Με βάση πληροφορίες, αυτό έγινε σαφές στη χθεσινή (6/9) σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου, στην οποία εξετάστηκαν τα περιθώρια εξοικονόμησης φυσικού αερίου και βέβαια ηλεκτρικής ενέργειας, στην εγχώρια βαριά βιομηχανία.
Ήδη, δε, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Κώστας Σκρέκας έχει προχωρήσει, σε επαφές με εκπροσώπους των μεγάλων βιομηχανιών από τους οποίους ζήτησε να συμβάλλουν καθοριστικά στον περιορισμό της κατανάλωσης ενέργειας τους επόμενους δύσκολους μήνες.
Μετά και τις κινήσεις αυτές αλλά και στο φόντο όσων συνέβησαν το καλοκαίρι με το σχέδιο που δημοσιοποίησε η Κομισιόν για την εξοικονόμηση έχει σημάνει συναγερμός στον κλάδο, ώστε αφενός να στηριχθεί η εθνική προσπάθεια για εξοικονόμηση, χωρίς ωστόσο να τεθεί σε κίνδυνο η βιωσιμότητα και η ανταγωνιστικότητα κομβικών για τη χώρσα βιομηχανιών.
Ήδη, δε, από ττις 26/7 η Επιτροπή Ενέργειας του ΣΕΒ είχε επισημάνει ότι το αρχικό σχέδιο που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 20 Ιουλίου 2022 για την εξοικονόμηση φυσικού αερίου και βέβαια μετά τις αντιδράσεις τροποποιήθηκε σε σχέση με τις υποχρεωτικότητες αλλά και τις αιρεσιμότητες που έθετε, θα είχε ιδιαίτερα επιζήμιες επιπτώσεις για την ελληνική βιομηχανία.
Όπως, είχε, επισημαίνει η Επιτροπή «η ελληνική βιομηχανία αντιμετωπίζει, ήδη, πολύ υψηλές τιμές ενέργειας και αυξημένο κόστος για την επίτευξη των κλιματικών στόχων που έχει θέσει η Ευρώπη». Η επιπλέον επιβολή ενός στόχου μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 15% θα θέσει σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία της βιομηχανίας, δεδομένου ότι οι δυνατότητες μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου είναι πολύ περιορισμένες, ιδίως σε σημαντικούς κλάδους έντασης ενέργειας, με εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες σε καθοριστικές αλυσίδες αξίας, τόσο για την Ελληνική όσο και για την Ευρωπαϊκή οικονομία και κοινωνία.
«Η χρήση φυσικού αερίου δεν μπορεί να μειωθεί βραχυπρόθεσμα χωρίς να διαταραχθεί η λειτουργία τους» επισημανθηκε τον περασμένο Ιούλιο σχετικά, αφού σε ορισμένους κλάδους, «η αναγκαστική μείωση της παραγωγής θα έχει ως συνέπεια σειρά αρνητικών επιπτώσεων, την ίδια στιγμή, που η βιομηχανία με σημαντικές επενδύσεις επιχειρεί, ήδη, να αξιοποιήσει τις διαθέσιμες τεχνολογίες για την εξοικονόμησης ενέργειας».
Η Επιτροπή σημείωνε τότε, ότι ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις θα υποστούν σημαντικές συνέπειες, διότι το κόστος παραγωγής τους επηρεάζεται έμμεσα λόγω της υψηλής συμμετοχής του φυσικού αερίου (άνω του 70%) στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.
Η Επιτροπή Ενέργειας του ΣΕΒ επισήμανε τέλος ότι «η βιομηχανία αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης, επενδύσεων και απασχόλησης στη χώρα μας με τη συμβολή της να φθάνει στο 14,2% του ΑΕΠ, ενώ αν ληφθεί υπόψη και η έμμεση συμβολή στην οικονομία,εκτιμάται ότι περίπου το 1/3 του συνολικού ΑΕΠ οφείλεται στη βιομηχανία. Ταυτόχρονα, η βιομηχανία είναι και κεντρικός πυλώνας της απασχόλησης, καθώς προσφέρει το 11,7% των συνολικών θέσεων εργασίας κατά τεκμήριο πλήρους απασχόλησης, αλλά και καλύτερες αμοιβές, με τον μέσο μισθό να είναι υψηλότερος κατά 13,4% σε σύγκριση με το σύνολο της οικονομίας».
Η “μάχη” της εξοικονόμησης και οι μεταβλητές
Όπως, δε, αναφέρεται σήμερα, μετά και τα νέα δεδομένα η βιομηχανία προτίθεται να συμμετάσχει σε μηχανισμό βραχυπρόθεσμης (ωρών-ημερών) «διακοψιμότητας» στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, κατά το πρότυπο της Υπηρεσίας Διακοπτόμενου Φορτίου που παρείχε έως πρόσφατα.
Σε σχέση, δε, με το φυσικό αέριο για τη μείωση της κατανάλωσης θα μπορούσε να λειτουργήσει σε εθελοντική βάση αντίστοιχος μηχανισμός βραχυπρόθεσμης ή και πιο παρατεταμένης διακοπής ή μείωσης της κατανάλωσης, εφόσον όμως τα τεχνικά χαρακτηριστικά συγκεκριμένων παραγωγικών διεργασιών αλλά και οι συνθήκες ζήτησης (ή/και άλλοι παράγοντες)μπορεί να επιτρέπουν τέτοια συνδρομή από ορισμένες βιομηχανικές μονάδες.
Παράλληλα, επισημαίνεται, ότι πέρα από τι κινήσεις οι δυνατότητες μείωσης της κατανάλωσης ΦΑ είναι πολύ περιορισμένες, ιδίως σε σημαντικούς κλάδους έντασης ενέργειας, με εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες σε καθοριστικές αλυσίδες αξίας, τόσο για την Ελληνική όσο και για την Ευρωπαϊκή οικονομία και κοινωνία.
Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται, η αδυναμία λειτουργίας, κρίσιμων για την παραγωγική βάση της χώρας βιομηχανιών, μπορεί να οδηγήσει, άμεσα, σε ελλείψεις α’ υλών και προϊόντων που είναι απολύτως αναγκαία για τη διατήρηση της ασφάλειας εφοδιασμού και τη μη διατάραξη κρίσιμων, για την καθημερινότητα πολιτών και επιχειρήσεων, αλυσίδων αξίας. Δεν είναι αμελητέο άλλωστε ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο η αναστολή λειτουργίας ευρωπαϊκών εργοστασίων έχει, υποκατασταθεί από παραγωγικές μονάδες που εγκαθίσταται σε τρίτες χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ έχουν αυξηθεί κατακόρυφα οι εισαγωγές από τρίτες χώρες, με κατά κανόνα αυξημένο ανθρακικό αποτύπωμα και ως εκ τούτου αρνητικές επιπτώσεις στην προσπάθεια αναχαίτισης της κλιματικής κρίσης.
Το μερίδιο της βιομηχανίας στην κατανάλωση
Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι το αποτύπωμα της βιομηχανίας στη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου είναι χαμηλό κι άρα όσο και να “επιβραδύνει” ρυθμούς το αποτέλεσμα δε θα αλλάξει ριζικά τα δεδομένα, ενώ πάντα θα ελλοχεύει, όπως ήδη επισημάνθηκε, μεγάλο ρίσκο. Συγκεκριμένα, η βιομηχανία συμμετέχει σε ποσοστό κάτω του 15% στην κατανάλωση φυσικού αερίου ενώ η ηλεκτροπαραγωγή και τα νοικοκυριά καλύπτουν αντίστοιχα ποσοστό 70% και 15% της κατανάλωσης φυσικού αερίου σε επίπεδο χώρας, επομένως το όποιο όφελος από τη μείωση της βιομηχανικής δραστηριότητας θα είναι ανεπαίσθητο. Αντίθετα, ο περιορισμός της παραγωγής θα έχει αρνητικές συνέπειες στην απασχόληση, στις εξαγωγές και εν γένει στην εθνική οικονομία.
Μέτρα
Τούτων δοθέντων, με βάση την αγορά, είναι άκρως σημαντική η προώθηση μιαςσυνολικής στρατηγικής που θα περιλαμβάνει και μια εθνική καμπάνια ενημέρωσης του καταναλωτικού κοινού για την εξοικονόμηση ενέργειας, αλλά και δράσεις προώθησης “αναχωμάτων”, όπως την ενίσχυση της αυτοπαραγωγής, την άρση των προβλημάτων στις υποδομές για την επέκταση του θεσμού του net metering που ταλανίζει πολλές βιομηχανίες αλλά και την στήριξη της κυκλικής οικονομίας και των εναλλακτικών καυσίμων.
Σημειώνεται ότι εδώ και καιρό πολλές είναι οι βιομηχανίες που προβεί (προ ενεργειακής κρίσης) στις αναγκαίες πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας. Κατά τη διάρκεια της κρίσης έχουν εντείνει την προσπάθεια αντικατάστασης όπου ήταν εφικτό της χρήσης ΦΑ με άλλα ορυκτά ή εναλλακτικά καύσιμα. Υπάρχουν παραδείγματα (και στην Ελλάδα) βιομηχανιών που εξαντλώντας κάθε περιθώριο υποκατάστασης καυσίμου (φυσικού αερίου με εναλλακτικά καύσιμα) έχουν αγγίξει επίπεδα μείωσης που φτάνουν και το 80% στην κατανάλωση ενέργειας.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr