«Είμαι θετικός στην ύπαρξη ενός ισχυρού αποθέματος στο οποίο μπορούμε να στραφούμε και να αντλήσουμε πόρους σε ώρα ανάγκης. Έχουμε τους εναπομείναντες -μετά τα stress tests- πόρους του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, καθώς και την αξία των μετοχών των τραπεζών, που έχει στην ιδιοκτησία του το Ταμείο. Αυτά είναι χρήματα που έχουν ήδη δοθεί από τους Ευρωπαίους και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως απόθεμα», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς για τον αν ένα τέτοιο απόθεμα μπορεί να υπάρξει χωρίς όρους και προϋποθέσεις, ο κ. Χαρδούβελης απαντά ότι «προφανώς, η αλλαγή χρήσης των κεφαλαίων, που αρχικά προορίζονταν για τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και που τελικά το περίσσευμά τους μετατρέπεται σε απόθεμα έκτακτης ανάγκης, θα χρειαστεί την έγκριση των Κοινοβουλίων ορισμένων χωρών-μελών. Αυτό το εγχείρημα, όμως, δεν έχει τον ίδιο βαθμό δυσκολίας όπως θα είχε η εξεύρεση των νέων πόρων από τους δανειστές μας».
Αναφορικά με τον διάλογο με το ΔΝΤ σχολιάζει: «Δεν πρόκειται για διαζύγιο. Το ονομάζω αλλαγή σχέσης. Το ΔΝΤ θα είναι δίπλα μας ως παρατηρητής, χωρίς ενδελεχή ελεγκτική ιδιότητα, όπως κάνει σε όλες τις χώρες στις οποίες προηγουμένως έχει δανείσει χρήματα».
Όσον αφορά την κρίση των τελευταίων ημερών στη χρηματιστηριακή αγορά και στην αγορά ομολόγων, ο Υπουργός Οικονομικών σημειώνει ότι οι λόγοι της αναταραχής είναι ευρωπαϊκοί αλλά και ελληνικοί. Όπως εξηγεί, «η Ελλάδα βρίσκεται ένα βήμα πριν το τέλος του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής και αυτό αποτελεί πηγή αβεβαιότητας για το τι έπεται στη συνέχεια, δηλαδή ποια θα είναι η μελλοντική σχέση μας με τους μέχρι σήμερα επίσημους δανειστές μας. Η αβεβαιότητα αυτή γίνεται έκδηλη τελευταία και πάντοτε προεξοφλείτε αρνητικά από τις αγορές. Η αγορά θα ανακάμψει όταν τα αίτια της αβεβαιότητας εκλείψουν».
«Η επόμενη μέρα μετά το μνημόνιο θα πρέπει να είναι μέρα λελογισμένης ευθύνης» σημειώνει μεταξύ άλλων ο κ. Χαρδούβελης και σημειώνει ότι η έξοδος στις αγορές προϋποθέτει την εκπλήρωση των δημοσιονομικών στόχων, τη βελτίωση των οικονομικών δεικτών και τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.
Αναφερόμενος στις πολιτικές εξελίξεις, ο υπουργός Οικονομικών δηλώνει ότι «η πολιτική αστάθεια στην τελική ευθεία της διαπραγμάτευσης είναι εθνικά επιζήμια. (…) Γι’ αυτό είπα πριν από λίγες ημέρες στη Βουλή ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα για την ελληνική οικονομία δεν είναι πλέον η ίδια η οικονομία, όπως πριν λίγα χρόνια ή λίγους μήνες, αλλά το πολιτικό κλίμα και η αβεβαιότητα. Δεν θέλω και δεν μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που συνειδητά δεν θέλουν να τελειώσουμε με το μνημόνιο».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr