Συγκεκριμένα, πρόκειται για τη μελέτη «Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας Βιομηχανικού Κλάδου 2013» η οποία είναι προϊόν συνεργασίας μεταξύ της Deloitte Touche Tohmatsu Limited (Deloitte) και του Αμερικανικού Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας (US Council on Competitiveness).
Η μελέτη βασίζεται σε έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε 550 διευθύνοντες συμβούλους (CEOs) και ανώτερα διευθυντικά στελέχη του βιομηχανικού κλάδου, το 2012 (39,7% από Βόρεια Αμερική, 28,5% από Ασία, 21% από Ευρώπη, 5,4% από Νότια Αμερική και 5,4% από Αυστραλία) και αποτελεί συνέχεια μίας πολυετούς προσπάθειας για καλύτερη κατανόηση των τάσεων, που δημιουργούν ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον στον βιομηχανικό κλάδο.
Επίσης, τα στελέχη κλήθηκαν να διατυπώσουν τις απόψεις τους για τις παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες και τις κυβερνητικές ενέργειες, που δύναται να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα του βιομηχανικού κλάδου.
Όπως επισημαίνεται στη μελέτη, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας του βιομηχανικού κλάδου στην Ελλάδα, βασισμένη σε εστιασμένα προϊόντα υψηλής τεχνογνωσίας και προστιθέμενης αξίας, καθίσταται σήμερα αναγκαία περισσότερο από ποτέ, καθώς μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην ενίσχυση, αλλά και στην ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Ο Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας Βιομηχανικού Κλάδου 2013 κατατάσσει την Κίνα ως την πλέον ανταγωνιστική χώρα στο βιομηχανικό κλάδο, παγκοσμίως, τόσο σήμερα όσο και στα επόμενα 5 χρόνια, σε σύνολο 38 χωρών για τις οποίες έγινε η κατάταξη. Στην κορυφαία δεκάδα σήμερα κατατάσσονται πέντε οικονομικά αναπτυγμένες χώρες: Η Γερμανία (2η), οι ΗΠΑ (3η), η Νότια Κορέα (5η), ο Καναδάς (7η) και η Ιαπωνία (10η), καθώς και πέντε αναδυόμενες οικονομίες, η Κίνα (1η), η Ινδία (4η), η Ταϊβάν (6η), η Βραζιλία (8η) και η Σιγκαπούρη (9η).
Σύμφωνα με τη μελέτη, σε πέντε χρόνια από σήμερα, η εικόνα αλλάζει. Χώρες με αναδυόμενες οικονομίες αναμένεται να καταλάβουν τις τρεις πρώτες θέσεις, με την Κίνα να διατηρεί την πρώτη θέση και τις Ινδία και Βραζιλία να ανέρχονται στη δεύτερη και τρίτη θέση, αντίστοιχα.
Το άλμα της Βραζιλίας από την 8η στην 3η θέση είναι το μεγαλύτερο αναμενόμενο για την επόμενη πενταετία. Αντίθετα, οι χώρες με ανεπτυγμένες οικονομίες βρίσκονται σε χαμηλότερες θέσεις, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των στελεχών, με τη Γερμανία να πέφτει από τη 2η στην 4η θέση, τις ΗΠΑ από την 3η στην 5η, τη Νότια Κορέα από την 5η στην 6η, τον Καναδά από την 7η στην 8η και την Ιαπωνία να βγαίνει εκτός δεκάδας, στη 12η θέση.
Από άποψη ευρύτερων περιοχών, η Αμερική θα εξακολουθεί να επιδεικνύει σημαντική ισχύ στο βιομηχανικό κλάδο, με τις ΗΠΑ, Βραζιλία και Μεξικό, να βρίσκονται στις πρώτες 15 θέσεις. Αναμφισβήτητη, όπως αναφέρεται στη μελέτη, είναι η μετατόπιση προς τις ασιατικές χώρες, οι οποίες εκτιμάται ότι θα καταλαμβάνουν τις 10 από τις 15 πρώτες θέσεις.
Το μήνυμα, ωστόσο, για την Ευρώπη είναι απογοητευτικό: Μόνο η Γερμανία παραμένει στην κορυφαία δεκαπεντάδα, ενώ η πλειοψηφία των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών της κατάταξης αναμένεται να εμφανίσουν πτώση της ανταγωνιστικότητάς τους στον κλάδο.
Τα στελέχη, που έλαβαν μέρος στην έρευνα, ρωτήθηκαν, επίσης, σχετικά με τους κύριους παράγοντες, που, κατά τη γνώμη τους, επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα στο βιομηχανικό κλάδο.
Ως πιο σημαντικός παράγοντας αναδείχθηκε η ποιότητα, η διαθεσιμότητα και η παραγωγικότητα του εργασιακού δυναμικού της χώρας, συμπεριλαμβανομένων ερευνητών, επιστημόνων και μηχανικών και, εντέλει, η ικανότητα δημιουργίας καινοτομίας.
Στη δεύτερη θέση κατατάσσεται το οικονομικό, εμπορικό και φορολογικό σύστημα μίας χώρας. Ειδικότερα, εμπόδια, όπως οι φορολογικές επιβαρύνσεις, η πολυπλοκότητα των διαδικασιών, η γραφειοκρατία, είναι δύσκολο να ξεπεραστούν από τις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες, ώστε να αποτελέσουν έναν πιο ελκυστικό προορισμό βιομηχανικής παραγωγής.
Οι παραδοσιακοί παράγοντες, που επηρέαζαν την παραγωγική δραστηριότητα, όπως το εργατικό κόστος, οι πρώτες ύλες, η ενέργεια και άλλες σχετικές παράμετροι, τις οποίες μπορούν να ελέγξουν και να διαχειριστούν άμεσα οι εταιρείες, προκαλούν πολύ μικρότερη ανησυχία στα διευθυντικά στελέχη από παράγοντες, που επηρεάζονται από τις κυβερνήσεις των χωρών και τη δημοσιονομική πολιτική και τους οποίους δεν μπορούν να ελέγξουν ή να επηρεάσουν.
Ανάλυση των ροών προϊόντων μεταξύ των βασικών χωρών υποδεικνύει ότι η Γερμανία εξάγει προϊόντα μέσης και υψηλής τεχνογνωσίας / τεχνολογίας, κυρίως, εντός των ευρωπαϊκών συνόρων. Οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία επιδεικνύουν μεγαλύτερη ποικιλία σε προορισμούς εξαγωγών προϊόντων τεχνολογίας, ενώ η Κίνα και η Ταϊβάν εξάγουν προϊόντα τεχνολογίας, κυρίως, σε ασιατικές χώρες. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εξαγωγών της Ινδίας αφορά προϊόντα χαμηλής προστιθέμενης αξίας και εντάσεως εργασίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr