Από την εποχή που ο Chuck Yeager έσπασε το φράγμα του ήχου το 1947, η πολιτική αεροπορία αναζητούσε τρόπους να μεταφέρει επιβάτες με αυτές τις ταχύτητες.
Η υπογραφή της συμφωνίας “concord” (μτφ. ομόνοια) μεταξύ των κυβερνήσεων Γαλλίας και Βρετανίας για την κατασκευή ενός υπερηχητικού αεροσκάφους μπήκε στις 29 Νοεμβρίου του 1962. Και από τη συμφωνία ονομάστηκε και το αεροσκάφος.
Ο προπομπός της Airbus, η Aérospatiale μαζί με την British Aircraft Corporation συμφώνησαν να κατασκευάσουν ένα υπερηχητικό, τετρακινητήριο αεροσκάφος.
Μηχανικοί από τις ΗΠΑ και την τότε Σοβιετική Ένωση εργάζονταν και αυτοί πάνω στην κατασκευή ενός υπερηχητικού αεροσκάφους. Το αμερικανικό Boeing 2707 δεν κατάφερε να ξεπεράσει το στάδιο του σχεδιασμού όπου και παρέμεινε, ενώ το αντίστοιχο σοβιετικό Tupolev TU144 κατασκευάστηκε για να αποσυρθεί όμως ταχύτατα καθώς παρουσίασε προβλήματα στην λειτουργία αλλά και την ασφάλεια.
Μέρος της Βρετανο-Γαλλικής συμφωνίας ήταν τμήμα του αεροσκάφους να κατασκευαστεί στο Ηνωμένο Βασίλειο και έναν μέρος του στη Γαλλία. Η μηχανή του Concorde ήταν η Olympus 593 turbojet, που σχεδιάστηκε από τις Bristol Siddeley και Snecma. Οι μετακαυστήρες του κινητήρα χάρισαν στο Concorde την – γεμάτη καπνούς - υπογραφή του κατά την απογείωση. Κάθε μηχανή παρήγαγε 17.236 κιλά.
Το Concorde είχε χαρακτηριστικά που δεν συναντούσε κανείς σε κανένα άλλο πολιτικό αεροσκάφος της Δύσης. Σήμα κατατεθέν του βέβαια η γαμψή – προσαρμοζόμενη - μύτη του, που επέτρεπε στους κυβερνήτες να έχουν καλύτερη ορατότητα κατά την απογείωση και προσγείωση. Σε κλασικές πτήσεις η μύτη ήταν στραμμένη προς τα πάνω.
Δύο πιλότοι κι ένας μηχανικός αεροσκαφών απαιτούνταν για να πετάξει το Concorde.
Το Concorde παρουσιάστηκε στο κοινό για πρώτη φορά στην Τουλούζη το 1967. Η παρθενική του πτήση πραγματοποιήθηκε το Μάρτιο του 1969. Δεκάδες αεροπορικές εταιρείες προχώρησαν σε παραγγελίες για το νέο αυτό φαινόμενο της αεροναυπηγικής. Πολύ γρήγορα όμως το Concorde ήρθε αντιμέτωπο με σοβαρές αντιδράσεις.Ο υπερβολικός θόρυβος που παρήγαγε το οδήγησε στο να εκτελεί πτήσεις κυρίως πάνω από τους ωκεανούς περιορίζοντας σημαντικά την δραστηριότητά του πάνω από τη στεριά, όπου θα μπορούσε να προκαλέσει αναταραχή σε κατοίκους. Δεν χρειάζεται να σας περιγράψουμε τι ζούσαν όσοι διέμεναν κοντά σε αεροδρόμια. Αποτέλεσμα ήταν να περιοριστούν ακόμη περισσότερο οι πτήσεις του. Με τη δικαιολογία των περιβαλλοντικών ανησυχιών και της οικονομικής κατάστασης που χειροτέρευε από την πετρελαϊκή κρίση του 1973, οι περισσότερες αεροπορικές εταιρείες ακύρωσαν τις παραγγελίες τους.
Μοναδικοί χειριστές έμειναν η British Airways και η Air France.
Συνολικά κατασκευάστηκαν 20 αεροσκάφη, εκ των οποίων τα 6 ήταν δοκιμαστικά. Τα υπόλοιπα 14 μοιράστηκαν μεταξύ British Airways και Air France. Το 1976 η British Airways ξεκίνησε τον προγραμματισμό υπερατλαντικών πτήσεων μεταξύ Λονδίνου και Νέας Υόρκης. Το Concorde διένυε την απόσταση σε μόλις τρεις ώρες, έναντι άνω των 7 ωρών, που χρειαζόταν ένα κλασσικό jumbo jet για την ίδια απόσταση.
Αρχικώς το εσωτερικό του αεροσκάφους ήταν απλό και λιτό. Όσο όμως αυξανόταν η ελίτ των επιβατών, έτσι εμπλουτίζονταν και η διακόσμηση. Σύντομα το Concorde έγινε η επιλογή των πλούσιων και διασήμων, ικανοποιώντας τις προσδοκίες των πελατών του. Τη δεκαετία του ’90 το Concorde φιλοξένησε τους μεγαλύτερους αστέρες μεταξύ των οποίων τα σούπερ μόντελ Σίντι Κρόφορντ και Κλάουντια Σίφερ, αλλά και τον αστέρα του τένις Αντρέ Αγκάσι.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr