Η ανάπτυξη μετά την πανδημία που αναμένεται για τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και της Ιαπωνίας θα πληγεί από τις δυτικές κυρώσεις που καταστέλλουν το εμπόριο με τη Ρωσία, τις υψηλότερες τιμές των εμπορευμάτων που τροφοδοτούν τον πληθωρισμό και τις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας που θα συμβάλλουν στη συμφόρηση που προκαλείται από τον κορονοϊό. Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη είχε προβλεφθεί στο 3,9% μερικές εβδομάδες πριν από τον πόλεμο, ενώ η τρέχουσα πρόβλεψη είναι 3,4%, με τις ευρωπαϊκές οικονομίες να είναι περισσότερο εκτεθειμένες στις επιπτώσεις από τη σύγκρουση.
Σοβαρή απειλή αποτελεί η αύξηση του πληθωρισμού από την αύξηση των τιμών των εμπορευμάτων, ωστόσο, τα μέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχουν στοχεύσει ακόμα στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη του 2022 στην ευρωζώνη έχουν μειωθεί από το 4% στο 3,3%, με τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία να είναι πιθανό να υποστούν πλήγμα 1 ποσοστιαίας μονάδας από τον πόλεμο. Οι εμπορικοί δεσμοί μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ρωσίας είναι πιο περιορισμένοι, επομένως ο οικονομικός αντίκτυπος αναμένεται να είναι ελάχιστος.
Η αύξηση των τιμών των υδρογονανθράκων, των μετάλλων και των σιτηρών θα γίνει αισθητή στις οικονομίες της Βόρειας Αμερικής. Ο υψηλότερος πληθωρισμός θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και θα ωθήσει την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να λάβει επιθετικές αποφάσεις στη νομισματική της πολιτική. Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ των ΗΠΑ αναμένεται να υποχωρήσει στο 3% φέτος από την προπολεμική πρόβλεψη 3,4%. Η ανάπτυξη του Καναδά παραμένει αμετάβλητη στο 3,8%, επειδή η αρνητική επίδραση του υψηλότερου πληθωρισμού θα αντισταθμιστεί σε γενικές γραμμές από τη θετική επίδραση των υψηλότερων παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου.
Οι αναλυτές της Economist Intelligence Unit βλέπουν ελάχιστες αναθεωρήσεις στην πρόβλεψη για την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ για το 2022 για την Ιαπωνία, η οποία τώρα ανέρχεται στο 2,8%. Η αργή ανάκαμψη από την πανδημία έχει να κάνει περισσότερο με την άνιση αύξηση των μισθών παρά με τον πόλεμο. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αντίκτυπος αναμένεται καταστροφικός για τη ρωσική οικονομία, η οποία προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά περίπου 10% φέτος — ακόμη χειρότερα από ό,τι μετά την οικονομική κρίση του 1998. Το ρούβλι έχει βυθιστεί έναντι άλλων νομισμάτων και ο αυξανόμενος πληθωρισμός έχει επιβαρύνει πολύ την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Οι επενδύσεις αναμένεται να βυθιστούν εν μέσω τεράστιων εκροών κεφαλαίων και μειωμένης εμπιστοσύνης.
Η ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας επιβαρύνεται σε σημαντικό βαθμό από τη μείωση των εξαγωγών πετρελαίου, που προκαλείται από ορισμένους εμπόρους που αποφεύγουν το ρωσικό πετρέλαιο και τη επιβολή απαγορεύσεων στις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας από ορισμένες χώρες. Όπως ανέφερε η Economist Intelligence Unit, η Ρωσία αναμένεται να ζητήσει την υποστήριξη της Κίνας, αλλά αυτό θα αντισταθμίσει μόνο εν μέρει την αποχώρηση δυτικών εταιρειών και οι εκτιμήσεις υπολογίζουν ότι θα χρειαστούν περίπου τρία χρόνια για να ανακάμψει το ΑΕΠ της Ρωσίας στα προπολεμικά επίπεδα.
Οι επιπτώσεις στην οικονομία της Ρωσίας δε μπορούν να συγκριθούν με τον καταστροφικό αντίκτυπο στην ουκρανική οικονομία, η οποία προβλέπεται να σημειώσει ύφεση 46,5% φέτος, εν μέσω ανθρώπινων απωλειών, καταστροφής υποδομών και δυσοίωνων προοπτικών για την ανοικοδόμηση της χώρας. Οι τωρινές εκτιμήσεις προβλέπουν ότι το ΑΕΠ της Ουκρανίας θα ανακάμψει στα προπολεμικά επίπεδα όχι νωρίτερα από το τέλος της δεκαετίας του 2030.
Μαρία Μπερτζελέτου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr