Αναλυτικά:
Προοπτική της Νομισματικής Πολιτικής
Οι περιορισμένες πιέσεις των τιμών και η ασθενής συνολική προσφορά του χρήματος υποδεικνύουν ότι οι κεντρικές τράπεζες στις κυριότερες ανεπτυγμένες οικονομίες θα προβούν σε λίγες μόνο αυξήσεις των βασικών επιτοκίων, ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο να μην γίνει καμία αύξηση. Ωστόσο, μετά την απόφαση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) να αυξήσει το προεξοφλητικό επιτόκιο τον Φεβρουάριο ανακύπτει το ενδιαφέρον ερώτημα εάν οι επενδυτές θα πρέπει να παρακολουθούν τις κινήσεις ή τις ανακοινώσεις των κεντρικών τραπεζών. Η αύξηση του προεξοφλητικού επιτοκίου που ανακοινώθηκε από τον Πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Μπεν Μπερνάνκι ήταν ένα μικρό βήμα προκειμένου να εξαντληθούν τα πλεονάζοντα αποθέματα ρευστότητας. Κρίνοντας από αυτή την κίνηση, φαίνεται ότι η Fed προετοιμάζει την αγορά για μια επερχόμενη σύσφιξη πολιτικής. Γενικότερα, όμως, τα σχόλια στελεχών της Ομοσπονδιακής Τράπεζας εξακολουθούν να διαγράφουν μια σαφή τάση διατήρησης των χαμηλών επιτοκίων. Οδηγούμαστε έτσι στο συμπέρασμα ότι, αν και είναι πιθανόν να δούμε κάποια μικρά βήματα προκειμένου να αρθούν σταδιακά μερικά από τα έκτακτα μέτρα, η μετάβαση σε πολιτική σύσφιξης απέχει ακόμη αρκετά.
Οι δυνατότητες για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα είναι μάλλον περιορισμένες λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι περιφερειακές χώρες της Ευρωζώνης. Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι δεν είναι πιθανή μια διάλυση της Ευρωζώνης και ότι ο κίνδυνος αθέτησης του κρατικού χρέους αντιμετωπίζεται με κάποια υπερβολή. Τον Φεβρουάριο οι αγορές προεξοφλούσαν με πιθανότητες σχεδόν 1 προς 3 ότι η Ελλάδα θα αθετούσε τις υποχρεώσεις της μέσα στην επόμενη πενταετία. Τα αποτελέσματα θα φανούν αργότερα –ίσως μάλιστα μετά από αρκετά χρόνια– όταν θα αξιολογηθεί το πολιτικό κόστος της οικονομικής επιβάρυνσης που συνεπάγεται η διασφάλιση της συνοχής στη σύνθεση των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Εν ολίγοις, θα κριθεί τότε κατά πόσον το κόστος απώλειας της απασχόλησης, αλλά και οι κοινωνικές πιέσεις που κατ’ επέκταση θα αναπτυχθούν, δικαιολογούν αυτή τη δέσμευση, κάτι που όμως δεν πρόκειται να αξιολογηθεί στο εγγύς μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, η ΕΚΤ δεν αναμένεται να εξετάσει το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων σύντομα. Στους κύκλους της ΕΚΤ ακούγονται ψίθυροι ότι ενδέχεται να παραταθούν τα μέτρα ρευστότητας. Ωστόσο, προκειμένου να διατηρήσει την αξιοπιστία της, η κεντρική τράπεζα είναι μάλλον απίθανο να υπαναχωρήσει στο θέμα της υψηλής ποιότητας των απαιτούμενων εξασφαλίσεων. Συνολικά, ωστόσο, οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη είναι περιορισμένες και ο δομικός πληθωρισμός τον Ιανουάριο βρισκόταν μόλις στο 0,9% έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρσι, ενώ η ανεργία στην Ισπανία και την Πορτογαλία βρισκόταν σε υψηλά επίπεδα, φθάνοντας σε ποσοστό 18,8% και 10,1% αντιστοίχως. Συνεπώς, προεξοφλώντας σύσφιξη κατά 64 μονάδες βάσης από την ΕΚΤ μέσα στο επόμενο έτος, οι αγορές φαίνεται να διαμορφώνουν τις εκτιμήσεις τους με κάποια δόση υπερβολής.
Η Κίνα προέβη σε περαιτέρω κινήσεις εξομάλυνσης της πολιτικής της τον Φεβρουάριο, που συνοδεύτηκαν από μια ακόμη αύξηση των απαιτούμενων αποθεματικών με στόχο τη συγκράτηση του τραπεζικού δανεισμού. Τις τελευταίες εβδομάδες, μάλιστα, αναφέρεται συχνά στην αγορά το ενδεχόμενο μιας ανατίμησης του κινεζικού νομίσματος μέσα στους επόμενους 2 έως 3 μήνες. Μέσα στο επόμενο τρίμηνο αναμένονται αρκετές εξελίξεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις αποφάσεις για τη διαμόρφωση της πολιτικής. Πρώτον, είναι πιθανόν να σημειωθεί περαιτέρω επιτάχυνση της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ της χώρας, ενώ μάλιστα ένας αναλυτής τοποθετεί την άνοδο του 1ου τριμήνου σε επίπεδα έως και 14% έναντι της αντίστοιχης περιόδου πέρσι. Δεύτερον, ο πληθωρισμός κινείται με επίσης αυξανόμενη ταχύτητα και μέσα στους επόμενους μήνες οι τιμές καταναλωτή ενδέχεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, αν και δεν υπήρξαν σοβαρές ενδείξεις συρρίκνωσης στην αγορά εργασίας, με λίγες μόνο εξαιρέσεις όπως ήταν η περίπτωση της Guangdong. Τρίτον, επιτάχυνση αναμένεται να σημειωθεί και στην ανάπτυξη του εξαγωγικού κλάδου της Κίνας, χάρη στα ετεροχρονισμένα οφέλη από την υποτίμηση του ρενμινμπί και την αναπλήρωση των αποθεμάτων του ΟΟΣΑ. Τέλος, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ πρόκειται να δημοσιοποιήσει τη «μαύρη λίστα» με τους κερδοσκόπους της αγοράς συναλλάγματος. Αυτό ενδεχομένως να πραγματοποιηθεί τον Απρίλιο και σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν είχε σημειωθεί μια περιορισμένης κλίμακας ανατίμηση του ρενμινμπί. Στις αρχές του 2010 θεωρούσαμε ότι ήταν ενδεχόμενη μια σημαντική σύσφιξη στην Κίνα μέσα στο έτος, κάτι που θα επηρέαζε ίσως τις αγορές παγκοσμίως. Ωστόσο, εκτιμούμε ότι είναι μάλλον απίθανη μια πλήρης ανατίμηση (της τάξης, π.χ., του 10%-15%). Ενδεχομένως όμως να ληφθούν πιο άμεσα μέτρα για τον έλεγχο των πιστώσεων, που δεν θα περιορίζονται μόνο στις αυξήσεις των προβλεπόμενων αποθεματικών που ήδη έχουν πραγματοποιηθεί.
Απογοήτευση προκαλεί το γεγονός ότι η Τράπεζα της Ιαπωνίας, αφού κήρυξε πόλεμο κατά του φάσματος του αποπληθωρισμού, ελάχιστα έπραξε για να επέλθει μια χαλάρωση. Είναι πιθανόν να κλιμακωθούν οι πολιτικές πιέσεις στην κεντρική τράπεζα, ιδιαίτερα ενόψει των προγραμματισμένων εκλογών για την Άνω Βουλή τον Ιούλιο, από τις οποίες ενδέχεται το κυβερνών Δημοκρατικό Κόμμα Ιαπωνίας να εξέλθει ισχυρότερο. Έχουν ήδη γίνει αναφορές που παραλληλίζουν τις εκλογές του Ιουλίου με εκείνες του 2005 όταν ο τότε πρωθυπουργός Κοϊζούμι, ενισχύοντας τη θέση του, είχε προβεί στην υλοποίηση του προγράμματος μεταρρυθμίσεων που είχε καταρτίσει. Στις επερχόμενες εκλογές θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό κατά πόσον το Δημοκρατικό Κόμμα μπορεί να προβεί στην εφαρμογή των κινήτρων που έχει εξαγγείλει.
Ο πολιτικός κίνδυνος εντείνεται και στη Βρετανία ενόψει των προσεχών εκλογών και οι αγορές δυσανασχετούν το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερα μάλιστα για το ενδεχόμενο η εκλογική αναμέτρηση να μην αναδείξει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Οι ανησυχίες αυτές οδήγησαν τον Φεβρουάριο σε μια εκποίηση των βρετανικών κρατικών ομολόγων αλλά και του νομίσματος της χώρας, η δε απόδοση των κρατικών ομολόγων έφθασε στα ανώτατα επίπεδα του 4,23% ενώ τα περιθώρια (spreads) μεταξύ του 10ετούς κρατικού ομολόγου της Βρετανίας και της Γερμανίας διευρύνθηκαν στις 101 μονάδες βάσης, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη διαφορά από τον Οκτώβριο του 2005. Η ανάγκη να πεισθούν οι αγορές ότι οι πολιτικοί ιθύνοντες της Βρετανίας έχουν κάποιο σχέδιο για να μειώσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας θα εξακολουθήσει να συνιστά μια πρόκληση μέχρι τις εκλογές, ενώ σημαίνει επίσης ότι η Τράπεζα της Αγγλίας θα διατηρήσει στάση αναμονής προς το παρόν. Μπορεί η Τράπεζα της Αγγλίας να έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να προβεί στη λήψη περαιτέρω μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης, όμως θα ήταν δύσκολο να εμπλακεί σε έναν νέο γύρο αγοράς τίτλων όταν, παράλληλα, θα έπρεπε να δίνει εξηγήσεις γιατί ξέφυγε ο πληθωρισμός. Είναι αρκετά πιθανόν να υπάρξει ακόμη μια φάση ποσοτικής χαλάρωσης όμως, εάν ληφθούν υπόψη το σκηνικό του πληθωρισμού βραχυπρόθεσμα και οι πολιτικές διακυμάνσεις, αυτό δεν αναμένεται να συμβεί πριν από τις εθνικές εκλογές.
Προοπτική της Οικονομίας
Υπάρχουν και νέες ενδείξεις ότι η ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας παγκοσμίως κατευθύνεται από την προσφορά. Η βιομηχανική παραγωγή εξακολουθεί να υπερτερεί της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ, κάτι που υποδεικνύει ότι η τελική ζήτηση ακόμη υπολείπεται. Κατά τους τελευταίους έξι μήνες η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής στις ΗΠΑ ήταν της τάξης του 6,2% σε ετησιοποιημένη βάση, μια καλή εξέλιξη εν συγκρίσει με τις τέσσερις προηγούμενες περιόδους ανάκαμψης της τελευταίας 35ετίας. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2009, αντιθέτως, ήταν της τάξης του 4% σε ετησιοποιημένη βάση. Αυτή η σχετικά αναιμική εικόνα σε σύγκριση με την ανάκαμψη που σημειώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 υποδεικνύει επιπλέον ότι η προσφορά αυξάνεται με πιο γρήγορους ρυθμούς από τη ζήτηση, μια εκτίμηση που φαίνεται να ενισχύεται και από την αύξηση του δείκτη μεταποίησης PMI έναντι του αντίστοιχου δείκτη εκτός μεταποίησης. Η ασθενής ζήτηση στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι ιδιαίτερα εμφανής στην Ευρώπη όπου η ετησιοποιημένη αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2009 διαμορφώθηκε στο πενιχρό 1% στην Ευρωζώνη και στο -0,4% στη Βρετανία. Δεδομένων των τεράστιων ελλειμμάτων που εμφανίζονται στους προϋπολογισμούς, η υποτονική αυτή δραστηριότητα υποδεικνύει ότι στον ιδιωτικό τομέα υπήρξε μια ισχυρή τάση αποταμίευσης. Πολύς λόγος έχει γίνει για την «παγίδα του χρέους», είναι όμως πιθανόν οι δημόσιες δαπάνες να αντισταθμίζονται, τουλάχιστον εν μέρει, από την αύξηση των αποταμιεύσεων του ιδιωτικού τομέα.
Υπάρχουν περαιτέρω ενδείξεις ότι η ανάκαμψη της ανάπτυξης δεν θα είναι ομοιογενής σε όλη τη διάρκεια του 2010. Οι δείκτες Economic Surprise Indicators της Citigroup εμφανίζουν ετερόκλιτα στοιχεία και κινούνται σε αρνητικά επίπεδα για τη Βρετανία και την Ευρωζώνη, παραμένουν όμως σε θετικές περιοχές για τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Αυστραλία. Υπάρχουν βεβαίως ορισμένες οικονομίες που ακόμη προσπαθούν να «πάρουν μπρος», ενώ σε άλλες είναι ήδη σαφές ότι απαιτείται κάποια συγκράτηση. Σε πρόσφατη ομιλία του, ο πρωθυπουργός της Κίνας Ουέν Τζιαμπάο επανέλαβε τους στόχους του 3% για τον πληθωρισμό και του 8% για την ανάπτυξη για το τρέχον έτος, αν και οι οικονομολόγοι του Bloomberg φαίνεται να συμφωνούν στις προβλέψεις τους για ισχυρότερη ανάπτυξη της τάξης του 9,5%. Στις δηλώσεις του ο πρωθυπουργός της Κίνας αναφέρθηκε στην επιθυμητή ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης με μια μετάθεση της έμφασης των δημοσίων δαπανών από τα έργα υποδομής στην παιδεία και την κοινωνική πρόνοια. Αν και οι στόχοι αυτοί είναι σημαντικοί, η πλήρης αναδιάταξη της οικονομίας για να ενισχυθεί η εγχώρια ζήτηση είναι μάλλον απίθανο να επιτευχθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εξάλλου, μετά την υποτίμηση του κινεζικού νομίσματος κατά το 4ο τρίμηνο του 2009, εκτιμούμε ότι θα υπάρξει μεγάλη αύξηση των εξαγωγών κατά τους αμέσως επόμενους μήνες με αποτέλεσμα μια πιθανή εκ νέου διεύρυνση του πλεονάσματος του εμπορικού ισοζυγίου, το οποίο από τον Απρίλιο του 2009 εμφάνιζε μια συρρίκνωση σε σωρευτική 12μηνιαία βάση. Αυτό αναμφίβολα θα δυσαρεστήσει τους ιθύνοντες στις ΗΠΑ και αναμένεται να αυξηθούν οι πιέσεις για τη λήψη πιο δυναμικών μέτρων από την Κίνα, ιδιαίτερα δε όσον αφορά στο νόμισμα της χώρας το οποίο, βάσει της πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας, υποτιμήθηκε κατά σχεδόν 5% έναντι του περασμένου έτους.
Εν τω μεταξύ, απογοητευτικά ήταν τα μακροοικονομικά στοιχεία στην Ευρωζώνη, υπογραμμίζοντας ότι η ανάπτυξη θα είναι ήπια και ανομοιογενής. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ στη Ζώνη του Ευρώ κατά το 4ο τρίμηνο του 2009 ήταν μικρότερη του αναμενομένου, καθώς η Γερμανία παρέμεινε στάσιμη και η Ιταλία υποτροπίασε, και στην οικονομία σημειώθηκε συρρίκνωση 0,2% έναντι του προηγούμενου τριμήνου. Δεδομένης της αυξημένης εγχώριας ζήτησης το 2009 που προήλθε από την υψηλότερη ζήτηση στην αυτοκινητοβιομηχανία, λόγω των προγραμμάτων απόσυρσης που εφαρμόστηκαν, είναι δύσκολο να υπάρξει ιδιαίτερος ενθουσιασμός για την προοπτική ανάπτυξης της Ευρωζώνης φέτος. Όχι μόνον δεν προβλέπεται να υπάρξει η τόνωση από τα προγράμματα απόσυρσης, αλλά η περιοχή εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με τα προβλήματα της Ελλάδας και των άλλων κρατών όπου η οικονομική ρύθμιση θα πρέπει να είναι αυστηρή και παρατεταμένη. Επιπλέον, η πτώση του ευρώ κατά 5,7% από τα υψηλά σημεία στα οποία βρισκόταν τον Οκτώβριο του 2009 λίγο μπορεί να βοηθήσει την κατάσταση, δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος του εμπορίου γίνεται ενδοκοινοτικά.
Κέρδη & Αποτιμήσεις
Η «κεκτημένη ταχύτητα» της κερδοφορίας έχει φθάσει σε ανώτατα σημεία και έχει μάλιστα αρχίσει να υποχωρεί σε ορισμένες αναδυόμενες αγορές. Από τις 24 αγορές που παρακολουθούμε, μόνο οι 8 βλέπουν σήμερα βελτίωση της κεκτημένης ταχύτητας σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ οι αρνητικές αναθεωρήσεις των αναλυτών είναι περισσότερες από τις θετικές στο ένα τρίτο αυτών των αγορών. Η πτώση στην κεκτημένη ταχύτητα της κερδοφορίας μάς προβληματίζει, χωρίς ωστόσο να μας ανησυχεί ιδιαίτερα σε αυτή τη φάση. Η περίοδος ανακοίνωσης αποτελεσμάτων τέταρτου τριμήνου 2009 στις ΗΠΑ υπήρξε αρκετά καλή, αν και η ροή των θετικών ειδήσεων επισκιάσθηκε. Από τις εταιρείες του S&P 500, 73% κατέγραψαν κέρδη καλύτερα του αναμενομένου, ενώ 55% είχαν έσοδα καλύτερα του αναμενομένου.
Οι εκτιμήσεις για τα κέρδη το 2010 μέσα από μια bottom-up προσέγγιση (που δίνει έμφαση πρωταρχικώς στις εταιρείες, μετά στους κλάδους και μετά στην ευρύτερη οικονομία) υποχώρησαν ελάχιστα και διατηρούνται σε καλό επίπεδο στο 29% για την αύξηση της κερδοφορίας παγκοσμίως φέτος. Αυτό δεν ακούγεται υπερβολικό, αλλά αναρωτιόμαστε κατά πόσον στο δεύτερο εξάμηνο του 2010 θα υπάρξουν αρνητικές αναθεωρήσεις για τις προβλέψεις για το επόμενο έτος, που σήμερα διαμορφώνονται στο 20%.
Οι σύνθετοι δείκτες αποτίμησης που χρησιμοποιούμε, που εξετάζουν τις αποτιμήσεις σε μεσοπρόθεσμη βάση, υποδεικνύουν ότι στις περισσότερες αγορές οι αποτιμήσεις βρίσκονται περίπου σε ουδέτερα επίπεδα. Ωστόσο, σε σχέση με τα ομόλογα και τα διαθέσιμα/ισοδύναμα διαθεσίμων, οι μετοχές εξακολουθούν να αποτελούν προτιμότερη κατηγορία επένδυσης.
Με μια απλή ματιά στη διαφορά μεταξύ της απόδοσης της κερδοφορίας (earnings yield) και της απόδοσης των ομολόγων παγκοσμίως φαίνεται ότι, για άλλη μια φορά, οι μετοχές είναι ελάχιστα φθηνότερες σε σύγκριση με τα ομόλογα σε μεσοπρόθεσμη βάση. Εξάλλου, σύμφωνα με την ανάλυσή μας θα πρέπει να δούμε σημαντικές ανοδικές κινήσεις στις μετοχές και στις αποδόσεις των ομολόγων για να φθάσουν οι αποτιμήσεις σε ακραία επίπεδα. Για παράδειγμα, για να φθάσουν οι μετοχές σε ακραία επίπεδα αποτιμήσεων, θα πρέπει οι αποδόσεις των ομολόγων παγκοσμίως, που σήμερα βρίσκονται στο 2,94%, να φθάσουν στο 4% και οι μετοχές να σημειώσουν περαιτέρω άνοδο 30%. Συνεπώς, χωρίς να είναι ιδιαίτερα φθηνές, οι αποτιμήσεις βρίσκονται σε καλά επίπεδα.
Αγορές
Τον Φεβρουάριο υπήρξαν δύο διαφορετικές τάσεις. Κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο εξακολούθησε να αυξάνεται η τάση αποφυγής κινδύνου, ενώ επίσης αυξήθηκε η μεταβλητότητα με τον δείκτη Vix να φθάνει στο 26,51. Κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο οι αγορές ανέκτησαν το χαμένο έδαφος καθώς μειώθηκαν οι ανησυχίες για την εξομάλυνση της πολιτικής στην Κίνα και για το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας. Τελικά, κανένα από τα δύο αυτά ζητήματα, αλλά ούτε και η έναρξη της εφαρμογής νέων ρυθμιστικών μέτρων στον χρηματοοικονομικό κλάδο, δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη για τους επενδυτές. Ενδέχεται ωστόσο οι ανησυχίες για αυτά τα ζητήματα να αναβιώνουν για τους επενδυτές κατά περιόδους μέσα στο έτος. Εκτιμούμε ότι η διόρθωση στην αγορά ήταν μια ευπρόσδεκτη επανεκτίμηση της ψυχολογίας των επενδυτών, την οποία χαρακτήριζε κάποια δόση υπερβολής νωρίτερα φέτος με τη διάθεση για ανάληψη κινδύνου να ξεφεύγει σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Αν και προβλέπουμε ότι οι αγορές θα είναι αρκετά ασταθείς καθ’ όλη τη διάρκεια του 2010, εκτιμούμε ότι βραχυπρόθεσμα θα επικρατήσουν κάποιες ευνοϊκές συνθήκες. Είναι σαφές ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν βιάζονται να αναστρέψουν τις νομισματικές συνθήκες, οι οποίες εξακολουθούν να είναι προσαρμοστικές. Η μεταβλητότητα στην αγορά μειώθηκε περαιτέρω και κατά το τέλος του μήνα ο δείκτης Vix διαμορφώθηκε στο 19,5, παρέχοντας τη δυνατότητα στους επενδυτές να διευρύνουν τις θέσεις τους που ενέχουν κίνδυνο. Παρά το γεγονός ότι η προοπτική της ανάπτυξης παραμένει ασαφής για το δεύτερο εξάμηνο του έτους και για τις αρχές του 2011, η ανάπτυξη και η δραστηριότητα εξακολουθούν να παρέχουν στήριξη στις εταιρείες για να μπορέσουν να αυξήσουν κάπως τα έσοδά τους τουλάχιστον κατά τα δύο επόμενα τρίμηνα.
Σε γενικές γραμμές, εξακολουθούμε να έχουμε αυξημένη στάθμιση στις μετοχές και εκτιμούμε ότι θα έχουν καλύτερη απόδοση έναντι των ομολόγων. Στα ισορροπημένα χαρτοφυλάκιά μας διατηρούμε την προτίμησή μας για επιλεγμένες αγορές με κυκλικά χαρακτηριστικά, καθώς είναι οι περιοχές που εξακολουθούν να πρωτοστατούν στην ανάπτυξη. Η προτίμησή μας για το Χονγκ Κονγκ μειώνεται σε επίπεδο τακτικής. Εν τω μεταξύ, η άποψη για τη δημιουργία θέσεων που ενέχουν κίνδυνο στην Ιαπωνία φαίνεται να ενισχύεται καθώς η αγορά, με όψιμα κυκλικά χαρακτηριστικά, μπορεί ακόμη να ωφεληθεί από τη δυναμική ανάπτυξη στην Ασία (περισσότερες από τις μισές εξαγωγές της Ιαπωνίας διοχετεύονται σήμερα σε άλλα ασιατικά κράτη) χωρίς να περιορίζεται από ακριβές αποτιμήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr