Οι γνώμες διίστανται για τα υπολειπόμενα αποθέματα, ωστόσο η σχετικά υψηλή τιμή του πετρελαίου τα τελευταία χρόνια και οι τεχνολογικές βελτιώσεις έχουν ξεκλειδώσει αποθέματα που παλιότερα ήταν απαγορευτικά. Κύκλοι αναλυτών υποστηρίζουν ότι τα αποθέματα ίσως κυμαίνονται περί τα 15-24 δισεκατομμύρια βαρέλια, ικανά να κρατήσουν την παραγωγή ζωντανή για τις επόμενες δυο δεκαετίες.
Παρά τις εκτιμήσεις η παραγωγή επί του παρόντος βρίσκεται στο 30% από τα επίπεδα του 2000 (περίπου 920.000 βαρέλια ημερησίως). Κύριο μέλημα των πετρελαϊκών που δραστηριοποιούνται στο χώρο είναι να σταματήσει η φθίνουσα παραγωγή. Δεδομένου λοιπόν της ώριμης φύσης των πεδίων και των ικανοποιητικών τιμών αργού η Βόρεια Θάλασσα φαίνεται να έχει διαμορφωθεί σε ελκυστική περιοχή για επενδύσεις εκ νέου. Πρόσφατοι υπολογισμοί δείχνουν ότι κατά μέσο όρο η Βόρεια Θάλασσα χρειάζεται τιμές αργού μεταξύ $60-65/βαρελι ώστε οι εταιρίες να μην έχουν ζημιά. Το Brent γύρο στα $100/βαρελι δημιουργεί ένα θετικό επενδυτικό κλίμα σε μια περιοχή όπου η πετρελαϊκή δραστηριότητα είναι αρκετά ώριμη.
Για να σταθεροποιηθεί ωστόσο η παραγωγή θα χρειαστούν σημαντικές επενδύσεις οι οποίες μπορεί να φτάσουν μέχρι και $70 δισεκατομμύρια, για το Βρετανικό κομμάτι της Βόρειας Θάλασσας.
Το μήλον της Έριδος σε πιθανή ανεξαρτητοποίηση της Σκωτίας είναι προφανώς τα πεδία υδρογονανθράκων. Το ερώτημα, σε ποιον θα ανήκουν τα πεδία, απασχολεί τις κυβερνήσεις και την κοινή γνώμη αρκετό καιρό τώρα. Η λογική λέει ότι η αρχή της μέσης γραμμής θα ήταν ο πλέον δίκαιος και λογικός τρόπος διαμοιρασμού, όπως υποδεικνύει και το σύμφωνο της Γενεύης σχετικά με θαλάσσιους φυσικούς πόρους. Αυτή η διαδικασία τηρήθηκε για το διαχωρισμό της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Νορβηγίας το 1965.
Στην περίπτωση λοιπόν που διαχωρισμός γινόταν με αυτόν τον τρόπο η Σκωτία θα είχε στην κατοχή της περίπου 90% των πετρελαϊκών πόρων του Ηνωμένου Βασιλείου.
Στοιχεία του 2010 δείχνουν ότι 95% της πετρελαϊκής παραγωγής και 58% της παραγωγής φυσικού αερίου προέρχονται από την Σκωτία. Η συνολική συνδρομή της Σκωτίας στην παραγωγή υδρογονανθράκων του Ηνωμένου Βασιλείου ανέρχεται σε 80% (συμπεριλαμβανομένων συμπυκνωμάτων κλπ.).
Η Σκωτσέζικη κυβέρνηση εκτιμά ότι η παραγωγή υδρογονανθράκων μπορεί να αποφέρει έως και £57 δισεκατομμύρια μέχρι το 2018. Απεναντίας η αντίστοιχη αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου αναφέρει ότι τα έσοδα θα σημειώσουν πτώση από £6,7 δισεκατομμύρια/έτος, για το 2014, σε £4,1 δισεκατομμύρια/έτος έως την περίοδο 2017-2018.
Είναι σημαντικό να αντιληφτούμε ότι τα έσοδα από την εξόρυξη υδρογονανθράκων είναι ανάλογα του επιπέδου παραγωγής μιας και η φορολογία βασίζεται στις παραγόμενες ποσότητες. Από αυτή την οπτική λοιπόν φαίνεται ότι το Σκωτσέζικο κράτος ευελπιστεί σε μια αναγέννηση το επιπέδου παραγωγής της Βόρειας Θάλασσας η οποία θα έχει και τα αντίστοιχα έσοδα για τη χώρα. Ωστόσο η προαναφερθείσα εκτίμηση για ανάγκη $70 δισεκατομμυρίων υποδεικνύει απαραίτητες επενδύσεις για σταθεροποίηση της παραγωγής, ίσως και μια ελαφρά αύξηση. Για να υλοποιηθούν οι εκτιμήσεις για έσοδα £57 δισεκατομμύρια μέχρι το 2018 οι ιδιωτικές επενδύσεις θα πρέπει να ξεπεράσουν τα $100 δισεκατομμύρια, κάτι το οποίο τη δεδομένη χρονική στιγμή φαίνεται να έχει μικρή πιθανότητα.
Από τη μια η Σκωτία φαίνεται αισιόδοξη για την μελλοντική παραγωγή των πεδίων της Βόρειας Θάλασσας αλλά από την άλλη ο τρόπος με τον οποίο θα μοιραστούν τα πεδία παραμένει μυστήριο με την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποφεύγει να σχολιάσει το θέμα. Οι απαντήσεις θα έρθουν μετά τις 18 Σεπτεμβρίου βασιζόμενες στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Γιώργος Μπελέρης – Oil Market Analyst
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr