Σημειώνεται ότι η προηγούμενη συμφωνία έφαγε «πόρτα» από τις κοινοτικές αρχές καθώς χαρακτηρίστηκε ως έμμεση κρατική επιχορήγηση προς επενδυτές του αεροδρομίου και έτσι οι αρχές της Κομισιόν (Γενική Δνση Ανταγωνισμού) ζήτησαν την αντικατάσταση της με νέα πιο ευνοϊκή για το ελληνικό Δημόσιο.
Στο φόντο αυτό και με ερωτήματα για την αύξηση του τιμήματος που έχουν καταγραφεί στα ΜΜΕ, αλλά κι αιτιάσεις για το χαμηλό επίπεδο του τιμήματος της αρχικής σύμβασης που εκφράστηκαν από τη Ν.Δ., επιχειρείται να διερμηνευτεί αυτή η διαφορά που υπερβαίνει τα 700 εκατομμύρια ευρώ. Αναλυτικά σύμφωνα με κύκλους της σημερινής διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ, μετά τις παρατηρήσεις της Κομισιόν, κατεβλήθη προσπάθεια να διαμορφωθεί εκ νέου μια νέα συμφωνία παραχώρησης. Τελικά η νέα έφερε και μια άνοδο του τιμήματος κατά 750 εκατ. ευρώ κι έφτασε από των 487 εκατ. ευρώ στο 1,115 δις ευρώ, που μαζί με την αξία του ΦΠΑ οδηγούν το ποσό που πρέπει να καταβληθεί από τους μετόχους στο επίπεδο των 1,382 δις. Ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως το ΤΑΙΠΕΔ ελέγχει το 30% του ΔΑΑ «Ελ. Βενιζέλος», το δημόσιο το 25%, επενδυτικά κεφάλαια της καναδικής PSP το 40% (που έχουν και τη διοίκηση του αεροδρομίου) και μέλη της οικογένειας Κοπελούζου το υπόλοιπο 5%. Η πρώτη συμφωνία για την 20ετή παράταση της σύμβασης παραχώρησης μέχρι το 2046 είχε υπογραφεί τον Σεπτέμβριο του 2017.
Πόθεν προκύπτει η διαφορά;
Έτσι, η διαφορά που προέκυψε, σύμφωνα με πληροφορίες από το ΤΑΙΠΕΔ, προκύπτει από το γεγονός ότι η αρχική συμφωνία παραχώρησης του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» βασίστηκε σε παλιά οικονομικά στοιχεία. Δηλαδή στην αρχική συμφωνία είχαν χρησιμοποιηθεί δεδομένα για την επιβατική κίνηση του αεροδρομίου του Δεκεμβρίου 2015, όπως και πιο επιβαρυντικά στοιχεία για την οικονομία που ήταν η πορεία των ελληνικών ομόλογων τα οποία στη συνέχεια βελτιώθηκαν.
«Το νέο τίμημα προέκυψε από διαπραγμάτευση που έκανε το ΤΑΙΠΕΔ προς τους μετόχους του ΔΑΑ» τονίζουν στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ και προσθέτουν ότι η διαπραγμάτευση για την 20ετή παράταση με τους μετόχους του ΔΑΑ ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2016 αλλά η συμφωνία έκλεισε τον Μάιο του 2017 και υπεγράφη τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου. Έτσι, εξηγείται, σύμφωνα με του κύκλους του ΤΑΙΠΕΔ, ότι τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν παλιά. Στην ερώτηση γιατί δεν αναθεωρήθηκαν τα στοιχεία τον Μάιο του 2017, η απάντηση ήταν πως «δε μπορούσαμε συνεχώς να μετακινούμε τον πήχη».
«Περάσαμε 12 μήνες σε πολύ σκληρές διαπραγματεύσεις, με διάφορα στάδια. Στη βάση του αρχικού τιμήματος και των νέων συνθηκών που διαμορφώθηκαν μπήκαμε σε κύκλο διαπραγμάτευσης με τους επενδυτές. Κάποια στιγμή υπήρχε ο κίνδυνος να τιναχθεί όλη η συναλλαγή στον αέρα γιατί ασκήσαμε πίεση στους μετόχους του ΔΑΑ» αναφέρουν οι ίδιοι κύκλοι και προσθέτουν ότι το τελικό τίμημα «ήταν αποτέλεσμα μιας διμερούς διαπραγμάτευσης της σύμβασης του 1995.
Άσκηση πίεσης
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους το ΤΑΙΠΕΔ, για να επιταχύνει τις διαδικασίες, διαμήνυσε στο αεροδρόμιο και στους μετόχους πως δεν πάει άλλο, τα πράγματα αλλάζουν. «‘Η σταματάμε τις διαπραγματεύσεις και το 2026 να προκηρυχθεί ένας ανοικτός διαγωνισμός για τη διαχείριση του αεροδρομίου» τόνισαν, όπως αναφέρεται βάζοντας ένα σκληρό δίλημμα.
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους του ΤΑΙΠΕΔ «ο ανεξάρτητος σύμβουλος, η PwC, ήρθε και πιστοποίησε την ακεραιότητα του μοντέλου (σ.σ. με βάση το οποίο έγινε η αποτίμηση της 20ετούς παράτασης της σύμβασης παραχώρησης) πριν τον Μάιο του 2017». Επιπλέον, προχωρήσαμε στην πρόσληψη τεχνικού συμβούλου και συγκεκριμένα την εταιρεία Steer Davis Gleave που ήταν έμπειρη στο θέμα των αεροδρομίων και των υποδομών. Ο ρόλος της ήταν να επιβεβαιώσει την αρτιότητα των παραδοχών που εισήχθησαν στο μοντέλο για να βγει το αρχικό τίμημα. Στη συνέχεια ήρθαν οι σύμβουλοι (KPMG, ICS γραφείο Λονδίνου) του Ταμείου που αξιολόγησαν το business plan της επόμενης περιόδου. Στο τελικό στάδιο, πάντως, το ΤΑΙΠΕΔ χρησιμοποίησε και την Nomura ώστε να πιστοποιήσει το δίκαιο και εύλογο του τιμήματος των1,382 δισ. ευρώ.
Τι προέβλεπε η αρχική σύμβαση
Σύμφωνα με πληροφορίες από το ΤΑΙΠΕΔ, η αρχική σύμβαση χρονολογείται από το 1995. Αυτή η σύμβαση διαμορφώνει και υπαγορεύει τις πρωτοβουλίες του ταμείου και κατά τη διάρκεια του 2016 και στη συνέχεια. Προβλέπονταν στο άρθρο 4 ότι η συμβατική περίοδος ήταν διάρκειας 30 ετών (αρχικά ήταν 50 έτη και η μείωση εκτόξευσε τα τέλη) κι άφηνε πίσω μια υποχρέωση για το υπόλοιπο 20. Στο άρθρο 4.2 αναφέρονταν πως εντός δέκα ετών προ της λήξης της σύμβασης το ελληνικό Δημόσιο και η εταιρεία ΔΑΑ θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις. Ξεκίνησαν λοιπόν οι διαπραγματεύσεις τον Μάρτιο του 2016, ενώ βάση ήταν ο Δεκέμβριος του 2015. Μέχρι τον Μάρτιο του 2017 που ουσιαστικά υπήρξε η συμφωνία για τους βασικούς όρους πέρασε ένας χρόνος (που όπως αναφέρεται ήταν περισσότερος απ’ ό,τι θα έπρεπε ενδεχομένως).
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr