Οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν για χρόνια υπάρξει τα θύματα αυτής της επιφανειακής και μυωπικής κάλυψης ειδήσεων. Τα στερεότυπα γύρω απο αυτούς είναι πολύ ισχυρά, αφού έχουν καλλιεργηθεί επί σειρά ετών μέσα από την ανακριβή απεικόνισή τους στα μέσα, στις ταινίες αλλά και στις τηλεοπτικές σειρές. Η αδυναμία να εξηγηθεί η παγκόσμιας κλάσης επιτυχία των Ελλήνων εφοπλιστών σε συνδυασμό με την προθυμία να βρεθούν ικανοποιητικές δικαιολογίες για τις δικές τους αποτυχίες μαζί και με μία δόση ζήλιας συνιστούν την τέλεια συνταγή για όσους θέλουν να τους μετοχοποιήσουν και να τους αμαυρώσουν με γενικές ψευδείς κατηγορίες, όπως αυτή της ‘φοροαποφυγής’.
Η ευαισθησία της ναυτιλίας στην επιφανειακή κάλυψη ειδήσεων έχει καταστρατηγηθεί πολλάκις από τους Έλληνες πολιτικούς. Ωστόσο, η ιστορία έχει δείξει πως μόλις οι πολιτικοί ανέλθουν στην εξουσία και τους δοθεί η ευκαιρία να μελετήσουν τα πραγματικά γεγονότα, τότε συνειδητοποιούν τα πραγματικά οφέλη της ναυτιλίας στην Ελληνική οικονομία και σταματούν την αβάσιμη κριτική τους. Παρ’όλα αυτά η φήμη της Ελληνικής ναυτιλίας έχει ήδη πληγεί από τις προηγούμενες τους δηλώσεις.
Αυτή η δοκιμασμένη μέθοδος χρησιμοποιήθηκε πρόσφατα και από τον κ. Σόϊμπλε, τον Γερμανό Υπουργό Οικονομικών και αναμφισβήτητα ένα από τα πιο ισχυρά πρόσωπα στην Ευρώπη, προκειμένου να προβεί σε πολιτική δήλωση σχετικά με την φαινομενική αποτυχία της Ελληνικής κυβέρνησης να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της.
Πιθανώς ο κύριος Σόϊμπλε να μην είχε την άμεση πρόθεση να στοχοποιήσει τους Έλληνες εφοπλιστές, αλλά οι μέθοδοί του δεν διαφέρουν από εκείνες των άλλων πολιτικών που έχουν επανειλημμένα χρησιμοποιήσει την Ελληνική ναυτιλία και τους δημοφιλείς τίτλους που αυτή φτιάχνει, ώστε να εκφέρουν μία γνώμη χωρίς όμως να σκεφτούν το πραγματικό αντίκτυπο τέτοιων δηλώσεων. Ωστόσο, τέτοιου είδους σχόλια, ανεξαρτήτως του πόσο χρήσιμα μπορεί να φανούν βραχυπρόθεσμα σε αυτόν που τα κάνει, μακροπρόθεσμα αποδεικνύονται ιδιαιτέρως επιβλαβή για την ναυτιλία, τόσο την Ελληνική όσο και την Ευρωπαϊκή, ειδικότερα αν σκεφτεί κανείς πως η Ελληνική αποτελεί σχεδόν το 50% του Ευρωπαϊκού στόλου.
Όμως ποιά είναι τα πραγματικά γεγονότα; Τί είναι μύθος και τι αλήθεια; Τί μπορεί να συμβεί από εδώ και στο εξής;
Ναυτιλιακά Έσοδα
Όπως και σε άλλες χώρες με μεγάλο ναυτιλιακό κλάδο, τα πλοία που διαχειρίζονται στην Ελλάδα φορολογούνται σύμφωνα με το καθεστώς του «φόρου χωρητικότητας», κατά το οποίο ο φόρος εισοδήματος των πλοιοκτητριών εταιρειών υπολογίζεται με βάση το μέγεθος και την ηλικία του πλοίου και όχι με βάση τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας. Μάλιστα, ο εν λόγω φόρος εισπράττεται από το κράτος ανεξάρτητα από το αν η εταιρεία πραγματοποιεί κέρδος ή ζημία κατά τη διάρκεια του έτους. Σε σύγκριση με τα καθεστώτα φόρου χωρητικότητας άλλων χωρών, το Ελληνικό καθεστώς θεωρείται ένα από τα πιο επαχθή στον κόσμο και είναι μοναδικό δεδομένου ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που επιβάλλει αυτόν τον φόρο σε όλα τα πλοία που βρίσκονται υπό διαχείριση στην Ελλάδα ανεξαρτήτως από τη σημαία νηολόγησής τους.
Επιπλέον, οι Έλληνες πλοιοκτήτες συμφώνησαν εθελοντικά να προβούν σε διπλασιασμό του παραπάνω φόρου, προκειμένου να συμβάλλουν περισσότερο στην ενίσχυση των κρατικών εσόδων. Αυτό είναι ένα γεγονός που έχει καταστήσει την δραστηριότητα διαχείρισης πλοίων στην Ελλάδα εξαιρετικά μη ανταγωνιστική και μη ελκυστική σε σύγκριση με άλλα ναυτιλιακά κέντρα. Μάλιστα, πολλοί αλλοδαποί πλοιοκτήτες δεν διακρίνουν κανένα πραγματικό όφελος που να μπορεί να αντισταθμίσει την καταβολή πρόσθετης φορολογίας και ως εκ τούτου έχουν μεταφέρει τα πλοία τους σε άλλες πιο ανταγωνιστικές χώρες, κυρίως εκτός της Ε.Ε.
Έσοδα Διαχείρισης
Τα έσοδα που προέρχονται από υπηρεσίες διαχείρισης πλοίων δεν φορολογούνται καθώς θεωρείται ότι προέρχονται και πηγάζουν στο εξωτερικό. Αυτό το προνόμιο χορηγείται και από πολλές άλλες χώρες στις εταιρείες διαχείρισης πλοίων ως κίνητρο για να τις προσελκύσουν και να εξασφαλίσουν τα οφέλη που θα προέλθουν από τη δημιουργία θέσεων εργασίας, οι οποίες δεν είναι μόνο αυτές που δημιουργεί η εταιρεία διαχείρισης από μόνη της, αλλά και όλες οι δευτερεύουσες υπηρεσίες που απαιτούνται και παρέχονται σε αυτές από μια ευρεία γκάμα χερσαίων εταιρειών οι οποίες με τη σειρά τους φορολογούνται κανονικά με βάση τα κέρδη που πραγματοποιούν. Δικηγόροι, τραπεζίτες, λογιστές, ασφαλιστές, ταξιδιωτικοί πράκτορες και άλλοι πάροχοι υπηρεσιών αντλούν το εισόδημά τους λόγω της υπάρξης τέτοιων εταιρειών διαχείρισης και συνεπώς βοηθούν σημαντικά στην δημιουργία των πολύ αναγκαίων φορολογικών εσόδων πέραν των πολύτιμων θέσεων εργασίας που παρέχουν οι ίδιοι.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ελληνικών εταιρειών διαχείρισης λειτουργούν με μηδενικό κέρδος, καθώς είναι βοηθητικές ως προς τη λειτουργία του στόλου και πολύ σπάνια αντιμετωπίζονται ως κέντρο εσόδων από τους ιδιοκτήτες τους. Επομένως, τυχόν υπαγωγή τους στο γενικό φορολογικό καθεστώς δεν θα επέφερε κανένα σημαντικό επιπρόσθετο φορολογικό εισόδημα στο Ελληνικό Δημόσιο και θα τις καθιστούσε πλήρως μη ανταγωνιστικές σε σχέση με αυτές άλλων χωρών. Είναι βέβαιο πως το Ελληνικό Δημόσιο θα χάσει συνολικά πολύ περισσότερα φορολογικά έσοδα καθώς και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης από τα πολύ μειωμένα φορολογητέα κέρδη των «παραναυτιλιακών» παρόχων υπηρεσιών σε σύγκριση με τα φορολογικά έσοδα που μπορεί να προκύψουν από τη φορολόγηση εταιρειών διαχείρισης.
Φορολογία φυσικών προσώπων
Η φορολογία σε επίπεδο φυσικών προσώπων συνιστά το βασικό αγκάθι στις συζητήσεις και είναι ο λόγος που οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν ότι η ναυτιλία είναι «αφορολόγητη». Θα χρειαστούν πολλές σελίδες ανάλυσης για να εξηγήσει κανείς το ιστορικό και οικονομικό υπόβαθρο αυτής της πολιτικής, κάτι που είναι πέρα από το σκοπό του παρόντος άρθρου, αλλά σε γενικές γραμμές αυτό που συμβαίνει είναι πως στην Ελλάδα όλα τα εισοδήματα που προέρχονται από την εν Ελλάδι νόμιμη εκμετάλλευση πλοίου και για τα οποία έχει καταβληθεί ο αναλογών φόρος χωρητικότητας, είναι αφορολόγητα σε επίπεδο φυσικού προσώπου γιατί θεωρείται πως η φορολογική υποχρέωση έχει εξαντληθεί πλήρως σε εταιρικό επίπεδο και συνεπώς δεν επιβάλλεται επιπρόσθετος φόρος στους δικαιούχους τους.
Μέχρι το 2008, τα μερίσματα σε όλους τους τομείς της οικονομίας φορολογούνταν με συντελεστή 0% σε επίπεδο φυσικού προσώπου, ανεξάρτητα από τον κλάδο από τον οποίο προέκυπταν, δεδομένου ότι θεωρούνταν ότι διανέμονταν από κερδη ήδη φορολογημένα σε επίπεδο νομικού προσώπου. Το όλο ζήτημα που μερικοί αποκαλούν "προνομιακή μεταχείριση" προέκυψε μόνον μετά την αλλαγή την φορολογικής νομοθεσίας προκειμένου να επιβληθούν πρόσθετοι φόροι επί των εταιρικών μερισμάτων και τότε ήταν που χρειάστηκε να ενεργοποιηθούν οι διατάξεις του νόμου 27 και του Συντάγματος ώστε να απαλλαχτούν τα μερίσματα προερχόμενα από πλοιοκτήτριες ναυτιλιακές εταιρείες που διαχειρίζονται στην Ελλάδα.
Δεδομένης της ύφεσης καθώς και του γεγονότος ότι η μεγαλύτερη πλειοψηφία των Ελληνικών επιχειρήσεων δεν πραγματοποιούν, πόσο μάλλον δεν διανέμουν κέρδη, είναι αμφίβολο αν το Ελληνικό κράτος εισπράττει τον αναμενόμενο φόρο μερισμάτων από τις χερσαίες βιομηχανίες στο βαθμό που να υπερτερεί της ζημιάς που πραγματοποιείται στη φήμη και αναπόφευκτα στον πυρήνα της πιο επιτυχημένης βιομηχανίας της χώρας. Συνεπώς, το Ελληνικό κράτος πρέπει να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο να καταργήσει εντελώς τον φόρο μερισμάτων και να αποκαταστήσει το προ 2008 status quo.
Οφείλουμε όμως να διευκρινίσουμε πως η ως άνω φορολογική εξαίρεση χορηγείται σε αυτήν την πολύ συγκεκριμένη κατηγορία εισοδήματος και όχι στο φυσικό πρόσωπο, καθώς πολύς κόσμος ερμηνεύει εσφαλμένα τη φράση "Οι πλοιοκτήτες δεν πληρώνουν φόρο!". Πράγματι, οι πλοιοκτήτες όπως όλοι οι Έλληνες φορολογούμενοι υπόκεινται σε φόρο για το παγκόσμιο μη-απαλλασσόμενο εισόδημά τους, όπως περιγράφεται παραπάνω. Επιπλέον, το εισόδημα από μερίσματα που πηγάζουν από τη ναυτιλία δεν εξαιρούνται από τον «ειδική εισφορά αλληλεγγύης» η οποία μπορεί να αγγίξει το 10%.
Η Ελληνική Ναυτιλία είναι ξεχωριστή και φορολογείται με έναν ειδικό τρόπο που όχι μόνον λαμβάνει υπόψιν τα μοναδικά χαρακτηριστικά της βιομηχανίας αλλά ευθυγραμμίζεται και με τα ναυτιλιακά καθεστώτα στον υπόλοιπο κόσμο.
Είναι απλώς αναληθές και άδικο να ισχυριζόμαστε ότι οι Έλληνες πλοιοκτήτες δεν πληρώνουν φόρους, ειδικά εφόσον η ναυτιλία αποτελεί την μόνη ομάδα συμφερόντων στην Ελλάδα που οικειοθελώς παραιτήθηκε από τα δικαιώματά της κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης προκειμένου να συμβάλλει στα κρατικά φορολογικά έσοδα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με άλλες ομάδες, οι οποίες κατά τη διάρκεια της κρίσης έχουν προσπαθήσει να προστατεύσουν τα προνόμιά τους σε βάρος της υπόλοιπης Ελληνικής κοινωνίας. Η φορολόγηση της ναυτιλίας στην Ελλάδα είναι πολύ βαρύτερη από ό, τι σε οποιαδήποτε άλλη ανταγωνιστική χώρα και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ξένες εταιρείες και πλοιοκτήτες δεν βρίσκουν την Ελλάδα αρκετά ελκυστική ώστε να μεταφερθούν εδώ, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα συγκεντρώνει τον μεγαλύτερο αριθμό πλοιοκτητών στον κόσμο.
Η ναυτιλία είναι μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της Ελλάδας και συμβάλλει σε πολύ μεγάλο βαθμό στο ΑΕΠ της χώρας, όχι μόνο μέσω της εισαγωγής συναλλάγματος και εισοδημάτων από τη ναυτιλία, αλλά και έμμεσα, δεδομένου ότι γύρω από αυτήν περιστρέφονται μεγάλος αριθμός χερσαίων βιομηχανιών και υπηρεσιών.
Η ναυτιλία είναι επίσης μια από τις κυριότερες πηγές επενδύσεων της Ελλάδας, καθώς οι πλοιοκτήτες επενδύουν σημαντικά σε χερσαίες επιχειρήσεις όπως ξενοδοχεία και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χρησιμοποιώντας τους πόρους που πηγάζουν από τη ναυτιλία.
Ακόμη, η Eλληνική ναυτιλία συμβάλλει σημαντικά στην κοινωνία μέσω σπουδαίων φιλανθρωπικών εργασιών, είτε ως Ένωση είτε σε ατομική βάση. Δεδομένου ότι στη ναυτιλιακή κοινότητα γενικά δεν αρέσει η δημοσιότητα, τα περισσότερα από αυτά τα έργα δεν αναγνωρίζονται και συνεπώς είναι αδύνατο να ποσοτικοποιηθούν. Εάν προσπαθούσαμε να συγκεντρώσουμε τα ποσά που δόθηκαν σε φιλανθρωπικές δράσεις και να τα συγκρίνουμε με τα φορολογητέα εισοδήματα, θα φτάναμε σε ένα συγκλονιστικό ποσό που θα ήταν πολύ μεγαλύτερο από οτιδήποτε άλλο κάποιος άλλος τομέας συνεισφέρει στα φορολογικά ταμεία.
Επομένως, είναι εντελώς λάθος, μυωπικό και πολιτικά προκατειλημμένο να προσπαθήσουμε να μετρήσουμε την συνεισφορά της ναυτιλίας μετρώντας μόνο τα φορολογικά έσοδα. Η μεγιστοποίηση των φορολογικών εσόδων δεν πρέπει να συνιστά το ιερό δισκοπότηρο της πολιτικής ούτε και αυτοσκοπό. Ο απώτερος στόχος της πολιτικής θα πρέπει πάντα να είναι η ευημερία της κοινωνίας και δεδομένου ότι στην Ελλάδα, η ναυτιλία έπαιζε πάντα πολύ σημαντικό ρόλο στην επίτευξη αυτού του στόχου και πρέπει όλοι να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπους για να διατηρήσουμε αλλά και να αυξήσουμε τη σημασία της, καθώς οι δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης είναι τεράστιες.
Οι φίλοι και οι σύμμαχοί μας γνωρίζουν πλήρως πως από την αρχαιότητα, ο έλεγχος των θαλασσίων οδών του εμπορίου τόσο εμπορικά όσο και στρατιωτικά, είναι αυτό που προσδίσει δύναμη στα έθνη. Οι Φοίνικες, οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι, οι Ισπανοί, οι Άγγλοι, υπήρξαν τόσο επιτυχημένοι επειδή ακολούθησαν αυτή τη στρατηγική. Ακόμη και σήμερα η δύναμη της "Δύσης" βασίζεται στη θαλάσσια δύναμη. Η ελεγχόμενη από την Ελλάδα ναυτιλία είναι ένα σημαντικό στοιχείο αυτού του συστήματος ισχύος που συμβάλλει τόσο στα συστήματα ασφάλειας όσο και στην ευημερία της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Ως εκ τούτου, τόσο οι Έλληνες όσο και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί όταν καταχράζονται την σαγηνευτική ικανότητα της ναυτιλίας να αποτελεί αντικείμενο ειδήσεων προς όφελός τους, καθώς έτσι πυροβολούν ένα από τα δύο πόδια που τους κρατούν στην εξουσία. Οι υπόλοιποι θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για τα επιτεύγματα της Ελληνικής ναυτιλίας και να αποθαρρύνουμε ενεργά την παραπληροφόρηση, ως θέμα εθνικού συμφέροντος.
*Ο Κώστας Κωνσταντίνου είναι διευθύνων σύμβουλος της Moore Stephens Greece
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr