Ειδικότερα σύμφωνα με τη φετινή έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών για την καταναλωτική συμπεριφορά, την οποία παρουσιάζει η Καθημερινή, η μέση δαπάνη ανά επίσκεψη στα σούπερ μάρκετ εκτιμάται το 2014 σε 46,8 ευρώ, έναντι 53,1 ευρώ το 2013, σημειώνοντας μείωση κατά 11,8% μέσα σε ένα χρόνο.
Υποχώρηση, επομένως, παρουσιάζει και η μέση μηνιαία δαπάνη ανά οικογένεια κατά 9,65% το 2014 σε σύγκριση με το 2013, στα 262 ευρώ φέτος από 290 ευρώ πέρυσι.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έρευνα του 2010, η μέση μηνιαία δαπάνη ανά οικογένεια στο σούπερ μάρκετ ήταν 347 ευρώ, κατά 32% υψηλότερη σε σχέση με φέτος.
Η δραστική μείωση της δαπάνης συμβαίνει κυρίως διότι ολοένα και περισσότεροι αγοράζουν λιγότερα και φθηνότερα προϊόντα.
Τα στοιχεία της έρευνας είναι εξόχως αποκαλυπτικά για το πόσο έχουν αλλάξει οι καταναλωτικές συνήθειες, μέσα, μάλιστα, σε μόλις ένα χρόνο.
Βάσει της περυσινής έρευνας, το 47,3% των καταναλωτών είχε απαντήσει ότι αγοράζει φθηνότερα προϊόντα για να αντιμετωπίσει την κρίση, ενώ φέτος το αντίστοιχο ποσοστό είναι 65,8%.
Επίσης, ενώ πέρυσι είχε δηλώσει ότι αγοράζει λιγότερα προϊόντα το 65,3% των ερωτηθέντων, φέτος το ποσοστό έχει αυξηθεί στο 72%.
Με λίστα
Η κατάρτιση λίστας αγορών και η αυστηρή τήρησή της αποτελεί πλέον βασικό κανόνα για τα ελληνικά νοικοκυριά, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των λεγόμενων παρορμητικών αγορών.
Το στοιχείο αυτό προκύπτει και από την αγορά ζαχαρωδών και σνακ, που αποτελούν βασικά προϊόντα των λεγόμενων παρορμητικών αγορών, οι πωλήσεις των οποίων υποχωρούν συνεχώς τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με την έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου, 96% (έναντι 94,8% πέρυσι) των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι έχουν προαποφασίσει τα είδη που θα αγοράσουν πριν πάνε στο σούπερ μάρκετ και 61,7% δηλώνουν ότι αγοράζουν τα απολύτως απαραίτητα.
Οι άλλοτε πιστοί σε συγκεκριμένες μάρκες Ελληνες καταναλωτές εμφανίζονται πλέον περισσότερο πιστοί στο πορτοφόλι τους.
Προαποφασισμένο για τη μάρκα του προϊόντος που θα αγοράσει δηλώνει το 49% έναντι 58% πέρυσι. Οι περισσότεροι επιλέγουν μάρκες μέσα στο κατάστημα, με βασικά κριτήρια επιλογής την ποιότητα, την τιμή και τις προσφορές.
Η σύγκριση τιμών μεταξύ ομοειδών προϊόντων, αλλά και η σύγκριση τιμών μεταξύ διαφορετικών αλυσίδων σούπερ μάρκετ παγιώνεται ως βασικό στοιχείο της καταναλωτικής συμπεριφοράς, με το 75,9% των ερωτηθέντων να δηλώνει ότι ακολουθεί αυτήν την πρακτική πριν προβεί σε αγορές. Το αντίστοιχο ποσοστό ήταν πέρυσι 73,5%, ενώ δύο χρόνια πριν μόλις 54%.
Κριτήριο, χωρίς απαραιτήτως να υπερισχύει στην τελική επιλογή, ειδικά εάν δεν συνδυάζεται με συμφέρουσα τιμή, αποτελεί, τέλος, για τους καταναλωτές και η προέλευση των προϊόντων, με το 83,4% να δηλώνει ότι προτιμά τα ελληνικά από τα εισαγόμενα.
Η έρευνα διεξήχθη από το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών με τηλεφωνική δημοσκόπηση σε τυχαίο δείγμα 2.100 νοικοκυριών. Συντονιστής της έρευνας είναι ο κ. Γιώργος Μπάλτας, πρόεδρος του Τμήματος Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας του ΟΠΑ.
Υποχωρούν οι τιμές
Μπορεί οι τιμές στα σούπερ μάρκετ να έχουν υποχωρήσει, όπως μαρτυρούν και τα στοιχεία του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μειώνεται η αίσθηση της ακρίβειας. Κι αυτό διότι την ίδια ώρα έχει μειωθεί σημαντικά η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο 2009-2013 οι ονομαστικές αποδοχές ανά υπάλληλο μειώθηκαν κατά 16,8% σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, με την πραγματική μείωση να είναι αρκετά μεγαλύτερη.
Η διατήρηση των τιμών σε βασικά είδη σε όχι ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, πυροδοτούν τον λεγόμενο «πληθωρισμό των φτωχών».
Σύμφωνα με την έρευνα, ένα νοικοκυριό με μηνιαίο εισόδημα 1.000 ευρώ δαπανά για τα είδη σούπερ μάρκετ περίπου το 25% του εισοδήματός του, ενώ ένα νοικοκυριό με μηνιαίο εισόδημα 3.000 ευρώ το 11% και ένα νοικοκυριό με μηνιαίο εισόδημα 4.000 ευρώ δαπανά περίπου το 9% του εισόδηματός του.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr