Μέχρι σήμερα το πρόγραμμα σταθεροποίησης παραμένει λίγο-πολύ εντός στόχων, κυρίως εξαιτίας της δραματικής περικοπής των δαπανών. Επιπλέον, η μόνιμη επωδός που ακούγεται από τα μέσα ενημέρωσης και την αντιπολίτευση είναι ότι πρέπει «να περιοριστούν οι σπατάλες» (και έτσι θα λυθεί υποτίθεται το πρόβλημα).
Η Ρηγίλλης κατακεραυνώνει την «φορομπηχτική» πολιτική του ΠΑΣΟΚ και ζητά μείωση της φορολογίας και η αριστερά διαμηνύει ότι η χώρα θα βγει από την ύφεση μόνο από την υιοθέτηση Κεϋνσιανών πολιτικών. Σε θεωρητικό επίπεδο, καμία από τις παραπάνω θέσεις δεν έχει αποδειχθεί μετά βεβαιότητας:
Πρώτον, ειδικοί επισημαίνουν ότι πως δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι φοροεπιστροφές και φοροελαφρύνσεις θα τονώσουν την κατανάλωση, αφού, σε καιρούς αβεβαιότητας, οι πολίτες έχουν την τάση να αποταμιεύουν. Δεύτερον, οι επεκτατικές πολιτικές που, σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους, ακολουθεί η κυβέρνηση Ομπάμα στις ΗΠΑ, έχουν μέχρι στιγμής ανάμεικτα αποτελέσματα και πάλι επειδή, λόγω της αβεβαιότητας, τα κέρδη όσων αναλαμβάνουν δημόσια έργα δεν διαχέονται στην οικονομία. Αυτό που πρωτίστως χρειάζεται επομένως είναι η ανάταξη των δημοσίων οικονομικών, ώστε να επανέλθει η σιγουριά στην αγορά. Και για να επανέλθει η σιγουριά, είναι απαραίτητο, μεταξύ άλλων βεβαίως, να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, όπως υποστηρίζει το ΔΝΤ στην έκθεση του.
Γιατί; Διότι όσο και να ακούγεται απίστευτο, οι δημόσιες δαπάνες στην Ελλάδα είναι μεν αναποτελεσματικές, διότι δεν επιτυγχάνουν τον αναδιανεμητικό τους στόχο, αλλά δεν είναι υπερβολικές. Πέρυσι, ανήλθαν σε 50,4% του ΑΕΠ, δηλαδή κάτω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο (50,7%). Είναι πολύ υψηλότερες, όχι μόνο στις σκανδιναβικές χώρες, αλλά ακόμη και στη Γαλλία και τη Γερμανία. Επομένως, η λύση στο ερώτημα «πώς θα γεμίσουμε τα δημόσια ταμεία για να μειώσουμε το έλλειμμα;» δεν είναι η περαιτέρω περικοπή δαπανών. Η λύση είναι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πέρυσι, τα δημόσια έσοδα ανήλθαν σε 36,9 του ΑΕΠ, τη στιγμή που ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 43,9% του ΑΕΠ. Μόνο οι χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, η Ισπανία και η Ιρλανδία έχουν λιγότερα έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, υπογραμμίζουν σε σχετική έρευνά τους για λογαριασμό του «Center For American Progress» οι Michael Linden & Sabina Dewan. Με άλλα λόγια, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα αυτή τη στιγμή πάσχουν στον τομέα των εσόδων. Τυχαίο; Μάλλον όχι.
Στην περίπτωση της Ελλάδας μάλιστα (ενδεχομένως και σε άλλες), τα πενιχρά έσοδα δεν είναι αποτέλεσμα των χαμηλών φορολογικών συντελεστών (όπως στην Ιρλανδία, για παράδειγμα). Αντιθέτως, οφείλονται στην εκτεταμένη, πρωτοφανή και ανήκουστη για ανεπτυγμένη χώρα φοροδιαφυγή. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, τα διαφυγόντα έσοδα του κράτους κατά την τελευταία δεκαετία, φτάνουν τα 160 δισεκατομμύρια ευρώ. Αντιλαμβάνεται κανείς που θα ήμασταν τώρα αν είχαμε αυτά τα χρήματα, αλλά και γιατί το ΔΝΤ μας πιέζει να τα βρούμε. Αν μάλιστα καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή και διευρυνθεί η φορολογική βάση, τότε θα μπορέσει να μειωθεί και το βάρος που επιμερίζεται στους συνεπείς πολίτες, διά των υψηλών συντελεστών. Αλλιώς, η μοίρα μας είναι προδιαγεγραμμένη, όπως εμμέσως πλην σαφώς μας είπε και το ΔΝΤ.
Ν.Χ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr