Αυτό όμως, εκτιμά ο Magnus, θα σήμαινε πως οι ηγέτες της ΕΕ θα έπρεπε να κάνουν το μεγάλο βήμα προς την πολιτική ένωση. Σήμερα, όμως, όπως σημειώνει ο οικονομολόγος, υπάρχουν τρία μεγάλα ζητήματα:
Πρώτον, υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το αν το πακέτο βοήθειας για την Ελλάδα θα λειτουργήσει, και αν η «μόλυνση» της υπόλοιπης Ευρωζώνης αλλά και άλλων χωρών, μπορεί να διακοπεί χωρίς περαιτέρω ριζικές πολιτικές πρωτοβουλίες.
Δεύτερον, η κρίση αντανακλά ένα σοβαρό «κάταγμα» στη σχέση μεταξύ αγορών, αφενός, και της πολιτικής εξουσίας από την άλλη. Έχουμε ήδη δει ισχυρές ενδείξεις αυτού, στο ξέσπασμα της τραπεζικής κρίσης. Η κρίση πρέπει να προκαλέσει μια ισχυρή πολιτική και θεσμική απάντηση. Αλλιώς, οι χρηματοπιστωτικές και οικονομικές εντάσεις θα ενταθούν, κάτι που θα οδηγήσει σε λιγότερο εύπεπτες «λύσεις», αν όχι αμφιβολίες, σχετικά με την επιβίωση του Ευρω-συστήματος.
Τρίτον, η κρίση ρίχνει μία βαριά σκιά πάνω από την ανάκαμψη της παραγωγής που βρίσκεται σε εξέλιξη στις Δυτικές οικονομίες. Πρέπει λοιπόν να δούμε τί ακριβώς σημαίνει για τις χώρες, η κρίση και η διαχείριση του χρέους στην πραγματικότητα, καθώς και ποιές θα είναι οι συνέπειες στην οικονομική ανάπτυξη. Αυτό είναι σημαντικό διότι η αύξηση του ΑΕΠ είναι το ελιξίριο για το τέλος της κρίσης χρέους στο μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο διάστημα.
Γι αυτό, σύμφωνα με τον Magnus, υπάρχουν μόνο τρεις πιθανές λύσεις.
Η μία είναι να τυπωθεί χρήμα, γνωστό και ως ποσοτική χαλάρωση, για να εξασφαλισθεί ότι υπάρχει αρκετή ρευστότητα για τη χρηματοδότηση νέου χρέους και την αναχρηματοδότηση του παλιού.
Η άλλη είναι να ζητηθεί από τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένου του ΔΝΤ, ένα bailout για να αγοραστεί χρόνος για την προσαρμογή της οικονομίας.
Το τρίτο είναι η αναδιάρθρωση του χρέους.
Αν και αυτές οι επιλογές μπορούν να σταθεροποιήσουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές, να βοηθήσουν στην επιστροφή της εμπιστοσύνης στην πιστωτική αγορά και να επιτρέψουν στους οφειλέτες να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους, δεν θα επιλύσουν την κρίση, αυτή καθεαυτή.
Τα bail-outs του παρελθόντος, από μόνα τους, ποτέ δεν έλυσαν το θέμα του χρέους των χωρών. Μπορεί λοιπόν η διάσωση της Ελλάδας να «λειτουργήσει»; Ο Magnus απαντά πως θα λειτουργήσει στο ότι η Ελλάδα είναι πλήρως καλυμμένη για τα επόμενα 2-3 χρόνια και δεν χρειάζεται να επιστρέψει στις αγορές για χρηματοδότηση.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η χώρα έχει τη δυνατότητα να εφαρμόσει, εφόσον είναι δυνατόν, δημοσιονομικά μέτρα της τάξης του 11% του ΑΕΠ σε διάστημα τριών ετών, με σκοπό να μειώσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού στο 3% του ΑΕΠ έως το 2014.
Όλα αυτά είναι πολύ καλά στα χαρτιά, αλλά οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο δεν είναι καλές. Αυτό δεν θα σταματήσει το ελληνικό δημόσιο χρέος να αυξάνεται στο 150% του ΑΕΠ μέχρι το 2013. Και θα πρέπει να εφραμοστεί μάλιστα, την στιγμή που η ελληνική οικονομία θα συρρικνώνεται κατά τουλάχιστον 10% στα επόμενα τρία χρόνια.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του πρώην επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ Σάιμον Τζόνσον η Ελλάδα θα χρειαστεί ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 8% του ΑΕΠ απλά και μόνο για να κρατήσει τον λόγο του χρέους / ΑΕΠ, σταθερό, κάτι το οποίο φυσικά, είναι εξαιρετικά δύσκολο.
Ο Magnus προσθέτει πως εάν η Ελλάδα έπρεπε να φέρει του δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ στο 60% μέχρι το 2020, το πρωτογενές ισοζύγιο θα πρέπει να βελτιωθεί κατά περίπου 9% του ΑΕΠ. Η Ισπανία και η Ιρλανδία θα πρέπει να βελτιώσουν τα δικά τους, κατά 11% και 12%, αντίστοιχα, και η Πορτογαλία και η Γαλλία κατά 7% του ΑΕΠ. Οι ΗΠΑ έχουν μια παρόμοια πρόκλιση με την Ελλάδα, ενώ το η Βρετανία και η Ιαπωνία αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο εμπόδιο όλων των προηγμένων χωρών, με μια απαιτητική προσαρμογή της τάξης του 13% του ΑΕΠ.
Και όλα αυτά πρέπει να συμβούν σε μία χρονική στιγμή όπου οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας είναι εξαιρειτικά αβέβαιες, σημειώνει ο οικονομολόγος και προσθέτει ότι είναι πολύ έως πάρα πολύ «χλωμό», να επιτευχθούν όλα αυτά.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr