Το κεφάλαιο "Ναυτιλία και Κλιματική Αλλαγή: Σύγχρονες τάσεις και πολιτικές" εξετάζει και παρουσιάζει συνοπτικά τα τεχνικά, λειτουργικά και αγορακεντρικά μέτρα που έχουν προταθεί από τους εμπλεκόμενους φορείς. Το κεφάλαιο χωρίζεται σε δύο κύρια μέρη. Αρχικά, περιγράφεται συνοπτικά το διεθνές πλαίσιο μείωσης εκπομπών της Ναυτιλίας και οι τρόποι μείωσης εκπομπών και βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας. Στη συνέχεια, η ανάλυση εστιάζεται στους αγορακεντρικούς μηχανισμούς περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Σύμφωνα με τον κ. Δαγούμα, «οι ναυτιλιακές δραστηριότητες πραγματοποιούνται σύμφωνα με τους κανόνες, τα πρότυπα και τις διαδικασίες που προβλέπονται από τις σχετικές Διεθνείς Συμβάσεις υπό την αιγίδα του ΙΜΟ, ο ρόλος του οποίου αναγνωρίστηκε στη Διεθνή Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών περί Κλιματικής Αλλαγής. Και πράγματι, το πλέον ρεαλιστικό και αποτελεσματικό μέσο αντιμετώπισης των ζητημάτων σχετικά με την κλιματική αλλαγή αποτελεί η θέσπιση και εφαρμογή μιας διεθνούς συμφωνίας στο πλαίσιο του ΙΜΟ. Ο Οργανισμός δημοσίευε το 2009 τη δεύτερη του έκθεση για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στις οποίες κατέγραψε τις εκπομπές της ναυτιλίας καθώς και πολιτικές για βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας και τη μείωση των εκπομπών της ναυτιλίας. Στην έκθεση αυτή ποσοτικοποίησε τις αναμενόμενες μειώσεις εκπομπών από την εφαρμογή τεχνικών και λειτουργικών/διαχειριστικών μέτρων, όσον αφορά ναυπήγηση νέων πλοίων αλλά και το σύνολο του στόλου.
Ο ΙΜΟ, βασιζόμενος στα συμπεράσματα της 2ης Έκθεσης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου καθώς και σε μια επικαιροποιημένη αποτίμηση των επιπτώσεων από την εφαρμογή υποχρεωτικών μέτρων ενεργειακής αποδοτικότητας, υιοθέτησε τον Ιούλιο του 2011 μέτρα στη σύμβαση MARPOL, με την προσθήκη του Κεφαλαίου 4 για την ενεργειακή αποδοτικότητα των πλοίων. Πιο συγκεκριμένα κατέστησε υποχρεωτικό τον Δείκτη Σχεδίασης Ενεργειακής Απόδοσης (EEDI), ο οποίος επιβάλλει
στα νέα πλοία ένα ελάχιστο επίπεδο ενεργειακής αποδοτικότητας, καθώς και το Σχέδιο Διαχείρισης της Ενεργειακής Απόδοσης (SEEMP), το οποίο δεν καθορίζει ποσοτικοποιημένους στόχους όπως ο EEDI αλλά αφορά το σύνολο των πλοίων και όχι μόνο τα νέα. Τα μέτρα αυτά ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2013. Η χρήση του EEDI θα δώσει κίνητρα για σχεδιασμό καινοτόμων και ενεργειακά αποδοτικών πλοίων. Η χρήση του SEEMP παρέχει τη δυνατότητα στους πλοιοκτήτες να βελτιστοποιήσουν την ενεργειακή αποδοτικότητα των πλοίων κατά την εκτέλεση του μεταφορικού έργου.
Στο πλαίσιο του ΙΜΟ έχουν προταθεί διάφορα αγορακεντρικά κέντρα χωρίς ωστόσο να έχει προκριθεί ρητώς κάποιο απ’ αυτά. Αυτά που έχουν προσελκύσει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στη ναυτιλιακή και διεθνή κοινότητα είναι ένα Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών και ένα Κεφάλαιο Αποζημίωσης για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τα πλοία το οποίο βασίζεται σε επιβολή φόρου στα ναυτιλιακά καύσιμα. Το Κεφάλαιο Αποζημίωσης αποτελεί προτίμηση και της Ελλάδας, η οποία στηρίζεται σε σχετική αξιολόγηση των προτεινόμενων μέτρων με βάση τα επιπλέον κριτήρια αξιολόγησης. Τα υπόλοιπα κράτη διατηρούν επιφυλάξεις για τους αγορακεντρικούς μηχανισμούς. Ωστόσο, η μείωση εκπομπών στην ναυτιλία αποτελεί πολύ-επίπεδο πρόβλημα, στο οποίο η εφαρμογή αγορακεντρικών μέτρων θα μπορούσε να δράσει συμπληρωματικά με τις τεχνολογικές προσεγγίσεις και διαχειριστικές παρεμβάσεις. Η ευελιξία των αγορακεντρικών μέτρων έγκειται στο γεγονός ότι μπορούν είτε να δώσουν οικονομικό κίνητρο στη ναυτιλία για επενδύσεις σε περισσότερο αποδοτικά πλοία και τεχνολογίες, ή να ωθήσουν σε περισσότερο ενεργειακά αποδοτική λειτουργία των πλοίων ή να δημι-ουργήσουν επενδύσεις σε άλλους τομείς ως αντιστάθμισμα των αυξανόμενων εκπομπών από πλοία (off-setting - εκτός του τομέα της ναυτιλίας). Και όπως, καταδείχθηκε ανωτέρω, τα αγορακεντρικά μέτρα μπορούν να περιορίσουν άμεσα ή έμμεσα τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της ναυτιλίας με οικονομικά αποδοτικό τρόπο.
Η συλλογική μελέτη
Το συλλογικό έργο «Ενέργεια – Ναυτιλία & Θαλάσσιες Μεταφορές» αποτελεί τον Β΄ Διεπιστημονικό Τόμο για την Ενέργεια, καρπό του ερευνητικού κύκλου Δίκαιο & Πολιτική της Ενέργειας 2012-2013 υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet και του LNG Forum στο Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς. Αυτήν την φορά με έμφαση στη σχέση Ενέργειας, Ναυτιλίας και Θαλασσίων Μεταφορών επιστήμονες κύρους αναλύουν επίκαιρα θέματα που αναφύονται κατά τη θαλάσσια μεταφορά υδρογονανθράκων: ζητήματα δικαίου, οικονομίας, πολιτικής καθώς και αμιγώς τεχνικά ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια, την καινοτομία και την αποδοτικότητα της θαλάσσιας μεταφοράς πετρελαιοειδών και υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Η ύλη διαρθρώνεται σε τέσσερις Ενότητες: Στην Ενότητα Ι «Θεσμικές πτυχές της εκμετάλλευσης και θαλάσσιας μεταφοράς Υδρογονανθράκων», εξετάζεται το Διεθνές δίκαιο αναφορικά με τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης (Ε. Μπατσαρά), την αστική ευθύνη από θαλάσσια ρύπανση κατά τη μεταφορά υδρογονανθράκων (Τ. Κοσμίδης & Σ. Χασάπης), καθώς και ζητήματα δικαιοδοσίας εκ της Συνθήκης για τον Χάρτη Ενέργειας (Α. Γουργουρίνης). Επίσης, αναλύεται το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ για τις υπεράκτιες δραστηριότητες εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου (Μ. Κρητικός). Στην Ενότητα ΙΙ «Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο (LNG): Γεωπολιτική και οικονομική διάσταση», αρχικά σκιαγραφείται η γεωπολιτική διάσταση της θαλάσσιας μεταφοράς φυσικού αερίου (Ν. Νικητάκος), προτού η ανάλυση εστιαστεί στο πρόβλημα της ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στον ρόλο της Μεσογείου ως εναλλακτικής πηγής (Μ. Χαροκόπος). Εν συνεχεία, αναλύονται ζητήματα που αφορούν στην αξιακή αλυσίδα καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία της συγκεκριμένης αγοράς με ιδιαίτερη αναφορά στο ρόλο της Ελλάδος (Σ. Μπίκος), καθώς και θέματα σχετικά με την οργάνωση σταθμών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG pilot plants) σε απομακρυσμένες περιοχές (Κ. Καρακίτσου). Η Ενότητα IIΙ «Κλιματική αλλαγή & 'πράσινη' ναυτιλία», εκκινεί με το επίκαιρο ερώτημα κατά πόσο “πράσινη” και κερδοφόρος ναυτιλία είναι συμβατοί ή αντικρουόμενοι στόχοι (Χ. Ψαραύτης). Στη συνέχεια, η ανάλυση αναδεικνύει τις σύγχρονες τάσεις και πολιτικές σχετικά με την κλιματική αλλαγή με έμφαση στη βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας και τους αγορακεντρικούς μηχανισμούς περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (Α. Δαγούμας). Η ενότητα κλείνει με σκέψεις για την ένταξη της ναυτιλίας στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων υπό το φώς του διεθνούς δικαίου (Γ. Παυλίδης). Η Ενότητα IV αναδεικνύει «Οικονομικές και τεχνικές πτυχές της θαλασσίων μεταφορών & ενεργειακή αποδοτικότητα». Αρχικά, εξετάζεται η χρήση φυσικού αερίου ως καυσίμου στην ελληνική επιβατηγό ακτοπλοΐα και συγκρίνεται το ιδιωτικό και κοινωνικό κόστος στην ελληνική ακτοπλοΐα, τα εμπόδια και οι πολιτικές ενίσχυσης του εγχειρήματος (Ε. Τζαννάτος). Στην συνέχεια, η ανάλυση επικεντρώνεται σε δύο επίκαιρα τεχνικά ζητήματα αιχμής που αφορούν, αφενός, τη σχεδίαση δεξαμενοπλοίων αυξημένης αποδοτικότητας και ασφάλειας (Λ. Νικολόπουλος, Α. Παπανικολάου & Γ. Ζαραφωνίτης) και αφετέρου, τις σύγχρονες τεχνολογικές τάσεις για τη μείωση των εκπομπών στη ναυτιλία (Ν. Τζουγανάτος).
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr