Την ίδια ώρα ο τουρισμός συνιστά μια ευκαιρία για το λιανεμπόριο ειδικά μάλιστα αν η χώρα συγκλίνει σε επίπεδο δαπάνης για ψώνια των τουριστών με τις μεγάλες ώριμες αγορές όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιταλία ή ακόμη και η Τουρκία.
«Θεωρούμε ότι η συγκρατημένη αισιοδοξία για το 2020 πρέπει να λειτουργήσει προωθητικά για το ελληνικό εμπόριο το οποίο πρέπει να κρατήσει εκείνα τα στοιχεία από το παρελθόν που λειτουργούν ως συγκριτικά του πλεονεκτήματα, να αντιμετωπίσει με ψυχραιμία τις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος και να σχεδιάσει με προσεκτικό τρόπο την πορεία του για τα επόμενα χρόνια» τόνισε ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας δήλωσε:
Πιο συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της Ετήσιας Έκθεσης για το ελληνικό εμπόριο οι διευθυντές των επιστημονικών Ινστιτούτων των κοινωνικών εταίρων και συγκεκριμένα οι κ.κ. Γιώργος Αργείτης (ΙΝΕ – ΓΣΕΕ), Νίκος Βέττας (ΙΟΒΕ), Χρήστος Γεωργίου (ΣΒΒΕ), Διονύσης Γράβαρης (ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ) και Ηλίας Κικίλιας (ΙΝΣΕΤΕ), αλλά και η κα Βάλια Αρανίτου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης και Διευθύντρια του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ επεσήμαναν βασικά σημεία αιχμής που θα δώσουν το στίγμα για ο εμπόριο τα επόμενα χρόνια.
Ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ ανέδειξε τον παράγοντα της δημογραφικής συρρίκνωσης καθώς με βάση τα σημερινά στοιχεία σε 12 - 15 χρόνια θα έχει μειωθεί κατά 500.000 ο μαθητικός πληθυσμός πράγμα που σημαίνει ότι στη συνέχεια θα καταγραφεί συρρίκνωση του δυναμικού καταναλωτικού κοινού. Σημείωσε, όμως, ότι ο τουρισμός θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός ανάπτυξης. Είτε ως προσφορά πελατών, είτε μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου εφόσον ο τουρίστας μπορεί μετά το ταξίδι του στη χώρα μας να αγοράζει από απόσταση, οπότε αυτό θα πολλαπλασιάσει τις πωλήσεις. Η ψηφιοποίηση, η καθετοποίηση, η διασύνδεση με τον τουρισμό, η διασύνδεση με την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση μπορεί να λειτουργήσουν ως ευκαιρίες είπε, τονίζοντας ότι σε αυτά θα πρέπει να εστιάσει ο κόσμος του εμπορίου.
Από την πλευρά του ο Ηλίας Κικίλιας, γενικός διευθυντής ΙΝΣΕΤΕ υπογράμμισε ότι οι τουρίστες πέρυσι έδωσαν 2,7 δις ευρώ για ψώνια, καθώς δίνουν το 14% περίπου της μέσης τους δαπάνης στα μαγαζιά. «Αν δαπανούσαν ό,τι δαπανούν σε ανταγωνίστριες χώρες θα έπρεπε να έχουμε τριπλάσια έσοδα στο εμπόριο» ανέφερε. Οι διαφορές με τους ανταγωνιστές, σύμφωνα με έρευνα του ΙΝΣΕΤΕ, που επικαλέστηκε ο κ. Κικίλιας, εστιάζονται στην περιορισμένη ποικιλία επιλογών και στη σχέση ποιότητα τιμής οι οποίες στην Ελλάδα κινούνται χαμηλότερα από την Ισπανία την Τουρκία, τη Μάλτα, Κροατία και την Πορτογαλία
Ο Γιώργος Αργείτης, επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας ΙΝΕ ΓΣΕΕ και καθηγητής στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Αθήνας αναφέρθηκε στο μοντέλο ανάπτυξης. Πώς, δηλαδή, θα μπορέσει να απορροφήσει ο κλάδος του εμπορίου τις πιέσεις της ψηφιακής επανάστασης. Όπως είπε οι υπηρεσίες θα δεχτούν τις μεγαλύτερες πιέσεις άρα η προσαρμογή του κλάδου θα κρίνει το μετασχηματισμό όλης της ελληνικής οικονομίας.
Ο Διονύσης Γράβαρης, πανεπιστημιακός καθηγητής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ εστιάστηκε στο ότι η χρηματοδότηση σημαντικού τμήματος του εμπορίου γίνεται, ακόμη, κυρίως από ίδια κεφάλαια ενώ σχετικά με την ψηφιακή δικτύωση είπε ότι γίνεται χρήση ψηφιακών μηχανισμών αλλά δεν υπάρχει μια οργανωμένη πολιτική με χρηματοδοτικά εργαλεία που να καθιστά την κοινωνία ψηφιακά προσαρμοζόμενη στην πορεία προς την 4η βιομηχανική επανάσταση.
Η κα Βάλια Αρανίτου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης και Διευθύντρια του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ, η οποία επιμελήθηκε και παρουσίασε την Ετήσια Έκθεση, σημείωσε σχετικά: «Η Ετήσια Έκθεση αποτυπώνει τις τάσεις του ελληνικού εμπορίου όπου αναδεικνύεται η σημασία του κλάδου στην ελληνική οικονομία. Διαπιστώνεται ότι η οικονομική ύφεση άφησε ισχυρό αποτύπωμα στις εγχώριες επιχειρήσεις και ειδικότερα στο ελληνικό εμπόριο, με τις μικρότερες επιχειρήσεις να επιβαρύνονται περισσότερο και το δυισμό μεταξύ πολύ μικρών και μεγαλύτερων επιχειρήσεων να παγιωνεται. Σε κάθε περίπτωση, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα μπορεί να αποτελέσει τον πολλαπλασιαστή μίας περισσότερο ισόρροπης και βιώσιμης ανάπτυξης».
Σύμφωνα με την Έκθεση:
· Το πρώτο εξάμηνο του 2019, το 51% των επιχειρήσεων πραγματοποίησε τζίρο μικρότερο των 20.000 ευρώ από 48% το αντίστοιχο διάστημα του 2018.
· Το ποσοστό των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου που καταγράφει δανειακές οφειλές προς το τραπεζικό σύστημα είναι μόλις 17% μειωμένο σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2018 ενώ τρεις στις 10 από αυτές δεν εξυπηρετούν τη δανειακή τους οφειλή (31% των επιχειρήσεων που έχουν κάποιο επιχειρηματικό δάνειο).
· Σημαντικότερη πηγή χρηματοδότησης αποτελούν τα ίδια κεφάλαια της επιχείρησης 86,4% τα οποία παρουσιάζουν οριακή αύξηση σε σχέση με το 2018 85,2% ενώ το τελευταίο έτος σημειώθηκε μείωση της χρηματοδότησης από τα προσωπικά κεφάλαια του ιδιοκτήτη από 38,4% σε 33,3%.
· Όπως αναφέρεται το ποσοστό των επιχειρήσεων του λιανικού εμπορίου που καταγράφει οφειλές προς τα τραπεζικά ιδρύματα είναι μόλις 17% μειωμένο συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του 2018 που ήταν 19%.
· Αναφορικά με τις ΑΕ και τις ΕΠΕ, καταγράφηκε αύξηση, για τρίτο συνεχόμενο έτος, κατά 13,1% των πωλήσεών τους αλλά και αύξηση των συνολικών καθαρών κερδών κατά 7,5%.
· Από την άλλη, αναφορικά με τις μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις, σημαντικό στοιχείο αποτελεί η διαπίστωση πως το 25% των εμπορικών επιχειρήσεων ξεκίνησε τη λειτουργία τους κατά την τελευταία δεκαετία. Την ίδια στιγμή, το 47% των επιχειρήσεων εμφανίζει μείωση του κύκλου εργασιών, επίδοση χαμηλότερη σε σχέση με πέρυσι (56%), μειώθηκε το ποσοστό των επιχειρήσεων που έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία στο 24%, ενώ επίσης υποχώρησε το ποσοστό των επιχειρήσεων που παρουσιάζει οφειλές προς τον ΕΦΚΑ στο 25%.
· Η συνεισφορά του εμπορίου στο ΑΕΠ της χώρας διαμορφώνεται στο 11%, ενώ καταγράφηκε αύξηση του Γενικού Δείκτη Κύκλου Εργασιών (ΔΚΕ) στο λιανικό εμπόριο κατά 0,5%, στα οχήματα κατά 7,9% ενώ πτώση σημείωσε το χονδρικό εμπορίου κατά 1,8%.
· Το εμπόριο παραμένει ο σημαντικότερος εργοδότης της χώρας, απασχολώντας το 17,3% των εργαζομένων στη συνολική απασχόληση και το 19,6% στη μη αγροτική απασχόληση.
· Ωστόσο, η απασχόληση στον κλάδο παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη, με οριακές απώλειες (-0,6%), εξέλιξη που οφείλεται όμως αποκλειστικά στις επιδόσεις του χονδρικού εμπορίου. Η μερική απασχόληση στον κλάδο εμφανίζει ανοδική πορεία τα τελευταία έτη με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις να την αξιοποιούν σαφώς σε υψηλότερο βαθμό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr