Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Έτσι φροντίζουν οι μεγάλες βιομηχανίες με τις εξαγωγές δισεκατομμυρίων ευρώ να παραμένουν ανταγωνιστικές στις διεθνείς αγορές, μέσω των χαμηλών τιμών ενέργειας, αλλά και να αμείβονται για τις υπηρεσίες που προσφέρουν στο σύστημα. Η απόσταση που χωρίζει τις λογικές που επικρατούν στις άλλες κοινοτικές χώρες με τα ισχύοντα στην Ελλάδα, βγήκε ακόμη μια φορά στην επιφάνεια, με τις αλλαγές που συζητούνται σε ρυθμιστικό επίπεδα για τον υπολογισμό των χρεώσεων που επιβάλλει ο Διαχειριστής του Συστήματος, ο ΑΔΜΗΕ στους καταναλωτές.
Στο πλαίσιο της διαβούλευσης που ολοκληρώθηκε πρόσφατα, αυτό που επεσήμαναν οι εκπρόσωποι της βαριάς βιομηχανίας, είναι ότι η νέα μεθοδολογία εισάγει νέα δεδομένα στον υπολογισμό του εσόδου του ΑΔΜΗΕ, τα οποία σε γενικές γραμμές είναι αποδεκτά. Παρατηρούν ωστόσο ότι και η νέα μεθοδολογία συνεχίζει να υποτιμά την προσφορά των καταναλωτών με ειδικά χαρακτηριστικά, (υψηλή σταθερή κατανάλωση όλο το 24ωρο και όλο το χρόνο), τόσο στην ευστάθεια του συστήματος ιδίως σε ώρες που παρατηρείται η μέγιστη ζήτηση, όσο και στην οικονομική του λειτουργία, με την αποφυγή επενδύσεων.
Καταρχήν αυτό που επισημαίνεται είναι ότι οι χρεώσεις του ΑΔΜΗΕ είναι υψηλότερες του μέσου όρου των 28 κρατών της ΕΕ. Επιβάλλονται δε με οριζόντια μοναδιαία τιμή από την αγορά ενέργειας και μάλιστα μέσω του λογαριασμού του προμηθευτή. Αυτό σημαίνει ότι εκτός από το υψηλό κόστος για την ενέργεια, ο καταναλωτής επιβαρύνεται και με υψηλότερες χρώσεις για τη χρήση του δικτύου, που αυξάνουν το συνολικό ενεργειακό κόστος και άρα του στερούν ανταγωνιστικότητα.
Σε ό,τι αφορά τώρα το ρόλο των καταναλωτών με ειδικά χαρακτηριστικά, αυτό που ισχύει σε άλλες χώρες αλλά όχι στην Ελλάδα, είναι η αναγνώριση από τον Διαχειριστή του βαθμού που αυτοί τον εξυπηρετούν και γενικότερα εξυπηρετούν το Σύστημα. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η ανάγκη για νέες επενδύσεις στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, είναι απόρροια κυρίως της διαμόρφωσης της ζήτησης σε ώρες αιχμής. Εάν λοιπόν ένας καταναλωτής παρέχει τη δυνατότητα να αφαιρείται από τη ζήτηση αιχμής ένα σημαντικό φορτίο, συμβάλλει έτσι θετικά στην εξοικονόμηση, στον περιορισμό του συνολικού κόστους του Συστήματος, και στον περιορισμό της ανάγκης για νέες επενδύσεις σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Αυτό επιτυγχάνεται με τη συμβατική δέσμευση του καταναλωτή έναντι του Διαχειριστή είτε μέσω ξεχωριστής σύμβασης διακοψιμότητας που ισχύει σε όλες τις χώρες της ΕΕ, αλλά όχι ακόμη στην Ελλάδα. Για την προσφορά του στο Σύστημα αλλά και στην εξοικονόμηση πόρων ο Διαχειριστής αμείβει τον καταναλωτή με χαμηλότερες χρεώσεις για τη χρήση του δικτύου. Όπως επίσης αμείβει με χαμηλότερες χρεώσεις και τον καταναλωτή που λειτουργεί τις εγκαταστάσεις του αποκλειστικά σε ώρες εκτός αιχμής (νυκτερινές ώρες και μέρες αργιών).
Τις επισημάνσεις αυτές τις κάνουν τα στελέχη της βιομηχανίας, με δεδομένο ότι σε όλη την Ευρώπη η μείωση του ενεργειακού κόστους αποτελεί θέμα πρώτης προτεραιότητας για εθνικές κυβερνήσεις και τα όργανα της ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε τον περασμένο Απρίλιο τις νέες κατευθυντήριες οδηγίες που θα ισχύσουν μέχρι το 2020, για τις επιτρεπόμενες κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας. Το πνεύμα που διέπει τις οδηγίες της ΕΕ, προβλέπει ότι οι πολιτικές προώθησης των ΑΠΕ, θα πρέπει να συμβαδίζουν με τη διατήρηση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ενεργοβόρων βιομηχανιών. Έτσι επιτρέπουν στα Κράτη Μέλη να περιορίζουν ή και να απαλλάσσουν πλήρως επιλεγμένους κλάδους της βιομηχανίας από επιβαρύνσεις που έχουν σχέση με την προώθηση «πράσινων» πολιτικών, περιβαλλοντικών φόρων κλπ.
Τέλος αυτό που προβληματίζει ιδιαίτερα την επιχειρηματική κοινότητα, είναι το γεγονός ότι στην Ελλάδα συζητάμε να ισχύσουν τα αυτονόητα, τη στιγμή που η ΕΕ και οι περισσότερες χώρες προσπαθούν να ενισχύσουν τις βιομηχανίες τους.