Μιλώντας στο Reporter, ο διεθνολόγος, Γεώργιος Κ. Φίλης, επιχειρεί να κωδικοποιήσει τα κυριότερα πλεονεκτήματα του ΤΑΡ για την χώρα μας αλλά και να παρουσιάσει μία προσέγγιση αναφορικά με το κατά πόσο το συγκεκριμένο σχέδιο αντιτίθεται ή όχι στα γεωπολιτικά και ενεργειακά σχέδια των ΗΠΑ και της Ρωσίας.Το συμπέρασμα ίσως να μας εκπλήξει αλλά αξίζει να αναλυθεί υπό τη συγκεκριμένη οπτική διότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως «εργαλείο» από τη χώρα μας για το άμεσο μέλλον.
Ερ.: Ποιά τα οικονομικά κέρδη και οι ευκαιρίες που δημιουργούνται για την Εξωτερική μας Πολιτική;
Απ.:Το σχέδιο του ΤΑΡ αποτελεί στην ουσία μία Άμεση Ξένη Επένδυση (Foreign Direct Investment) για την χώρα μας, εκτιμώμενης αξίας άνω των 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι άμεσες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν θα είναι περίπου 2 με 3 χιλιάδες, ενώ οι έμμεσες θα αγγίξουν τις 10 χιλιάδες, ειδικά σε μία περιοχή όπως η Μακεδονία και η Θράκη η οποία έχει χτυπηθεί σκληρά από την κρίση.
Η προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία θα αγγίξει τα 600 εκατομμύρια δολάρια, ενώ είναι προφανές ότι θα υπάρξει κέρδος από τέλη διαμετακόμισης είτε υπό την μορφή ρευστού είτε υπό την μορφή κατακράτησης ποσότητας για την εξυπηρέτηση της εσωτερικής ζήτησης.
Επιπροσθέτως, από μόνο του ως μία μεγάλη Άμεση Ξένη Επένδυση στη χώρα μας το σχέδιο του ΤΑΡ στέλνει το «σήμα» στις… αγορές ότι η Ελλάδα ξαναμπαίνει δυναμικά στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη και μάλιστα μετατρέπεται σε υπολογίσιμο παράγοντα στο πλανητικό ενεργειακό παίγνιο. Όταν εταιρίες κολοσσοί όπως η νορβηγική STATOIL, η γερμανική ΕΟΝ και η ελβετική ΑΧΡΟ (η κύριοι μέτοχοι της κοινοπραξίας του ΤΑΡ) επενδύουν στην χώρα μας τότε μόνο ως θετικό θα μπορούσε να εκληφθεί αυτό στο εξωτερικό.
Αναφορικά με τις δυνητικές ευκαιρίες σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής υπάρχουν τέσσερεις συγκεκριμένες παράμετροι οι οποίες θα μπορούσαν να εκληφθούν ως σημαντικές.
Η Ελλάδα επιβεβαιώνει με τον πλέον απτό τρόπο την γεωπολιτικής της σημασία και την πολιτική της αξιοπιστία αφού συμβάλλει στην υλοποίηση της στρατηγικής ενεργειακής ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως αυτή έχει σχεδιαστεί και αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια. Μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο η χώρα μας μετατρέπεται σε χώρα διαμετακομιστή (transit country) με προοπτική να μετατραπεί στο μέλλον σε περιφερειακό κόμβο (regional hub), ενώ επιτρέπει την υλοποίηση του Νότιου Ευρωπαϊκού Διαδρόμου Φυσικού Αερίου (European South Gas Corridor) δηλαδή την μεταφορά φυσικού αερίου από την Κασπία στην Ευρώπη χωρίς την διαμεσολάβηση της Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Η Αθήνα, ενδυναμώνει την διαπραγματευτική της θέση σε περιφερειακό επίπεδο δηλαδή σε μία περιοχή την οποία ο υπογράφων την ορίζει ως τον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα-Στενά-Αιγαίο-Ανατολική Μεσόγειος και στην οποία διακυβεύονται ζωτικά εθνικά συμφέροντα. Για παράδειγμα, η συνεργατική σχέση που αποκτούμε με την Αλβανία, εάν την διαχειριστούμε έξυπνα, θα μας επιτρέψει να λύσουμε θέματα αναφορικά με την Ελληνική μειονότητα στην Βόρεια Ήπειρο, ή με το ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομική Ζώνης το οποίο έχει τελματώσει με υπαιτιότητα των Τιράνων. Με την Τουρκία, αν και το θέμα είναι τεράστιο και πολύπλοκο, γίνεται κατανοητό πως η προσδοκία αμοιβαίου οφέλους από τον ΤΑΡ ίσως να μας φέρει πιο κοντά.
Επιπροσθέτως, η Ελλάδα θα μπορέσει να λειτουργήσει ως ένας «έντιμος διαμεσολαβητής» (honest broker) στην ευρύτερη περιοχή αφού η ιστορική της σχέση με την Αρμενία και την Ρωσία σε συνδυασμό με τις αναπτυσσόμενες, μέσω του ΤΑΡ, γεωοικονομικές σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν και την Τουρκία θα δημιουργήσουν συνέργιες και το έδαφος για μία λειτουργική έστω προσέγγιση των διαφόρων γεωπολιτικών δρώντων σταθεροποιώντας την περιοχή του άμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος.
Τέλος είναι προφανές ότι μία επιτυχημένη υλοποίηση του σχεδίου του ΤΑΡ δεν μπορεί παρά να αποτελέσει ένα αρχετυπικό παράδειγμα μίας θετικής συνεργασίας κρατών με διαφορετικό πολιτισμικό, θρησκευτικό και ιστορικό υπόβαθρό, κάτι το οποίο είναι και το ζητούμενο σε έναν πλανήτη ο οποίος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως οικονομικά παγκοσμιοποιημένος αλλά πολιτικά πολυπολικός.
Ερ.: Ποιός είναι ο ρόλος του ΤΑΡ στο Γεωπολιτικό «Ενεργειακό» Παίγνιο;
Απ.: Αναφορικά με τη μακροσκοπική ερμηνεία της σημασίας του ΤΑΡ το θέμα γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον αφού το σχέδιο διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τα οποία ορίζουν και τον ακριβή του ρόλο μέσα στο γεωπολιτικό παίγνιο με τίτλο «Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Ασφάλεια». Πέραν της «μυθολογίας» και της «παραφιλολογίας» που έχει αναπτυχθεί για το συγκεκριμένο σχέδιο θα προσπαθήσουμε επιγραμματικά να απαντήσουμε σε συγκεκριμένα ερωτήματα που θέτουν τις πραγματικές παραμέτρους του θέματος και μας οδηγούν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Απαντώντας στο ερώτημα τι είναι ο TAP θα πρέπει να σημειώσουμε πως πρόκειται για ένα μόνο συστατικό – το σημαντικότερο βέβαια – του προαναφερόμενου Νότιου Ευρωπαϊκού Διαδρόμου Φυσικού Αερίου (SGC) οποίος περιλαμβάνει τον Αγωγό Νότιου Καυκάσου (SCP): Αζερμπαϊτζάν-Γεωργία, τον Trans-Anatolian Pipeline (ΤΑΝΑΡ): Τουρκία και φυσικά τον ΤΑΡ: Ελλάδα-Αλβανία-Ιταλία.
Σκοπός του SGC είναι να μεταφέρει φυσικό αέριο στην Ευρώπη, μέσω ενός συστήματος αγωγών που θα αυξάνει τις πηγές και τις διαδρομές φυσικού αερίου προς την ήπειρό μας άρα θα μειώνει την εξάρτησή της από έναν ή δύο προμηθευτές. Ο συγκεκριμένος δε διάδρομος λόγω των γεωπολιτικών εξελίξεων βορείως (Ουκρανίας) και νοτίως (Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή) αυτού αποδεικνύει την αξία του ως μία επιλογή σχετικής σταθερότητας και αξιοπιστίας μεταφοράς ενέργειας.
Πάνω από όλα ο ΤΑΡ, ως μέρος του SGC αποτελεί ένα σύστημα μεταφοράς ποσότητας φυσικού αερίου η οποία θα κυμαίνεται από τα 10 έως τα 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ανά έτος (bcm/y) δηλαδή μίας μέτριας σε όγκο ποσότητας η οποία μπορεί να λειτουργήσει ως μία σχετικά μικρή αλλά αξιόπιστη βάση περεταίρω ανάπτυξης.
Βεβαίως ενδιαφέρον είναι και το ερώτημα τι ΔΕΝ είναι ο ΤΑΡ. Με βάση το δεδομένο ότι η Ευρώπη, ακόμα και με τις πλέον μετριοπαθείς εκτιμήσεις θα χρειαστεί το λιγότερο 500bcm/y φυσικού αερίου τα επόμενα έτη, η σχεδιαζόμενη χωρητικότητα του ΤΑΡ δεν μπορεί παρά να καλύπτει το 2 με 5% της ζήτησης. Είναι προφανές ότι ο ΤΑΡ και ο SGC υπό την παρούσα του μορφή δεν μπορεί να αλλάξει δραματικά τα δεδομένα στην ενεργειακή ασφάλεια και ανεξαρτησία της Ευρώπης, αφού οι ποσότητες που θα μεταφέρει είναι σχετικά μικρές. Άρα στην ουσία δεν λύνει το ενεργειακό πρόβλημα της Ένωσης.
Ερ.: Κύριε Φίλη πως θα μπορούσε να εξελιχτεί ο ΤΑΡ;
Απ.: Με συγκεκριμένες στρατηγικές και πολιτικές ο ΤΑΡ και ο SGC θα μπορούσε να εξελιχτεί σε μία σημαντική παράμετρο επίλυσης της εξίσωσης ενεργειακής ασφαλείας της Ευρώπης. Μία αύξηση της χωρητικότητάς έχει να κάνει με την εξασφάλιση και άλλων πηγών – πλην του Αζερμπαϊτζάν – φυσικού αερίου. Το να αναλύσουμε αυτή τη στιγμή τις δυνατότητες αλλά και τις πάσης φύσεως δυσκολίες για την ανάπτυξη των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο [Κύπρο, Ισραήλ, Λίβανος, Ελλάδα(;)], στο Βόρειο Ιράκ (Κουρδικές περιοχές) ή στη συμμετοχή του Τουρκμενιστάν στο σχήμα δεν είναι της παρούσης.
Η ουσία είναι ότι ο SGC θα μπορούσε να μετατραπεί σε καθοριστικό παράγοντα εάν μετεξελιχθεί σε ένα δίκτυο αγωγών, τερματικών LNG και θαλάσσιων διαδρομών που θα δέχεται φυσικό αέριο από την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και Κεντρικής Ασίας και θα στέλνει στην Ευρώπη ποσότητες τουλάχιστον τριπλάσιες του υπάρχοντος σχεδιασμού.
Ερ.: Μας μιλήσατε για τον TAP και το «Μεγάλο Παίγνιο». Ποια λοιπόν η θέση της Ρωσίας και των ΗΠΑ στο συγκεκριμένο σχεδιασμό;
Απ.: Επιγραμματικά και μιλώντας για στρατηγική στις διεθνείς σχέσεις θα πρέπει να ξεχωρίσουμε μεταξύ των τακτικών και των στρατηγικών κινήσεων του κάθε γεωπολιτικού δρώντος έτσι ώστε να μπορέσουμε να αποκωδικοποιήσουμε τις επιδιώξεις του καθενός και να πράξουμε ανάλογα.
Για τις ΗΠΑ η κύρια στρατηγική επιδίωξη αναφορικά με την ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη είναι το να δημιουργηθεί ο SGC έτσι ώστε να μειωθεί η ευρωπαϊκή ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία. Από την άλλη για την Ρωσία η στρατηγική επιδίωξη είναι ο SGC να μην θέσει σε κίνδυνο την ηγεμονική της θέση αναφορικά με την κάλυψη των ευρωπαϊκών ενεργειακών αναγκών.
Με βάση αυτό το δεδομένο οι ΗΠΑ ως τακτική κίνηση προέκριναν και ευνόησαν την δημιουργία ενός συστήματος αγωγών οι οποίοι ναι μεν δεν ανταποκρινόντουσαν στις μαξιμαλιστικές αρχικές επιδιώξεις της δημιουργίας ενός mega-αγωγού (πχ. Nabucco και West-Nabucco) αλλά ικανοποιούσαν την πρώτιστη επιδίωξη, αυτή της δημιουργίας ενός δικτύου που να παρακάμπτει τη Ρωσία. Η Μόσχα, από την πλευρά της ως κίνηση τακτικής «επέτρεψε» στο Αζερμπαϊτζάν να δημιουργήσει τον SGC εξασφαλίζοντας όμως πως το σχήμα που θα υλοποιούνταν δεν θα επηρέαζε την γενικότερη ενεργειακή ισορροπία «ενεργειακών» δυνάμεων στην Ευρώπη. Δηλαδή πολέμησε με πείσμα τα σχέδια του Nabucco και επέτρεψε τον ΤΑΡ ο οποίος είναι μικρότερης χωρητικότητας.
Με άλλα λόγια τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία, για να επιτύχουν τις αντιθετικές στρατηγικές τους επιδιώξεις θεώρησαν σε τακτικό επίπεδο την δημιουργία του ΤΑΡ ως ένα βήμα στο οποίο είναι όλοι ευχαριστημένοι αφού όλοι κάτι επιτυγχάνουν αλλά και κάτι χάνουν.Είναι αυτό που ο γκουρού του ρεαλισμού/αμοραλισμού (;) και της διπλωματίας Χένρι Κίσσινγκερ χαρακτηρίζει ως «ισορροπημένη δυσαρέσκεια» των αντιπάλων όταν σηκώνονται από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η Ουάσιγκτον, δημιουργεί, εκ του μηδενός, δίκτυο αγωγών πέραν του ελέγχου της Μόσχας, αλλά το Κρεμλίνο εξασφαλίζει ότι το δίκτυο αυτό δεν θα επηρεάσει σημαντικά την υπάρχουσα ισορροπία στον συγκεκριμένο τομέα.
Έτσι, στο άμεσο μέλλον ο SGC, υπό το σχήμα SCP-TANAP-TAP, αποτελεί μέρος μίας «συμφωνίας» ΗΠΑ και Ρωσίας. Το πρόβλημα θα ανακύψει στο απώτερο μέλλον, δηλαδή περί το 2024 όταν οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν με βάση το υπάρχον σχήμα να αναπτύξουν περεταίρω τον SGC, ενώ η Ρωσία θα προσπαθήσει να αποτρέψει μία τέτοια προσπάθεια.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας, και κατ’ επέκταση του γεωπολιτικού προσανατολισμού της Ευρώπης θα παιχτεί στον υδάτινο άξονα Μαύρη Θάλασσα-Στενά-Αιγαίο-Ανατολική Μεσόγειος περιοχή όπου ο ελληνισμός έχει άμεσα και ζωτικά συμφέροντα. Η Αθήνα και η Λευκωσία θα πρέπει να αντιληφθούν αυτήν την πραγματικότητα και να λειτουργήσουν ως ένας εξωστρεφής παράγοντας σταθερότητας αλλά και αποφασιστικότητας.
Ο ελληνισμός μπορεί να λειτουργήσει ως ο συνδετικός κρίκος λαών της περιοχής ενώ έχει τεράστια ερείσματα τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ρωσία. Αρκεί μέσα στον πολύπλοκο κόσμο που ζούμε να θυμηθούμε τον Θουκυδίδη και να (ξανα)ανακαλύψουμε τη στρατηγική κουλτούρα που εμείς αναπτύξαμε και τα τελευταία χρόνια φαίνεται να έχουμε (ξε)χάσει.
Ο Γεώργιος Κ. Φίλης, είναι Διδάκτωρ Γεωπολιτικής - Καθηγητής Ευρωπαϊκών Θεμάτων - Αναλυτής Διεθνών Ζητημάτων στο Τμήμα Διεθνών Επιχειρήσεων & Ευρωπαϊκών Θεμάτων, Συνδεδεμένο Μέλος του Institute of Diplomacy & Global Affairs DEREE – The American College of Greece.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr