Πρόκειται για το κορυφαίο έργο του Master Plan της Cosco για το λιμάνι του Πειραιά, ύψους, 103 εκατ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι στα μέσα Δεκεμβρίου του 2020, οι πολίτες του Πειραιά είχαν κερδίσει την πρώτη «δικαστική μάχη», με αποτέλεσμα να «παγώσουν» τα έργα επιχωματώσεων δίπλα στο Ταφικό Μνημείο του Θεμιστοκλή. Η συζήτηση της υπόθεσης ήταν προγραμματισμένη για τις 14 Ιανουαρίου, αλλά πήρε αναβολή για σήμερα.
Το συμβάν και οι όροι του δικαστηρίου
Η αντιπαράθεση αφορά την πτώση των επιχωματώσεων, αλλά και ενός εκ των δύο «κεσόν» - κυψελωτά κιβώτια, μεγάλοι τσιμεντένιοι όγκοι - που είχαν ποντιστεί στην περιοχή του έργου, εντός της θάλασσας. Μάλιστα, στην πρώτη απόφαση του Πρωτοδικείου γινόταν λόγος για «άγνωστα εγκιβωτισμένα στο κεσόν υλικά» που «έχουν διαρρεύσει πλήρως στη θάλασσα, αλλά και στο χώρο του ‘Ταφικού Μνημείου του Θεμιστοκλή’, με αποτέλεσμα να τροποποιηθεί η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για το συνολικό έργο του λιμένος Πειραιά».
Το δικαστήριο έθεσε μία σειρά προϋποθέσεων για την επανεκκίνηση των έργων, ανάμεσα στις οποίες έκδοση απόφασης του υπουργείου Πολιτισμού για τη διαφύλαξη και τον καθαρισμό του μνημείου, απόφαση του ΚΑΣ για την απομάκρυνση τουλάχιστον κατά 100 μέτρα από το μνημείο του τμήματος της επέκτασης του προβλήτα κρουαζιέρας, ένα «συνεχές στοιχείο ενοποίησης, προστασίας και επίσκεψης του Κονώνειου Τοίχους που έχει αποκαλυφθεί στο νότια πλευρά της λιμενικής ζώνης, συνολικού μήκους περίπου 450 μέτρων», ενδελεχή υποθαλάσσιο έλεγχο. «Σε περίπτωση εντοπισμού αρχαιοτήτων κατά την εκτέλεση των έργων στον χώρο της υπάρχουσας χερσαίας λιμενικής ζώνης οι εργασίες θα διακοπούν και θα ακολουθήσει σωστική ανασκαφική έρευνα» τονίστηκε.
Τι λένε οι δύο πλευρές
Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές διαφωνούν για την ημερομηνία του επίμαχου συμβάντος. Με βάση τους κατοίκους, έλαβε χώρα στις 10 Δεκεμβρίου, ενώ η Cosco το προσδιορίζει χρονικά στις 28 Νοεμβρίου.
Οι κάτοικοι κάνουν λόγο για «υποβάθμιση του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος» και καταγγέλλουν ότι περισσότεροι από 30.000 τόνοι μπάζων παρασύρθηκαν από τα κύματα, ρυπαίνοντας τη θάλασσα και απειλώντας το ταφικό μνημείο. Σύμφωνα, μάλιστα, με όσα αναφέρουν το «κεσόν» δεν έχει ακόμη ανελκυστεί από τη θάλασσα, ενώ προσθέτουν ότι περιέχει τοξική σκωρία, στην οποία περικλείονται τοξικά βαρέα μέταλλα και κατατάσσεται στις επικίνδυνες ουσίες με βάση τις Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Πρόκειται για δείγμα κακοτεχνίας και προφανούς έλλειψης των απαραίτητων μελετών» υπογραμμίζουν.
Στην καταγγελία τους, οι πολίτες ισχυρίζονται ότι η Cosco προσπάθησε να «συγκαλύψει την οικολογική καταστροφή στη θαλάσσια περιοχή της Πειραϊκής και να αποτρέψει την περαιτέρω διερεύνηση των κακοτεχνιών που αφορούν το διαρραγέν κεσόν, προχωρώντας στο σπάσιμο του βυθισμένου μέρους». Οι πληροφορίες αναφέρουν πως το Λιμεναρχείο Πειραιά διενεργεί προανάκριση για το συμβάν, κατόπιν σχετικής μηνυτήριας αναφοράς.
Από την άλλη, η κινεζική εταιρεία υποστηρίζει ότι η όλη διαδικασία έγινε σύμφωνα με τους περιβαλλοντικούς όρους, τονίζοντας ότι ενώ ήταν σε εξέλιξη ο ερματισμός του «κεσόν», η πλήρωσή του, δηλαδή, με νερό, μέρος αυτού έσπασε, αποδίδοντάς το σε «αστοχία υλικού». Επομένως, με βάση τη διοίκηση του ΟΛΠ, οι κυψέλες του «κεσόν» ήταν γεμάτες με θαλασσινό νερό και δεν περιείχε κανένα αδρανές ή μη υλικό που να επιβάρυνε το θαλάσσιο χώρο.
Παράλληλα, η πλευρά του ΟΛΠ σημειώνει ότι οι περιβαλλοντικοί όροι που διέπουν το έργο του προβλήτα κρουαζιέρας δεν έχουν αλλάξει, ακόμη και μετά τη νέα απόφαση Ανανέωσης - Τροποποίησης του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (11/12) για το συνολικό επενδυτικό πλάνο στο λιμάνι. Τέλος, αναφέρεται πως η μη ολοκλήρωση του έργου θα επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις, αφού από τη μία πλευρά δε θα υλοποιηθεί η μεταβίβαση του υπόλοιπου 16% του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΛΠ, το οποίο κατέχει το ΤΑΙΠΕΔ και από την άλλη θα κληθεί να καταβάλει υπέρογκες αποζημιώσεις στην κατασκευάστρια εταιρεία ΤΕΚΑΛ.
Η απάντηση Μενδώνη και ο αντίλογος
Για το θέμα είχε απαντήσει στη Βουλή και η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη. Όπως είχε αναφέρει: «Όλες οι εργασίες για την εκτέλεση του έργου της ΟΛΠ Α.Ε., τόσο στη θαλάσσια περιοχή, όσο και στον αιγιαλό, πραγματοποιούνται υπό την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς, σύμφωνα με τις εγκρίσεις που έχουν δοθεί από το υπουργείο Πολιτισμού. Επισημαίνω ότι η αρμόδια Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, η οποία επιβλέπει τις εργασίες στο βυθό, δε διαπίστωσε φθορά ή καταστροφή στο ονομαζόμενο Ταφικό Μνημείο του Θεμιστοκλή».
Στον αντίποδα, το Παρατηρητήριο Πειραϊκής ήγειρε ορισμένα ερωτήματα για την απάντηση της κας Μενδώνη, ισχυριζόμενο ότι «οι εργασίες της ΟΛΠ ΑΕ εκτελούνταν χωρίς αρχαιολογική επίβλεψη. Αυτό αποδεικνύεται από την σκανδαλώδη έναρξη των χερσαίων επιχωματώσεων στις 6 Νοεμβρίου 2020 σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων από το μνημείο του Θεμιστοκλή, χωρίς προστατευτικό πλέγμα γύρω από το μνημείο, το οποίο πλέγμα τοποθετήθηκε κατόπιν καταγγελιών του Παρατηρητηρίου Πειραϊκής και της αυτοψίας του τμήματος Περιβάλλοντος της Περιφέρειας Αττικής, 20 ημέρες μετά την έναρξη των εργασιών».
Οι υπόλοιπες εκκρεμότητες
Σημειώνεται, τέλος, ότι για το έργο του προβλήτα κρουαζιέρας εκκρεμεί και η εκδίκαση από το Συμβούλιο της Επικρατείας της αίτησης ακύρωσης που έχει καταθέσει το Εργατικό Κέντρο Πειραιά.
Στο έργο είχε αντιδράσει και η δημοτική αρχή, διαμαρτυρόμενη για τα φορτηγά, τα οποία θα μετέφεραν τα υλικά κατασκευής, επιβαρύνοντας, όπως είχε επισημανθεί, το οδικό δίκτυο της πόλης. Ιδιαίτερα αιχημηρή ήταν, μάλιστα, τότε η τοποθέτηση του Ευάγγελου Μαρινάκη. «Εαν οι Κινέζοι θέλουν να κάνουν το έργο, να νοικιάσουν πλοία, να μεταφέρουν τα υλικά μέσω θαλάσσης και να κτίσουν σύμφωνα με τους κανονισμούς τις προβλήτες» είχε σημειώσει χαρακτηριστικά.
Γιώργος Γεωργίου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr