Τρεμοπαίζει το φως της αποκρατικοποίησης του ΔΕΣΦΑ και, όπως δείχνουν οι νεότερες δηλώσεις από τα εμπλεκόμενα μέρη, η πώληση του 66% του Διαχειριστή Φυσικού Αερίου στην αζερική SOCAR θα πρέπει να θεωρείται κλινικά νεκρή.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο πλευρές, δηλαδή ο αρμόδιος υπουργός Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης και η SOCAR, εδώ και έναν μήνα έχουν κατεβάσει τα τηλέφωνα.
«Δεν είχαμε την παραμικρή επικοινωνία με τον κ. Σκουρλέτη από την ημέρα της ψήφισης στη Βουλή της επίμαχης ρύθμισης» λέει στην εφημερίδα Τα Νέα ο Αναρ Μαμάντοφ που χειρίστηκε επί τρία χρόνια την υπόθεση, αναφερόμενος στη διάταξη με την οποία στα τέλη Ιουλίου τροποποιήθηκε - μονομερώς, κατά τους Αζέρους - η περιουσιακή βάση του
ΔΕΣΦΑ, περιορίζοντας τα ανακτήσιμα έσοδά του.
Σχετικά με την τύχη της ιδιωτικοποίησης, που έχει τραβήξει τρία χρόνια, περισσότερο από κάθε άλλη, ο Μαμάντοφ εξηγεί ότι «η εγγυητική επιστολή της SOCAR λήγει στα τέλη Σεπτεμβρίου», ενώ προσθέτει ότι «είμαστε διατεθειμένοι να ακούσουμε προτάσεις από την ελληνική κυβέρνηση που θα διορθώσουν την κατάσταση».
Σύμφωνα πάντως με ασφαλείς πληροφορίες, οι Αζέροι θεωρούν πως η όποια προσπάθεια να διορθωθεί το πρόβλημα πρέπει να προέλθει από την πλευρά που το δημιούργησε, δηλαδή την ελληνική.
Τίποτα ωστόσο δεν μαρτυρά πρόοδο προς αυτή την κατεύθυνση. Το αντίθετο συμβαίνει, αφού το κλίμα μεταξύ των δύο πλευρών παραμένει «ψυχροπολεμικό», όπως μαρτυρούν οι χθεσινές δηλώσεις Σκουρλέτη σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Αποτρέψαμε με νομοθετική ρύθμιση τις υπέρογκες αυξήσεις στα τέλη δικτύου φυσικού αερίου, που θα δημιουργούσαν προβλήματα στα νοικοκυριά και κυρίως στην εγχώρια παραγωγή. Θα υπονόμευαν δηλαδή την εναπομείνασα βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα. Αν αυτό δεν αρέσει στους υποψήφιους επενδυτές, νομίζω ότι αρέσει στους έλληνες καταναλωτές, στα νοικοκυριά και στις ελληνικές επιχειρήσεις» ήταν η δήλωση Σκουρλέτη στο ΑΠΕ.
Αυτό που εννοεί ο υπουργός είναι ότι αν δεν περιόριζε τα ανακτήσιμα από το παρελθόν έσοδα του ΔΕΣΦΑ, τότε αυτά θα μετακυλίονταν στα τέλη χρήσης δικτύου, επιβαρύνοντας κυρίως τη βιομηχανία με σημαντικές αυξήσεις.
Γνώστες ωστόσο της υπόθεσης εκτιμούν ότι οι λόγοι που το ντιλ οδηγείται σε ναυάγιο είναι άλλοι. Αλλωστε, όπως είχε δηλώσει τον Ιούλιο στη Βουλή ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και πρώην υπουργός Γιάννης Μανιάτης, «ήδη από τον περασμένο Μάρτιο το υπουργείο Ενέργειας, ο ΔΕΣΦΑ και η SOCAR είχαν συμφωνήσει ότι οι υπέρογκες αυξήσεις στα τέλη χρήσης δικτύου δεν θα εφαρμόζονταν και ότι θα μπορούσε να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος και να προχωρήσει η πώληση της εταιρείας».
Το αυτό λένε και οι Αζέροι, η θέση των οποίων ήταν (και παραμένει) ότι το ελληνικό Δημόσιο τροποποίησε μονομερώς μια βασική παράμετρο για τον υπολογισμό της αξίας του ΔΕΣΦΑ, δηλαδή τον κανονισμό τιμολόγησης των υπηρεσιών του, πάνω στον οποίο στηρίχθηκε και η προσφορά των 400 εκατ. ευρώ που κατέθεσαν το 2013.
Επομένως, σύμφωνα πάντα με αυτήν τη συλλογιστική, το ναυάγιο του ντιλ μεθοδεύτηκε από την κυβέρνηση επειδή εξυπηρετεί το δικό της σχέδιο για τον ΔΕΣΦΑ. Να διατηρήσει δηλαδή το Δημόσιο την πλειοψηφία των
μετοχών του Διαχειριστή και - αντιγράφοντας την περίπτωση
ΑΔΜΗΕ - να πουλήσει σε στρατηγικό επενδυτή ένα μικρό μόνο ποσοστό (π.χ. 20%-25%).
Το υπουργείο εκτιμά ότι έτσι επιτυγχάνεται τόσο η μνημονιακή δέσμευση απέναντι στους δανειστές για αποκρατικοποίηση της εταιρείας όσο και η γνωστή θέση της κυβέρνησης «να μείνουν τα δίκτυα κρίσιμων υποδομών υπό δημόσιο έλεγχο». Αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει να λήξει η εγγυητική της SOCAR (τέλη Σεπτεμβρίου), δίχως να ανανεωθεί, καθώς επίσης να δώσουν και οι θεσμοί το δικό τους ΟΚ στο ελληνικό σχέδιο.
Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr