Την ίδια ώρα, ωστόσο, ΗΠΑ και Κίνα «κονταροχτυπιούνται» στο διεθνές πεδίο, «εκτοξεύοντας» κυρώσεις και επιφέροντας καίρια πλήγματα εκατέρωθεν. Μπορεί, λοιπόν, η Ελλάδα να αποτελέσει ένα ακόμη πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα στις δύο χώρες, στο φόντο των κινήσεων που πραγματοποιούν στη ναυτιλιακή «σκακιέρα»;
Το Reporter ζήτησε από τον κ. Γιώργο Βαγγέλα, Αναπληρωτή Καθηγητή στο Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου να απαντήσει σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα. Ο ίδιος κάνει μία μικρή αναδρομή στο παρελθόν, συνδέει τα γεγονότα με το παρόν και σκιαγραφεί το σινοαμερικανικό στρατηγικό σχεδιασμό.
Γιώργος Βαγγέλας
Το ενδιαφέρον της Κίνας και η Cosco
«Η ανάμειξη της Κίνας στο γίγνεσθαι των μεταφορικών υποδομών της Ελλάδας έχει την απαρχή της το 2006, όταν ο τότε πρωθυπουργός σε επίσημο ταξίδι του στη χώρα, είχε συνομιλίες με στόχο την καθιέρωση του λιμένα Πειραιά σε διαμετακομιστικό κόμβο για τα κινεζικά προϊόντα. Το ενδιαφέρον βέβαια προϋπήρχε από τις αρχές της δεκαετίας, όταν και άρχισε να αυξάνεται ο όγκος του εμπορίου στις γραμμές Άπω Ανατολής-Ευρώπης» επισημαίνει αρχικά ο κ. Βαγγέλας και στη συνέχεια αναφέρεται στην κίνηση της Cosco:
«Το 2008 η COSCO αποκτά μέσω διαγωνισμού τη διαχείριση του Προβλήτα ΙΙ και μέσω των λεγόμενων φιλικών διακανονισμών που ακολούθησαν, προχωρά στην κατασκευή και διαχείριση του Προβλήτα ΙΙΙ. Με την παραχώρηση του 2008, η κινεζική παρουσία στην Ελλάδα απέκτησε στρατηγικό χαρακτήρα, ο οποίος ενισχύθηκε περαιτέρω με την υιοθέτηση το 2013 από την Κίνα της στρατηγικής του νέου θαλάσσιου και χερσαίου δρόμου του μεταξιού (Belt Road Initiative – BRI). To 2016, έπειτα από διεθνή διαγωνισμό, η πλειοψηφία των μετοχών της ΟΛΠ Α.Ε. πέρασε σε κινεζικά χέρια, ιδιωτικοποιώντας επί της ουσίας μία κρίσιμη υποδομή της χώρας».
Έτσι, συνεχίζει ο κ. Βαγγέλας, «οι κινεζικές επενδύσεις στον τομέα των μεταφορών επικεντρώθηκαν στην ανάπτυξη του λιμένα του Πειραιά. Στο πλαίσιο της καθετοποίησης των δραστηριοτήτων τους, οι Κινέζοι προχώρησαν στη σύσταση σιδηροδρομικής εταιρείας (για την εξυπηρέτηση των εμπορευματικών μεταφορών από τον Πειραιά προς και από την κεντρική Ευρώπη), ενώ έδειξαν έντονο ενδιαφέρον και για την εμπλοκή τους στην ανάπτυξη του εμπορευματικού κέντρου στο Θριάσιο, χωρίς όμως, να προχωρήσουν σε συγκεκριμένη επένδυση».
Οι ευρωπαϊκές ανησυχίες
«Η επέλαση των κινεζικών κεφαλαίων στην ευρωπαϊκή ήπειρο και η ανησυχία να περάσουν κρίσιμες υποδομές του τομέα των μεταφορών, της ενέργειας κ.α. σε κινεζικές εταιρείες άνοιξαν μία συζήτηση στην Ευρώπη, την ίδια χρονιά με την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ, για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται οι κινεζικές επενδύσεις» σημειώνει ο καθηγητής. Μάλιστα, συμπληρώνει ότι «η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνώρισε την ανάγκη να ανταποκριθεί στη στρατηγική των κατευθυνόμενων από το κινεζικό κράτος επενδύσεων. Σε αυτό συνέβαλε και η ανάληψη ορισμένων πρωτοβουλιών από τους ισχυρούς της Ε.Ε. όπως η Γερμανία και η Γαλλία, οι οποίες δεν ενέκριναν ορισμένες εξαγορές εταιρειών από κινεζικά κεφάλαια».
Σε πρόσφατη έκθεσή του, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, όμως, αναγνωρίζει ότι παρά τις κατευθύνσεις της Ε.Ε. (π.χ. διενέργεια διεθνών διαγωνισμών), «αρκετά κράτη μέλη συνεργάζονται συχνά σε διμερές επίπεδο με την Κίνα, ανάλογα με τα δικά τους εθνικά συμφέροντα, χωρίς πάντοτε να ενημερώνουν ή να επιδιώκουν το συντονισμό με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
Η εμφάνιση των ΗΠΑ
«Την ίδια περίοδο που η Κίνα επένδυε στο λιμάνι του Πειραιά και επιζητούσε τη συμμετοχή και σε άλλες μεταφορικές υποδομές της Ελλάδας, το ενδιαφέρον αμερικανικών εταιρειών για συμμετοχή στις εγχώριες ναυτιλιακές υποδομές ήταν περιορισμένο» τονίζει ο κ. Βαγγέλας.
«Επί της ουσίας, η πρώτη αμερικανική επένδυση σε ναυτιλιακές υποδομές στην Ελλάδα ήταν η αγορά των Ναυπηγείων Σύρου από την ΟΝΕX το 2018. Στη συνέχεια, το ενδιαφέρον αμερικανικών κεφαλαίων προσέλκυσαν τα υπό ιδιωτικοποίηση δέκα περιφερειακά λιμάνια που ανήκουν στο ΤΑΙΠΕΔ. Η ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της διαδικασίας αξιοποίησης για την πρώτη ομάδα λιμένων (Αλεξανδρούπολη, Καβάλα και Ηγουμενίτσα) ανέδειξε έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον από αμερικανικά σχήματα.
Παράλληλα με την εκδήλωση ενδιαφέροντος για τα περιφερειακά λιμάνια, αμερικανικά κεφάλαια συνέχισαν τις επενδύσεις στη ναυπηγική βιομηχανία της χώρας, με τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας να περνούν στον έλεγχο της ONEX. Αντίστοιχο ενδιαφέρον εκδηλώθηκε και για τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, αν και ο τελευταίος διαγωνισμός κηρύχθηκε άγονος» θυμίζει ο καθηγητής.
Το συμπέρασμα
Με βάση τα παραπάνω και λαμβάνοντας υπόψη τη χρονολογική σειρά των εξελίξεων, ο κ. Βαγγέλας συμπεραίνει πως «οι ελληνικές ναυτιλιακές υποδομές δεν αποτελούν ένα πρόσθετο πεδίο αντιπαράθεσης ΗΠΑ-Κίνας στο ευρύτερο πλαίσιο της εμπορικής διαμάχης».
Αυτό διότι, από τη μία, «η Κίνα επενδύει σε στρατηγικές μεταφορικές υποδομές (κεντρικούς λιμένες, σιδηρόδρομος) στο πλαίσιο ενός ευρύτερου εμπορικού στρατηγικού σχεδιασμού για τις εξαγωγές κινεζικών προϊόντων. Μία στόχευση που επιβεβαιώνεται και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, όπου κινεζικές εταιρείες έχουν πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις (π.χ. Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία)».
Από την άλλη, «οι επενδύσεις των αμερικανικών κεφαλαίων επικεντρώνονται συνήθως σε δραστηριότητες που σχετίζονται με ευρύτερους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς. Αναμφισβήτητα, όμως, δρουν κι ως αντίβαρο στις επενδύσεις κεφαλαίων που συνδέονται με χώρες, όπως η Κίνα και η Ρωσία, αλλά δεν γίνονται αποκλειστικά και μόνο για αυτό το λόγο.
Η επένδυση στη ναυπηγική βιομηχανία μπορεί να συνδεθεί με την συντήρηση πλοίων του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, αλλά και πλοίων υποστήριξης θαλάσσιων γεωτρήσεων. Το ενδιαφέρον για επενδύσεις σε λιμένες συνδέεται με τη δυνατότητα ελέγχου ενός λιμένα που θα μπορούσε να καταστεί πύλη στα Βαλκάνια (π.χ. Καβάλα, Αλεξανδρούπολη) για την προώθηση των αμερικανικών σχεδιασμών στην περιοχή, έπειτα και από την ιδιωτικοποίηση της ΟΛΘ Α.Ε. σε κοινοπρακτικό σχήμα και τις σχετικές δηλώσεις-προβληματισμούς που έχουν γίνει κατά καιρούς από Αμερικανούς αξιωματούχους. Επιπρόσθετα, το ενδιαφέρον για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης μπορεί να συνδεθεί με τους ευρύτερους ενεργειακούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ στην περιοχή μας, όπως για παράδειγμα, η εξυπηρέτηση των εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου με στόχο (μεταξύ άλλων) την περαιτέρω απεξάρτηση χωρών της περιοχής από το ρωσικό φυσικό αέριο με την χρήση των αγωγών TAP και IGB» αναλύει ο κ. Βαγγέλας και καταλήγει:
«Εν κατακλείδι, ΗΠΑ και Κίνα παίζουν μεν στην ίδια σκακιέρα (Ελλάδα) για να καταλάβουν μία θέση παίκτη, αλλά με διαφορετική στρατηγική (τουλάχιστον μέχρι τώρα)».
Γιώργος Γεωργίου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr