Αλλαγές που θα ισχύσουν από την 1/1/2018
α) θα γίνει λογιστικός διαχωρισμός προνοιακών παροχών (σύνταξη, γενικές παροχές) και κατά κυριολεξία συντάξεων.
β) Καθορισμός μίας, κοινής για όλους τους Φ.Κ.Α., βασικής σύνταξης, η οποία θα είναι σύνταξη γήρατος, με τις ευνόητες βέβαια εξαιρέσεις (π.χ. βαρέα και ανθυγιεινά) και θα καταβάλλεται με εισοδηματικά κριτήρια, ανεξαρτήτως αν ο δικαιούχος έχει θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, ή αν θα έχει έστω και ένα ένσημο. Η βασική σύνταξη θα έχει προνοιακό χαρακτήρα και θα καταβάλλεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το ύψος της βασικής σύνταξης εξαρτάται από τη σχετική πολιτική απόφαση εκάστης κυβέρνησης και, προφανώς, από τον αριθμό των δικαιούχων. Ο κανόνας της τριμερούς χρηματοδότησης του Ασφαλιστικού, παραμένει καταστατική αρχή της πολιτικής μας.
γ) Ανταποδοτική σύνταξη. Πρόκειται για την κατά κυριολεξία σύνταξη, η οποία αναλογεί στο χρόνο εργασίας και τις καταβληθείσες εισφορές. Ο επαναπροσδιορισμός του ύψους της δεν θα αποτελεί θέμα εισοδηματικής πολιτικής, όπως είναι σήμερα, αλλά θα καθορίζεται, δίχως η κυβέρνηση να διαθέτει διακριτική ευχέρεια, με όρους τιμαριθμικούς και με συνυπολογισμό των οικονομικών δυνατοτήτων των Φ.Κ.Α. Ούτε ένα ένσημο δεν θα πηγαίνει χαμένο, ο δε εργαζόμενος, με βάση το σύστημα αυτό, θα καθίσταται ¨φύλακας¨ και συνδιαμορφωτής του επιπέδου της σύνταξής του.
δ) Βάση (χρόνος) υπολογισμού. Η δεκαετία ή δεκαπενταετία κατά την έναρξη εφαρμογής, το 2018, και το σύνολο του εργατικού βίου, προς τα τέλη της επόμενης δεκαετίας.
ε) Συντελεστές υπολογισμού ανταπόδοσης. Κλιμακούμενοι συντελεστές, από τα 15 έως τα 40 χρόνια. Ο νομοθετικός προσδιορισμός των συντελεστών, έχει μεν πολιτικό χαρακτήρα, ωστόσο δεν μπορεί να αγνοεί την οικονομική κατάσταση των Φ.Κ.Α. και το γεγονός ότι το σύστημα πρέπει να είναι βιώσιμο και να μην εξαντλεί τις δυνατότητες της εθνικής οικονομίας. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης γίνονται ήδη ποσοτικοποιήσεις με βάση δεκάδες εκδοχές, ούτως ώστε να αποφασίσουμε με πολύ συγκεκριμένους όρους.
Αλλαγές άμεσης εφαρμογής
Οι αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, για λόγους καλύτερης κατανόησής τους, θα καταγραφούν στο παρόν σημείωμα αρθρωμένες σε δύο ενότητες. Η πρώτη ενότητα αφορά στις αλλαγές που θα αρχίσουν να εφαρμόζονται αμέσως μετά την ψήφιση του σχετικού σχεδίου – νόμου για το Ασφαλιστικό, ενώ η δεύτερη ενότητα αφορά στις αλλαγές εκείνες που θα εφαρμοστούν, όταν ετοιμαστεί με τρόπο ολοκληρωμένο το νέο ασφαλιστικό σύστημα, δηλαδή από το έτος 2018 και μετά. Πρέπει εδώ να σημειωθούν επίσης τρία επιπλέον κρίσιμα στοιχεία. Οι προτεινόμενες αλλαγές συμπίπτουν κατά τα 6,5/7 με τις επτά συστάσεις που απηύθυνε το Εcofin στις 16 Φεβρουαρίου προς την ελληνική κυβέρνηση. Oι συμπτώσεις στο πεδίο της πολιτικής αυτής δεν προέκυψαν από την εκ των υστέρων ευθυγράμμισή μας με το Ecofin, αλλά από την κατανόηση εκ μέρους μας της ανάγκης αυτών των αλλαγών, έτσι όπως είχαν διατυπωθεί ήδη από τις 8 Δεκεμβρίου με τις προτάσεις που καταθέσαμε στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου για το Ασφαλιστικό. Να υπενθυμισθεί, πως ο διάλογος αυτός ξεκίνησε με κυβερνητική πρωτοβουλία στις 26 Νοεμβρίου του 2009 και ολοκληρώθηκε στις 16 Μαρτίου του 2010, δηλαδή ενάμιση μήνα νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα που είχαμε ως κυβέρνηση θέσει. Το δεύτερο στοιχείο αφορά ένα δημοσιονομικό ζήτημα. Με το σύνολο των αλλαγών που προωθούμε στόχευσή μας είναι το 2030 το επίπεδο της συνολικής κρατικής χρηματοδότησης να παραμείνει σταθερό, όπως ήταν το 2008, δηλαδή στο 4,8% του ΑΕΠ. Δηλαδή το Ασφαλιστικό να κερδίσει από σήμερα μια ολόκληρη δεκαπενταετία. Το τρίτο και τελευταίο στοιχείο, σχετίζεται με μια πρωτοφανούς εντάσεως δυσκολία: η μεταφορά από το νυν υπάρχον σύστημα στο καινούργιο πρέπει να γίνει χωρίς την ανάγκη εξεύρεσης σημαντικών κεφαλαίων από τον κρατικό προϋπολογισμό, αφού υπό τις παρούσες συνθήκες δεν υπάρχει καμία δυνατότητα. Άρα από τις υπάρχουσες εκδοχές επίλυσης του Ασφαλιστικού, έπρεπε να εντοπίσουμε εκείνη, όπου η μετάβαση θα γινόταν χωρίς σημαντικές επιπρόσθετες δαπάνες.
α) ενιαίος φορέας διαχείρισης των αποθεματικών (αξίας 29,5 δισ. €, συν τα κεφάλαια του ταμείου Αλληλεγγύης των Γενεών), δίχως να θίγονται τα περιουσιακά δικαιώματα των Φ.Κ.Α.
β) καθορισμός ενιαίων μηχανισμών ελέγχου (της Γ.Γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων, του ΣΕΠΕ, των Φ.Κ.Α.)
γ) συνδιαχείριση των πόρων των κλάδων υγείας των Φ.Κ.Α. (μία και ενιαία διαπραγμάτευση για όλες τις προμήθειες του συστήματος)
δ) σύσταση Κέντρων Εξυπηρέτησης Ασφαλισμένων (Κ.Ε.Α.)
ε) θεσμοθέτηση παράλληλης ασφάλισης για όλες τις κατηγορίες ασφαλισμένων, που έχουν ασφαλιστεί πριν από το 1993 (πρότασή μας είναι να συμπεριλάβει το μέτρο αυτό και τους δημοσίους υπαλλήλους)
στ) ενιαίο καθεστώς ασφάλισης συνταξιούχων, που εργάζονται σε άλλες θέσεις εργασίας
η) απαγόρευση προγραμμάτων εθελουσίων εξόδων. Ο μέσος όρος ηλικίας συνταξιοδότησης θα αυξηθεί κατά 2 χρόνια έως το 2015. Από 61.4 που είναι σήμερα θα ανέλθει στα 63.5. Να σημειωθεί πως το 2003 ήταν 62.7 αλλά η πολιτική των εθελουσίων εξόδων της Ν.Δ. κατέβασε τον μέσο όρο στα 61.4 έτη
θ) κεντρική επανεξέταση των αναπηρικών συντάξεων, και εκσυγχρονισμός του καταλόγου βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων
ι) νέες διαδικασίες ασφάλισης για οικόσιτο προσωπικό και αγρεργάτες
ια) αντικίνητρα πρόωρης συνταξιοδότησης
ιβ) θέσπιση κινήτρων παραμονής στην αγορά εργασίας (κίνητρα παραμονής μετά την τριακονταπενταετία, και αντίστοιχα για όσους παραμένουν μετά το 65ο έτος)
ιγ) από 1/7/2011 διεκπεραίωση από το τραπεζικό σύστημα όλων των συναλλαγών στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων (μισθοδοσία, απόδοση εισφορών)
ιδ) ενιαίο κέντρο πληρωμής συντάξεων (προκείμενου να επιτευχθεί ο ενιαίος έλεγχος της τήρησης της νομοθεσίας περί διπλοσυνταξιούχων)
ιε) ρύθμιση του χρόνιου προβλήματος της διαδοχικής ασφάλισης, με σχεδιαζόμενη έναρξη εφαρμογής το 2011. Η κινητικότητα στην αγορά εργασίας απαιτεί ρύθμιση των οικονομικών πλευρών της διαδοχικής ασφάλισης, με τρόπο κοινωνικώς δίκαιο για τον ασφαλισμένο. Να σημειωθεί, πως το θέμα της γρήγορης έκδοσης των συντάξεων, επί περιπτώσεων διαδοχικής, νομοθετείται τώρα με το σχέδιο – νόμου για τις εργασιακές σχέσεις.
Στο κείμενο του υπουργείου Εργασίας αναφέρονται επίσης τα κάτωθι:
Παραλάβαμε ένα διαλυμένο και χρεωκοπημένο σύστημα. Τον Οκτώβριο του 2009, το σύστημα χρειάστηκε 2,4 δισ. ευρώ πρόσθετης έκτακτης κρατικής οικονομικής ενίσχυσης, για να διεκπεραιώσει τις υποχρεώσεις του ως και τον Δεκέμβριο του 2009, για συντάξεις και δώρο εορτών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, αν δεν υπήρχε παρέμβαση, το 2010 θα χρειαζόμασταν επιπροσθέτως 3,8 δισ. ευρώ. Το 2011 5,2 δισ. ευρώ, ενώ το 2015 το ασφαλιστικό σύστημα δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να εκπληρώσει τις ετήσιες υποχρεώσεις του απέναντι στους συνταξιούχους και τους ασφαλισμένους. Έχει, λοιπόν, ήδη τεθεί σε αμφισβήτηση η μεγαλύτερη κατάκτηση των εργαζομένων, τον 19ο και τον 20ο αιώνα, και οι υποχρεώσεις μας απέναντι στους πολίτες είναι άμεσες και πολύ σημαντικές. Ταυτοχρόνως, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις του Ασφαλιστικού, όπως προκύπτουν ως αποτέλεσμα της αντιστοιχίας εργαζομένων προς ασφαλισμένους, που κατέστη 1.7 προς 1, καθώς και των ιδιαιτεροτήτων του διανεμητικού συστήματος στην Ελλάδα (πελατειακές πολιτικές σχέσεις), έχουν μετατρέψει το ασφαλιστικό σύστημα σε μείζονα και παρούσα απειλή για την εθνική οικονομία. «Σύμφωνα με τις διαθέσιμες αναλογιστικές εκτιμήσεις, αν δεν επέλθει καμία μεταβολή στο υφιστάμενο σύστημα, το καταβαλλόμενο για συντάξεις ποσό για την περίοδο μέχρι το 2020 θα ανέλθει με σχετικά βραδείς ρυθμούς από το 11.5 % στο 13.0% του ΑΕΠ και το έλλειμμα του συστήματος από το 3% στο 4% του ΑΕΠ (στο ποσοστό αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται το 1% του ΑΕΠ που ήδη το κράτος έχει δεσμευτεί να καταβάλει για την ενίσχυση του συστήματος – δηλαδή, κανονικά όλα τα σχετικά με το έλλειμμα ποσά που αναφέρονται εδώ πρέπει να αυξηθούν κατά 1%). Μετά από αυτό το χρονικό σημείο, τόσο η δαπάνη για συντάξεις όσο και το έλλειμμα του συνταξιοδοτικού συστήματος αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς:17.1% και 7.7%, αντιστοίχως το 2030, 21.4% και 13.1% το 2040, 24.0% και 15.7% το 2050, επίπεδο στο οποίο σταθεροποιούνται για την επόμενη δεκαετία. Το σωρευμένο έλλειμμα (χρέος) του συστήματος συντάξεων κοινωνικής ασφάλισης σύμφωνα με αυτές τις εκτιμήσεις θα προσεγγίσει το 250% του ΑΕΠ, ενώ άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν αυτό το ποσοστό στο 350%. Μάλιστα, οι παραπάνω εκτιμήσεις βασίζονται σε υποθέσεις για το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και το ποσοστό ανεργίας οι οποίες, υπό το πρίσμα της πρόσφατης οικονομικής κρίσης πρέπει να θεωρηθούν μάλλον αισιόδοξες. Επομένως, η πραγματική εικόνα είναι ακόμα χειρότερη» (από το Πόρισμα της Επιτροπής Ειδικών για το Ασφαλιστικό, σελ. 12-13).
Έπρεπε να παρέμβουμε αμέσως σε δύο επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο αφορά στον εξορθολογισμό και στην εξυγίανση των φορέων κοινωνικής ασφάλισης (Φ.Κ.Α.) με αμέσως εφαρμοζόμενες πολιτικές και το δεύτερο επίπεδο σχετίζεται με την εγκαθίδρυση ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος. Το μεταπολεμικό διανεμητικό σύστημα σε όλη την Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα, έχει προ πολλού κλείσει τον κύκλο του και πρέπει να αντικατασταθεί. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι αλλαγές έχουν ήδη γίνει, η Ελλάδα τις οφείλει. Η ανάγκη για γρήγορες και αποτελεσματικές πολιτικές για την εξυγίανση του συστήματος οδήγησε το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης στη λήψη άμεσων μέτρων, ενώ για την αλλαγή του ίδιου του Ασφαλιστικού, ορίσαμε, ήδη από το 2009, ως χρόνο νομοθέτησης του νέου συστήματος το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2010. Να σημειωθεί, ότι το Ecofin στις 16 Φεβρουαρίου απηύθυνε επτά συστάσεις πολιτικής για το νέο ασφαλιστικό μας σύστημα. Η έβδομη αφορούσε το χρονοδιάγραμμα της ψήφισης των σχετικών νόμων και όριζε ως καταληκτική ημερομηνία τον Δεκέμβριο του 2010. Η χώρα μας όμως έχει πιο επείγουσες ανάγκες, γι΄ αυτό και θα ολοκληρώσουμε τη νομοθέτηση του νέου ασφαλιστικού συστήματος νωρίτερα απ΄ ό,τι είχαμε προβλέψει, καθορίζοντας ως χρόνο ψήφισης από τη Βουλή του σχετικού νομοσχεδίου τα μέσα Μαΐου.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr