«Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στην αρχή ενός ενάρετου κύκλου. Η κυβέρνηση, όπως δείχνουν τα πρώτα δείγματα γραφής, επιδιώκει να οδηγήσει τη χώρα στην οικονομική ανόρθωση, διαφυλάσσοντας την κοινωνική ειρήνη και συνοχή. Ως βασικός στόχος έχει τεθεί η επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας με τη μείωση της υπερφορολόγησης της εργασίας και των επιχειρήσεων. Αυτό, σε συνδυασμό με την άρση των εμποδίων και των στρεβλώσεων στο επιχειρείν, μπορεί να οδηγήσει σε ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων και σε αύξηση της παραγωγικότητας», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, παραθέτοντας αναλυτικά οικονομικά στοιχεία.
Αναφερόμενος στους κλάδους που παρουσιάζουν επενδυτικές ευκαιρίες στην Ελλάδα εστίασε στις ευκαιρίες «για βιομηχανικές επενδύσεις σε εξορυκτικές δραστηριότητες, την ενέργεια, το νερό, τα βασικά μέταλλα, τα τρόφιμα, τα χημικά όπως φαρμακευτικά προϊόντα και πλαστικά, καθώς και σε πιο παραδοσιακούς κλάδους, όπως ο τουρισμός, το λιανικό εμπόριο, η εφοδιαστική αλυσίδα και οι κατασκευές».
«Υπάρχουν επίσης επενδυτικές ευκαιρίες στις υποδομές που συνδέονται με ιδιωτικοποιήσεις και παραχωρήσεις εκμετάλλευσης, σε δρόμους, σιδηροδρόμους, λιμάνια, αεροδρόμια αεροπλάνων και υδροπλάνων, και, τέλος, σε δίκτυα τηλεπικοινωνιών όπως ίντερνετ υψηλών ταχυτήτων, 5G, κλπ., αλλά και σε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες σε τεχνολογίες αιχμής στην πληροφορική και τις επικοινωνίες, καθώς και στους κλάδους της μεταποίησης υψηλής ακρίβειας και των ηλεκτρονικών. Η Ελλάδα προσφέρει, επίσης, σημαντικά κίνητρα για στρατηγικές μεγάλες επενδύσεις. Οι ετήσιες καθαρές εισροές ξένων κεφαλαίων έχουν διπλασιασθεί τα τελευταία χρόνια, ανερχόμενες σε 4 δισ. ευρώ περίπου, επίπεδο, όμως που είναι σχετικά χαμηλό, αντιπροσωπεύοντας το 2% του ΑΕΠ περίπου», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΒ.
«Ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να επιταχυνθεί προς το τέλος του 2020, ακόμη και στο 3%, εάν βεβαίως, συνεχισθεί με αυξημένη ένταση ο ενάρετος κύκλος διαρθρωτικών παρεμβάσεων που οδηγούν σε επενδύσεις και αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, που επιτρέπει περαιτέρω μείωση του φορολογικού βάρους της εργασίας και των επιχειρήσεων, για ακόμη υψηλότερες επενδύσεις, κ.ο.κ.», εκτίμησε ο κ. Φέσσας.
Αναφερόμενος στους προβληματισμούς για το μέλλον είπε ότι «δεν είναι μόνο τα δημογραφικά που προκαλούν ανησυχία. Η αύξηση της παραγωγικότητας πλέον περνάει μέσα από την υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών που φέρνει η 4η Βιομηχανική Επανάσταση. Οι αυτοματισμοί που έρχονται δυνητικά θα απαιτήσουν την επανεκπαίδευση και επανακατάρτιση του 48% του εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα, δηλαδή 1,8 εκατομμύρια εργαζομένων, αν βεβαίως, πραγματοποιηθεί επιτυχής μετάβαση στο νέο παραγωγικό πρότυπο. Εάν, λοιπόν, στην πατρίδα μας δεν δώσουμε τη σημασία που πρέπει, και που αρμόζει στο μέγεθος του προβλήματος, θα είναι αδύνατον να διατηρήσουμε, εάν όχι να αυξήσουμε, το επίπεδο διαβίωσης του πληθυσμού».
«Ο ΣΕΒ - και οι επιχειρήσεις που εκπροσωπεί - θεωρεί ότι χωρίς ικανοποιημένους εργαζόμενους, που απασχολούνται με σταθερές συνθήκες, καλούς μισθούς και προοπτικές επαγγελματικής ανέλιξης δεν πρόκειται να πετύχουμε. Οι εργαζόμενοι και οι επιχειρήσεις πρέπει να καρπούνται τους κόπους των προσπαθειών τους στην παραγωγική διαδικασία. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, την ευκαιρία. Σε μια Ελλάδα που διευκολύνει τις επιχειρήσεις να δημιουργήσουν δουλειές στη χώρα μας. Σε μια Ελλάδα που προσφέρει ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης και δεν σπρώχνει τους εργαζομένους να αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό», είπε ο κ. Φέσσας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr