Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας που διενήργησε το Ινστιτούτου του ΣΕΒΕ σχετικά με τις επιδόσεις των εξαγωγών από το 2009, οπότε και ξεκίνησε η αντεπίθεση των εξαγωγών έως σήμερα.
Συμπληρωματικά παρουσιάστηκαν οι θέσεις του ΣΕΒΕ για το κρίσιμο πρόβλημα της ρευστότητας και οι προτεινόμενες εναλλακτικές λύσεις στο εν λόγω πρόβλημα, βάσει καλών διεθνών πρακτικών.
Η πορεία των εξαγωγών μέσα στην οικονομική κρίση
Ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ, κ. Κυριάκος Λουφάκης επεσήμανε ότι με πολλή προσπάθεια οι Έλληνες εξαγωγείς από το 2009 έως σήμερα πέτυχαν ένα μικρό θαύμα, καθώς το διάστημα 2009-2013 η συνολική αύξηση των εξαγωγών ανήλθε σε 57,1% (συμπεριλμβανομένων των πετρελαιοειδών), επενδύοντας στη διαφοροποίηση των αγορών - στόχων, αφού στο ίδιο διάστημα η ύφεση στην Ευρωζώνη, που αποτελεί τον βασικότερο εμπορικό εταίρο της χώρας, δεν έδειχνε σημάδια βελτίωσης.
Ακόμα όμως και σε αυτή την περίοδο της έντονης κρίσης, οι εξωστρεφείς επιχειρήσεις ξεχωρίζουν ως το πιο υγιές και δυναμικό κομμάτι του εταιρικού τομέα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΤΕ, το 48% των εξωστρεφών μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ) έχει στόχο ανάπτυξης για τα επόμενα έτη έναντι 34% για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικό επίσης είναι το γεγονός ότι στην Ελλάδα, οι ΜμΕ με λιγότερους από 50 εργαζόμενους, συνεισφέρουν το 35% των εξαγωγών, έναντι 24% για τις ευρωπαϊκές ΜμΕ.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒΕ ωστόσο, τόνισε ότι από τον Δεκέμβριο 2012 και έπειτα ξεκίνησε μια κάμψη της ανοδικής πορείας των ελληνικών εξαγωγών με μικρές διακυμάνσεις, ενώ από τον Οκτώβριο 2013 μέχρι και τον περασμένο Μάρτιο η πορεία των εξαγωγών μας είναι καθοδική.
Η πτωτική αυτή τάση των εξαγωγών, σε συνδυασμό με την εκ νέου άνοδο των εισαγωγών είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του εμπορικού ελλείμματος κατά 3,4% το α' τρίμηνο 2014 σε ετήσια βάση και σε αξία υπολογίζεται σε 5,4 δισ. ευρώ.
Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της ανάλυσης του Ινστιτούτου Εξαγωγικών Ερευνών & Σπουδών (ΙΕΕΣ), ο κ. Λουφάκης ανέφερε ότι στο διάστημα 2009-2013 η Ελλάδα «κέρδισε» σημαντικές τρίτες αγορές - στόχους, όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενισχύοντας το μερίδιό της, ενώ παράλληλα ισχυροποίησε τη θέση της σε παραδοσιακούς ευρωπαϊκούς εταίρους, όπως η Βρετανία, η Ιταλία και η Βουλγαρία.
Αντίστοιχα, στην ανάλυση των κλάδων (πλην των πετρελαιοειδών), μέσα στην κρίση ενισχύθηκαν σημαντικά οι βιομηχανικές εξαγωγές της χώρας μας σε μηανολογικό εξοπλισμό, καθώς και τα χημικά-πλαστικά, τα μέταλλα και τα μη μεταλλικά ορυκτά.
Από τα τρόφιμα, δυναμικά κινήθηκαν οι παραδοσιακά ελληνικοί εξαγωγικοί κλάδοι των παρασκευασμένων λαχανικών και φρούτων, με παγκόσμια εξαγωγική πρωτιά της κονσέρβας ροδάκινου, των νωπών καρπών και φρούτων και του ελαιολάδου.
Ωστόσο, το έδαφος που κέρδισαν τα ελληνικά προϊόντα σε αγορές - «κλειδιά» για τη χώρα μέσα στην κρίση παρουσιάζει πτώση φέτος.
Συγκεκριμένα, το α' τρίμηνο 2014 καταγράφεται έντονη πτώση των εξαγωγών μας (χωρίς πετρελαιοειδή) σε ετήσια βάση στην Ρωσία (24%), στην Κίνα (20%), στα ΗΑΕ (19%), στην Ιταλία (26%), στην Ισπανία (21%), ενώ αντίστοιχα πτωτικά κινούνται οι βασικοί εξαγωγικοί μας κλάδοι: αλουμίνιο & τεχν/τα (2%), μηχανές-συσκευές (2%), νωποί καρποί - φρούτα (13%), λίπη - έλαια (72%), χαλκός (23%), καπνά (8%), γουναρικά (26%).
Το πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας
Η κόπωση των δυναμικών αυτών κλάδων οφείλεται σε πλήθος παραγόντων και προβλημάτων, όπως το μη μισθολογικό κόστος το οποίο παρά την πρόσφατη μείωση παραμένει σε υψηλά επίπεδα, το ενεργειακό κόστος, τη γραφειοκρατία, την έλλειψη κρίσιμων υποδομών κ.ά. Μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο ήταν και παραμένει αυτό της έλλειψης ρευστότητας και κεφαλαίων κίνησης στις επιχειρήσεις.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της υφιστάμενης κατάστασης στην αγορά σήμερα, είναι το γεγονός ότι υπάρχει ένας μεγάλος όγκος σχολάζουσας παραγωγικής δυναμικότητας στις ελληνικές επιχειρήσεις. Το στοιχείο αυτό επιβεβαιώνεται και από πρόσφατη έκθεση της Εθνικής Τράπεζας.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων σήμερα -ακόμα και των εξαγωγικών- υπολειτουργεί και υπάρχουν επενδύσεις και υποδομές οι οποίες αξιοποιούνται στο ελάχιστο, καθώς δεν υπάρχουν τα αναγκαία κεφάλαια κίνησης, προκειμένου να επανεκκινηθεί η λειτουργία της επιχείρησης.
Μάλιστα, σε ό,τι αφορά θέματα χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, ο κ. Λουφάκης τόνισε ότι υπάρχει σημαντικό κενό χρηματοδότησης των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων και ότι μόλις το 5% της άντλησης επιχειρηματικών κεφαλαίων προέρχεται από εξωτραπεζικό δανεισμό.
Συμπλήρωσε επίσης ότι υπάρχει πλέον απογοήτευση και από την πλευρά των επιχειρήσεων σε σχέση με τον τραπεζικό δανεισμό, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία της Oliver Wyman από τα ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά αιτήσεων (15%) σε σχέση με τον κοινοτικό μέσο όσο (25%), αλλά και από τα ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά απόρριψης των αιτήσεων αυτών (εγκρίνεται μόλις το 7%).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr