Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
Παράλληλα εντοπίζει άλλους δύο βασικούς λόγους για τους οποίους το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας δεν μειώνεται δραστικά, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις: Πιο συγκεκριμένα κατά τον ΕΣΑΗ:
1. Η ΔΕΗ διατηρεί την αποκλειστική πρόσβαση στον λιγνίτη και στα νερά. Έτσι δεν της ασκούνται οι απαραίτητες ανταγωνιστικές πιέσεις για τον εξορθολογισμό του κόστους στην παραγωγή και στην προμήθεια ηλεκτρισμού.
2. Οι καταναλωτές επιβαρύνονται με 700 εκατ. ευρώ ετησίως από τη μη διασύνδεση των νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα, εκ των οποίων τα 300 εκατ. ευρώ αφορούν την Κρήτη. Το έργο της διασύνδεσης της Κρήτης απαιτεί επένδυση της τάξης των 900 εκατ. ευρώ, δηλαδή η εξοικονόμηση της επιβάρυνσης μόλις τριών ετών επαρκεί για τη χρηματοδότησή του.
Οι μονάδες φυσικού αερίου κάλυψαν τα κενά των παλιών λιγνιτικών μονάδων
Την ίδια ώρα, όπως αναφέρει ο πρόεδρος του ΕΣΑΗ, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις σύγχρονες μονάδες φυσικού αερίου μείωσε το κόστος παραγωγής ρεύματος. «Αποσύρθηκαν οι ρυπογόνες πετρελαϊκές μονάδες στην ηπειρωτική χώρα, οι οποίες είχαν υπερδιπλάσιο κόστος σε σχέση με αυτές του φυσικού αερίου», σημειώνει ο χαρακτηριστικά ο κ. Καλλιτσάντσης και προσέθεσε ότι οι λιγνιτικές μονάδες αποδείχθηκε ότι δεν μπόρεσαν να καλύψουν τις απαιτήσεις και έτσι οι μονάδες φυσικού αερίου τόσο των ιδιωτών όσο και της ΔΕΗ, έπαιξαν το ρόλο που είχαν μέχρι πρότινος οι λιγνιτικές μονάδες.
Παράλληλα, σύμφωνα τους ανεξάρτητους παραγωγούς ενέργειας, υπάρχουν σημαντικά οφέλη από τη μέχρι τώρα είσοδο τους στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς με το μερικό άνοιγμα αυτό της αγοράς προωθήθηκε η ασφάλεια του συστήματος: «Μέχρι το 2010 είχαμε ανεπαρκή εγκατεστημένη ισχύ. Αυτό αντιμετωπίστηκε, προς το παρόν, με την κατασκευή των ιδιωτικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου και των αντιστοίχων της ΔΕΗ».
Το Ιρλανδικό μοντέλο
Ο πρόεδρος του ΕΣΑΗ σχολιάζοντας και τον υφιστάμενο τρόπο λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τους μηχανισμούς στήριξης που υπάρχουν, σημείωσε ότι, «το μοντέλο λειτουργίας της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού (μοντέλο υποχρεωτικής κοινοπραξίας) δεν αποτελεί κάποια ελληνική πρωτοτυπία. Έχει υιοθετηθεί από την Ιρλανδία και συναντάται και σε όλες σχεδόν τις περιφερειακές αγορές των ΗΠΑ».
Σε ό,τι αφορά τους μηχανισμούς στήριξης ο κ. Καλλιτσάντσης εξηγεί τι ισχύει με τα Αποδεικτικά Διαθέσιμης Ισχύος: «Στο πλαίσιο αυτού του μοντέλου ο μηχανισμός των ΑΔΙ θεσμοθετήθηκε όχι ως επιδότηση των ιδιωτικών μονάδων, αλλά ως αμοιβή ισχύος, και καλύπτει μέρος του σταθερού και κεφαλαιουχικού κόστους όλων των μονάδων. Οι καταναλωτές πληρώνουν περίπου 560 εκατ. ευρώ για ΑΔΙ, εκ των οποίων τα 3/4 καταβάλλονται στη ΔΕΗ. Εξάλλου, και πριν από τη δημιουργία των ιδιωτικών μονάδων ο καταναλωτής πλήρωνε στη ΔΕΗ αυτό το κόστος. Γι' αυτό υπήρχε πάντα ξεχωριστή χρέωση ισχύος - παγίου στα τιμολόγιά της, καθώς εάν η εταιρεία δεν κάλυπτε αυτό το κόστος, θα πτώχευε, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας με ηλεκτρισμό. Η διαφορά σήμερα είναι ότι αυτή η πληρωμή γίνεται μέσω του μηχανισμού των ΑΔΙ. Μηχανισμοί αμοιβής ισχύος υπάρχουν ήδη σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ και η εφαρμογή τους επεκτείνεται και σε άλλες».
Αντίστοιχη εξήγηση δίνεται και για τον μηχανισμό ανάκτησης του μεταβλητού κόστους: «Ούτε ο μηχανισμός ανάκτησης μεταβλητού κόστους, ο οποίος αφορά όλες τις μονάδες, αποτελεί επιδότηση. Η λειτουργία αυτού του μηχανισμού αποτελεί μέρος της συνολικής δαπάνης για την παραγωγή της αναγκαίας ηλεκτρικής ενέργειας. Όλες οι αγορές που λειτουργούν με το μοντέλο της κοινοπραξίας εφαρμόζουν μηχανισμούς ανάκτησης κόστους”.
Γ.Α.