονοδιαγράμματα.
Επιπλέον, σε σχέση με τις καταργήσεις και συγχωνεύσεις δημοσίων φορέων, και σύμφωνα με στοιχεία που παρείχε στο ΓΠΚ το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, από τους έντεκα φορείς που βάση του Ν. 4250/2014 έπρεπε να καταργηθούν ή να συγχωνευτούν, μόνο σε τρεις περιπτώσεις μπορούμε να πούμε ότι η διαδικασία έχει σχεδόν ολοκληρωθεί.
Δηλαδή, άγνωστο παραμένει το πραγματικό όφελος από τις καταργήσεις και συγχωνεύσεις δημοσίων φορέων, μιας και στις περισσότερες περιπτώσεις η κατάργηση ήταν μόνο ονομαστική.
Τέλος, οι πρώτες ανακοινώσεις για το αναπτυξιακό σχέδιο περιέχουν έως τώρα μόνο τις γενικές κατευθύνσεις.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr