Ο Υπουργός, πραγματοποιώντας την κεντρική ομιλία της εκδήλωσης, η οποία τελεί υπό την αιγίδα των Υπουργείων Εξωτερικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και έχει την υποστήριξη του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στο Μόναχο και του Δικτύου Ελλήνων Επιχειρηματιών και Στελεχών Επιχειρήσεων της Βαυαρίας (HNBEB), υπογράμμισε ότι το 2009 το έλλειμμα του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου ήταν 2,6 δισ. ευρώ, το 2019 περιορίστηκε στα 600 εκατ. ευρώ και φέτος, το έλλειμμα θα περιοριστεί ακόμη περισσότερο, στα 200 με 300 εκατ. ευρώ.
Σχολιάζοντας τις διατροφικές ανάγκες των Γερμανών, εξέφρασε την άποψη ότι ως καταναλωτές αναζητούν ένα πιο υγιεινό μοντέλο διατροφής, θέλουν να γνωρίζουν για την προέλευση και τον τρόπο παραγωγής των προϊόντων, δίνουν έμφαση στα προστατευμένα αγαθά και άρα στα συσκευασμένα είδη και είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν ακριβότερα. Οι Έλληνες παραγωγοί πρέπει να αποκτήσουν μεγαλύτερη διείσδυση στη γερμανική αγορά και για να το επιτύχουν, οφείλουν να ανταποκριθούν σε αυτές τις απαιτήσεις και να ενημερώσουν το Γερμανό καταναλωτή, περισσότερο, για τη διατροφική αξία των ελληνικών προϊόντων. Πρόκειται για έναν κοινό στόχο της αγοράς, του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και των επαγγελματικών οργανώσεων, συμπλήρωσε ο Υπουργός.
Ιδιαίτερη ήταν η αναφορά του κ. Μ. Βορίδη και για το πώς η πανδημική κρίση επηρέασε την αγροτική οικονομία, εθνική και ευρωπαϊκή. Όπως είπε, την περίοδο της πανδημίας διαμορφώθηκαν δύσκολες συνθήκες για την παραγωγή τροφίμων, ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση ανταπεξήλθε θετικά στις προκλήσεις, λαμβάνοντας μέτρα, ώστε να μην υπάρξουν παραγωγικές διαταραχές, αλλά και για να διευκολυνθούν οι μετακινήσεις των εργατών γης.
«Μέχρι και σήμερα, με τις παρεμβάσεις που έγιναν, επετεύχθη η διατροφική ασφάλεια, ωστόσο υπήρξαν αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, με αποτέλεσμα, άλλοι παραγωγοί να ευνοηθούν κι άλλοι να υποστούν απώλειες. Η αγορά των φρούτων και λαχανικών, αποτέλεσε μια εξαιρετικά ευνοημένη αγορά», πρόσθεσε ο Υπουργός.
Ο Πρέσβης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ο Δρ. Ερνστ Ράιχελ, στην εναρκτήρια ομιλία του, στο πλαίσιο του 7ου Ελληνογερμανικού Φόρουμ Τροφίμων, δήλωσε, μεταξύ άλλων: «Χαίρομαι που τα αγροτικά και διατροφικά προϊόντα γίνονται ολοένα και πιο σημαντικά για την ελληνογερμανική συνεργασία. Μόνο να κερδίσουν μπορούν οι δυο χώρες μας από αυτό».
Από την πλευρά του ο Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Εξωστρέφειας του Υπουργείου Εξωτερικών και Πρόεδρος της EnterpriseGreece, κ. Γιάννης Σμυρλής, στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι τα προϊόντα διατροφής αποτελούν παραδοσιακά ισχυρότατο κλάδο των ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία, η οποία αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη εισαγωγική αγορά συνολικά για τα ελληνικά προϊόντα. Τόνισε επίσης πως «η ελληνική γαστρονομία και υγιεινή διατροφή είναι ευρέως γνωστές και ιδιαίτερα αγαπητές στο γερμανικό καταναλωτικό κοινό, στενά συνυφασμένες με την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά. Τα ελληνικά τρόφιμα και ποτά σαφώς μπορούν να επιτύχουν υψηλότερα μερίδια στη γερμανική αγορά, δεδομένου ότι απολαμβάνουν ήδη εκτίμησης και αναγνώρισης για την υψηλή ποιότητά τους και τις γευστικές τους ιδιότητες», συμπλήρωσε οκ. Γιάννης Σμυρλής, προτρέποντας την αγορά να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο κατάλληλο μείγμα τιμής και στη στοχευμένη διαφήμιση και τις προωθητικές δράσεις, αλλά και να εστιάσει το ενδιαφέρον της στα προϊόντα βιολογικής καλλιέργειας και τα «delicatessen».
Ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητήριου, κ. Κωνσταντίνος Μαραγκός, υποδεχόμενος τους συμμετέχοντες στο 7ο Ελληνογερμανικό Φόρουμ Τροφίμων, έδωσε το στίγμα του αγροτικού τομέα, τονίζοντας ότι συνεισφέρει με περισσότερα από 6,2 δισ. ευρώ προστιθέμενης αξίας και έχει σχεδόν τριπλάσια συμμετοχή στο ΑΕΠ σε σύγκριση με το μέσο όρο της Ε.Ε., ενώ, όπως είπε, σχεδόν 440.000 άτομα ή το 10,6% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα εργάζονται στον αγροτικό τομέα. Αναφερόμενος στο φετινό Φόρουμ Τροφίμων, υπογράμμισε πως αποτελεί πλέον θεσμό για το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο, καθότι μετά από 6 έτη επιτυχημένων διοργανώσεων καθιερώθηκε ως μια από τις ετήσιες «συναντήσεις» του αγροτικού κλάδου και εν γένει της αγοράς τροφίμων. Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό των προηγούμενων εκδηλώσεων, ο Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου ανέφερε ότι «στο πλαίσιο των εργασιών τους βρέθηκαν ορισμένα από τα βασικότερα προϊόντα της ελληνικής αγροτικής γης, όπως το ελαιόλαδο, το κρασί, το μέλι, η σταφίδα, τα αρωματικά φυτά, οι ξηροί καρποί, αλλά και η μεταποίηση φρούτων, ενώ Γερμανοί διακινητές και έμποροι αγροτικών προϊόντων επισκέφθηκαν Έλληνες παραγωγούς και μεταποιητές σε διάφορες περιοχές της χώρας όπως στην Πελοπόννησο, το Λιτόχωρο, την Κρήτη, την Καβάλα, τη Λαμία, αλλά και την Αθήνα». Ο κ. Κ. Μαραγκός ανέδειξε, τέλος, το γενικότερο επενδυτικό όπως και εμπορικό ενδιαφέρον της Γερμανίας για την Ελλάδα, αλλά και τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο, ώστε να φέρει πιο κοντά τις δύο εθνικές αγορές, όπως οι Β2Β διμερείς επιχειρηματικές και επενδυτικές επαφές, τις οποίες υποστηρίζει, λειτουργώντας ως «πύλη εξωστρέφειας» της Ελλάδας και «γέφυρα επικοινωνίας» με τη Γερμανία.
Ο Πρόεδρος Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς, κ. Γεώργιος Χαντζηνικολάου, χαιρετίζοντας την εκδήλωση, υπογράμμισε ότι «καθοριστικό ρόλο για το μέλλον των τροφίμων θα διαδραματίσει τα επόμενα χρόνια η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, σε συνδυασμό με τη στρατηγική Farm-to-Fork, που στόχο έχουν να σχεδιάσουν και να υποστηρίξουν ένα δίκαιο, υγιές και φιλικό προς το περιβάλλον σύστημα τροφίμων». Αναφερόμενος στην Τράπεζα Πειραιώς, ο κ. Γ. Χαντζηνικολάου τόνισε ότι αποτελεί την πρώτη τράπεζα της χώρας με τη μεγαλύτερη αγροτική παρουσία, και πρόσθεσε: «Πρωταρχικός στόχος μας είναι να κατανοούμε γρήγορα τις αλλαγές και να υποστηρίζουμε τις υγιείς επιχειρήσεις, προκειμένου αυτές να προσαρμοστούν στα νέα πρότυπα βιώσιμης ανάπτυξης. Η Τράπεζα Πειραιώς, κατέχοντας την έδρα της Νότιο - Ανατολικής Ευρώπης του Τραπεζικού Συμβουλίου της Χρηματοοικονομικής Πρωτοβουλίας του Προγράμματος Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών (UNEP FI), στηρίζει τη μετάβαση στην αειφόρο ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον αγροδιατροφικό τομέα», συμπλήρωσε.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος BASF ΕΛΛΑΣ ΑΒΕΕ και Μέλος ΔΣ του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, κ. Βασίλης Γούναρης, επεσήμανε την ανάγκη συνεργασίας όλων με στόχο την έμπρακτη στήριξη του πρωτογενή τομέα, δίνοντας το βάρος στην ενίσχυση της εξωστρέφειας όσων δραστηριοποιούνται στον αγροδιατροφικό κλάδο. «Στη BASF, έχουμε δεσμευτεί ότι θα συμβάλλουμε, και εμείς από την πλευρά μας, στην ενίσχυση της αειφόρου γεωργίας στην Ευρώπη» σημείωσε ο κ. Β. Γούναρης για να διευκρινίσει αμέσως μετά: «Συμφωνούμε με το πνεύμα της στρατηγικής ‘Από το αγρόκτημα στο πιάτο’ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά πιστεύουμε ότι η λύση είναι μία γεωργία που βασίζεται σε αειφόρες πρακτικές φυτοπροστασίας και ολοκληρωμένης διαχείρισης, με επενδύσεις σε νέες, καινοτόμες δραστικές φιλικότερες προς το περιβάλλον, σε συνδυασμό πάντα με τις κατάλληλες ψηφιακές λύσεις ”, δήλωσε.
Ο Γενικός Σύμβουλος Α΄ Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στο Βερολίνο, κ. Χαράλαμπος Κουναλάκης, στο χαιρετισμό του ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η γερμανική αγορά φρούτων και λαχανικών χαρακτηρίζεται, ως η σημαντικότερη και η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αγορά με εισαγωγές από όλο τον κόσμο. Η υγιεινή διατροφή χαρακτηρίζεται ως μια από τις πλέον σημαντικές προτεραιότητες των Γερμανών καταναλωτών και κατά συνέπεια τα φρούτα και τα λαχανικά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διατροφής τους, σημείωσε ο κ. Χ. Κουναλάκης. Σύμφωνα με τον ίδιο, «παρά το γεγονός ότι η γερμανική αγορά παραμένει πολύ ελκυστική, εντούτοις είναι άκρως ανταγωνιστική, αλλά και απαιτητική αναφορικά με τις προδιαγραφές των εισαγόμενων φρούτων και λαχανικών που πρέπει να πληρούνται. Η Ελλάδα» τόνισε «αποτέλεσε για το έτος 2019 τη 14η κατά σειρά χώρα προέλευσης εισαγόμενων φρούτων στη Γερμανία. Οι προοπτικές για τη βελτίωση του μεριδίου μας στη γερμανική αγορά παραμένουν πολύ θετικές», διευκρίνισε, ενώ αναλύοντας τις προϋποθέσεις για καλύτερες επιδόσεις της Ελλάδας στο συγκεκριμένο κλάδο, υποστήριξε πως «θα πρέπει να στηρίζονται στις συνεχείς προσπάθειες των Ελλήνων εξαγωγέων που θα αποδεικνύουν στους Γερμανούς καταναλωτές ότι αφενός η ποιότητα των ελληνικών φρούτων και λαχανικών είναι εγγυημένη και αφετέρου ότι τα προϊόντα μας πληρούν όλες τις προδιαγραφές, η συσκευασία και η δυνατότητα ιχνηλασιμότητας της πορείας των προϊόντων είναι εξασφαλισμένη, όπως και ότι τα ελληνικά προϊόντα προσαρμόζονται συνεχώς στις νέες γερμανικές καταναλωτικές συνήθειες για νέες ποικιλίες απαιτήσεις.»
Τέλος, η Εντεταλμένη Σύμβουλος και Μέλος του ΔΣ, Enterprise Greece, κα Μπέττυ Αλεξανδροπούλου, στο δικό της χαιρετισμό ανέφερε ότι «η αγορά της Γερμανίας, με ιδιαίτερες προοπτικές για τις ελληνικές εξαγωγές τροφίμων, ειδικά τώρα στην εποχή του COVID παρουσιάζει προκλήσεις αλλά και σημαντικές ευκαιρίες: αξιοποιώντας το ηλεκτρονικό εμπόριο και ψηφιακά εργαλεία, δημιουργώντας συνεργατικούς σχηματισμούς και κεφαλαιοποιώντας τη σύνδεση της εξαιρετικής ελληνικής διατροφής με την Υγεία, μπορούν να ανοίξουν νέοι δρόμοι» Η κα Μπέττυ Αλεξανδροπούλου, έδωσε έμφαση και στο ρόλο της EnterpriseGreece, σημειώνοντας πως «βρίσκεται διαχρονικά δίπλα στις εταιρείες του κλάδου και είναι εδώ για να προσφέρει νέα εργαλεία στήριξης της επιχειρηματικότητας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr