Το γενικό κλίμα κρίνεται θετικό (θετικές προοπτικές ανάπτυξης δανείων, NII, ποιότητα περιουσιακών στοιχείων και απόδοση κεφαλαίου), με τις ελληνικές τράπεζες να αποτελούν το αγαπημένο στοίχημα του επενδυτικού οίκου.
Ειδικότερα, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν οι προτιμώμενες επιλογές της Morgan Stanley. Όπως επισημαίνει η MS, οι επενδυτές συνεχίζουν να τις προτιμούν για τις φθηνές αποτιμήσεις τους, τις θετικές μακροοικονομικές προοπτικές, τις προοπτικές ανάπτυξης των δανείων και τους επερχόμενους καταλύτες της επιστροφής κεφαλαίου.
Παρατήρησε, δε, μια αλλαγή στο κλίμα, με τους επενδυτές να συμφωνούν με τις θετικές απόψεις της επενδυτικής τράπεζας, σημειώνοντας ωστόσο ότι η άνοδος είναι λιγότερο ελκυστική μετά την αύξηση των τιμών που έγινε το 2023.
«H διανομή κεφαλαίου θα είναι το κλειδί και ορισμένοι επενδυτές πιστεύουν ότι το περαιτέρω re-rating για τις ελληνικές τράπεζες απαιτεί τη συνέχιση του re-rating των τραπεζών της ΕΕ», τονίζει η Morgan Stanley.
Αναλυτικά οι εκτιμήσεις του επενδυτικού οίκου για τις ελληνικές τράπεζες:
Alpha Bank
Η διοίκηση της Alpha Bank αναμένει μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) κατά 5% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω των υψηλότερων beta καταθέσεων λόγω της μετατόπισης από τις καταθέσεις όψεως στις προθεσμιακές καταθέσεις.
Αυτό όμως αποτελεί μια συντηρητική υπόθεση κρίνοντας από τις τρέχουσες συνθήκες με 74% και 24% έως το τέλος του 2023 σε 68% και 32% μερίδιο σε τρέχουσες έναντι προθεσμιακών καταθέσεων μέχρι το τέλος του 2024, δεδομένου ότι κατά τους πρώτους δύο μήνες του 2024, η τράπεζα δεν έχει παρατηρηθεί ουσιαστική μεταβολή στο μείγμα καταθέσεων.
Κάθε αύξηση 2% στον δείκτη beta των καταθέσεων μεταφράζεται σε 24 εκατ. ευρώ περίπου υψηλότερο κόστος επιτοκίου. Το σχετικά χαμηλό μερίδιο των προθεσμιακών καταθέσεων στα βιβλία της μπορεί να εξηγηθεί κυρίως από ένα μεγάλο μερίδιο μικρού μεγέθους καταθέσεων λιανικής εντός της καταθετικής βάσης της τράπεζας. Η διοίκηση υπογράμμισε επίσης ότι η Alpha Bank δεν έχει σημαντική έκθεση διατραπεζικού δανεισμού, γεγονός που σημαίνει ότι τα περιθώρια της τράπεζας δεν θα επηρεαστούν τόσο πολύ όσο οι άλλες ελληνικές τράπεζες όταν ξεκινήσει ο κύκλος μείωσης των επιτοκίων.
Αναφορικά με τα δάνεια, η τράπεζα υπογράμμισε ότι παρά τον έντονο ανταγωνισμό για τα επιχειρηματικά δάνεια, η τράπεζα δεν έκανε συμβιβασμούς στα περιθώρια των επιχειρηματικών δανείων, ακόμη και αν αυτό σήμαινε ότι θα έχανε κάποια θέση στην αγορά στις νέες χορηγήσεις. Για το μέλλον, η τράπεζα αναμένει αυξημένες πιέσεις στα περιθώρια των επιχειρηματικών δανείων.
Ο υψηλότερος όγκος δεν θα συμβάλλει σημαντικά στα αποτελέσματα χρήσης, ωστόσο, η διοίκηση σημείωσε ότι η ανάκαμψη των οργανικών ενυπόθηκων δανείων θα μπορούσε να επηρεάσει το κλίμα της αγοράς, αποδεικνύοντας ότι θα αποτελέσει θετικό καταλύτη για τις τράπεζες. Για την ελληνική αγορά στεγαστικών δανείων, η Alpha Bank εντόπισε την έλλειψη προσφοράς που να ανταποκρίνεται στη ζήτηση ως τον κύριο μοχλό αύξησης των τιμών των ακινήτων το 2023.
Για τις διανομές κεφαλαίου, η τράπεζα αναφέρθηκε στη συνέχιση της σταθερότητας και σε μια πιθανή ομαλοποίηση στην ποιότητα του ενεργητικού ως καταλύτη για τη χαλάρωση των διανομών κεφαλαίου. Η τράπεζα σχεδιάζει δείκτη διανομής άνω του 25% της κεφαλαιοποίησής της μεταξύ 2024-26. Η διοίκηση υπογράμμισε ότι στο μέλλον, οι επενδυτές μπορούν να αναμένουν μερίσματα σε μετρητά, καθώς και δυνατότητες για επαναγορές μετοχών, ενώ στο θέμα των συγχωνεύσεων και εξαγορών, υπογράμμισε την ισχυρή ενοποίηση του ελληνικού τραπεζικού τομέα ως εμπόδιο για τη δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών. Η τράπεζα θα επιδιώξει να επενδύσει σε επιχειρήσεις διαχείρισης περιουσίας στην Ελλάδα.
Παράλληλα, η Alpha Bank αναμένει μια θετική επίδραση δεύτερης τάξης από τις μειώσεις των επιτοκίων στο κόστος του κινδύνου. Η ποιότητα του ενεργητικού έχει επίσης υποστηριχθεί από τα ανώτατα όρια ενυπόθηκων δανείων που εισήγαγαν οι τράπεζες σε συνεργασία με την κυβέρνηση (πλαφόν στο 2,8% του επιτοκίου Euribor). Το πρόγραμμα πρόκειται να λήξει τον Απρίλιο αλλά η προσδοκία της Alpha είναι ότι θα παραταθεί για ένα ακόμη έτος. Για το χαρτοφυλάκιο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προτεραιότητα είναι η οργανική μείωση και βλέπει πιθανή άνοδο της καθοδήγησης της για το κόστος κινδύνου.
Η τράπεζα φιλοδοξεί να γίνει η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στην Κύπρο, μετά την Τράπεζα Κύπρου και την Ελληνική Τράπεζα (μετά την ενοποίηση της Eurobank). Η κύρια στρατηγική θα περιλαμβάνει επέκταση της χονδρικής, καθώς και αξιοποίηση της θέσης της στο Λονδίνο και στην Αθήνα από την πλευρά της διαχείρισης περιουσίας. Το μερίδιο αγοράς της τράπεζας στην Κύπρο ανέρχεται σήμερα σε περίπου 5%.
Eurobank
Η διοίκηση της Eurobank έκανε λόγο για τις πιέσεις στην τιμολόγηση των επιχειρηματικών δανείων, δεδομένου του αυξημένου ανταγωνισμού. Για τα επόμενα τρία χρόνια, ανέλαβε μια μείωση 50 μ.β. των εταιρικών περιθωρίων, η οποία είναι μια σχετικά συντηρητική παραδοχή. Για τα δάνεια, από την πλευρά των επιχειρήσεων, η Eurobank τόνισε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν περίπου ίσο μερίδιο αγοράς στον τομέα των επιχειρηματικών δανείων. Ωστόσο, η ζήτηση για εταιρικών δανείων θα είναι αρκετά υψηλή στην Ελλάδα, ώστε όλες οι τράπεζες να δουν αξιοπρεπή ανάπτυξη και να μην κάνουν συμβιβασμούς στα περιθώρια κέρδους για να προσελκύσουν νέες επιχειρήσεις.
Παρά τις συχνές συζητήσεις σχετικά με την επιστροφή των reperforming δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών, η Eurobank υπογράμμισε ότι δεν συμπεριλαμβάνει αυτή την επιλογή στο επιχειρηματικό της σχέδιο. Η αναμενόμενη αξία αυτών των δανείων είναι περίπου 20 δισ. ευρώ και πρόκειται κυρίως για δάνεια λιανικής και όχι εταιρικά. Σύμφωνα με τη διοικητική ομάδα, αυτή η υπεραξία είναι απίθανο να υλοποιηθεί το 2024, αλλά θα μπορούσε να είναι μια πιθανή επιλογή από το 2025 και μετά.
Σε σχέση με τις συνέργειες της Ελληνικής Τράπεζας, υπάρχει δυνητική υπεραξία στην Eurobank για το 2024-2026, αν συμπεριληφθούν οι συνέργειες, όπως: 1) Κόστος, 2) Συνέργειες από την αξιοποίηση της πλεονάζουσας ρευστότητας, 3) Συνέργειες εσόδων. Στόχος της τράπεζας είναι να αποκτήσει ποσοστό άνω του 55% στην Ελληνική Τράπεζα στο μέλλον. Η εταιρεία συνεχίζει να θεωρεί ότι η Ελλάδα, η Κύπρος και η Βουλγαρία είναι οι βασικές αγορές της και δεν στοχεύει σε περαιτέρω επέκταση για να γίνει παγκόσμιος παίκτης. Από την προοπτική της ιδιωτικής τραπεζικής, η εταιρεία θα ήθελε να αναπτύξει το δίκτυό της για να ξεπεράσει αυτές τις τρεις βασικές αγορές και μέχρι το 2026 αναμένουν να πραγματοποιούν περίπου το 50% των εσόδων τους στην Ελλάδα και το υπόλοιπο 50% εκτός Ελλάδος. Οι ευκαιρίες της τράπεζας είναι στις εξαγορές και συγχωνεύσεις που έχουν πραγματοποιήσει, παράλληλα με την ανάπτυξη που παρατηρείται στην Ελλάδα. Αυτό θα πρέπει να τους βοηθήσει να επιτύχουν τους στόχους του επιχειρηματικού τους σχεδίου ή και να τους ξεπεράσουν.
Για τα κεφάλαια, η τράπεζα θα έχει την ευκαιρία να επιτύχει την αύξηση των κερδών της και σχεδιάζει να εκδώσει 1,1 δισ. ευρώ senior preferred bonds το β’ τρίμηνο και το β’ εξάμηνο του 2024 σε δύο εκδόσεις. Όσον αφορά την αξιοποίηση του πλεονάζοντος κεφαλαίου, η Eurobank καθοδήγησε σε έως και 20 μ.β. επίπτωση στο κεφάλαιο από την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας. Η τράπεζα σχεδιάζει να αξιοποιήσει το υπόλοιπο του πλεονάζοντος κεφαλαίου με: 1) επιτάχυνση της αύξησης του ενεργητικού, 2) περαιτέρω επιτάχυνση της διανομής μερισμάτων και 3) συγχωνεύσεις και εξαγορές.
Για τα μερίσματα, η Eurobank σχεδιάζει να αυξήσει σταδιακά τη διανομή σε 50%. Για τη συμμετοχή των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC) στα εποπτικά κεφάλαια της τράπεζας, η τελική λήξη τους αναμένεται να συμβεί το 2041. Μέχρι το τέλος του 2026, η τράπεζα δεν αναμένει τα DTCs να αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 28% του CET1. Η τράπεζα βλέπει επίσης ανοδική πορεία στις προβλέψεις της 1) από την Ελληνική Τράπεζα και τις συνέργειες που θα προκύψουν, 2) το χαμηλότερο δείκτη κόστους κινδύνου και 3) τη χαμηλότερη συμπίεση στα εταιρικά spreads. Αυτό θα σήμαινε άνοδο του στόχου της τράπεζας για τον δείκτη ROTE στο 13% για το 2026.
Για τα δάνεια, η Εθνική Τράπεζα ρωτήθηκε σχετικά με τις προοπτικές αύξησης των εξυπηρετούμενων δανείων που είναι υψηλότερες από τις αντίστοιχες των άλλων ελληνικών τραπεζών. Υποστήριξε ότι η χαμηλή διείσδυση των πιστώσεων, σε συνδυασμό με το ισχυρό ΑΕΠ θα πρέπει να στηρίξει την ισχυρή αύξηση τα επόμενα χρόνια. Η τράπεζα βλέπει ισχυρά σημάδια ζήτησης και πιστεύει ότι η αύξηση των δανείων θα οδηγηθεί από την αύξηση κατά 9% στις εταιρικές χορηγήσεις, ενώ από το 2025 και μετά αναμένει ότι η αύξηση των δανείων λιανικής θα επιταχυνθεί.
Η διοίκηση της ΕΤΕ τόνισε ότι η υποτονική ζήτηση στεγαστικών δανείων στην ελληνική αγορά σχετίζεται με την έλλειψη διαθέσιμων κατοικιών και τελικά αυτό οδηγεί σε υψηλότερες τιμές γιατί τελικά προσελκύουν επενδύσεις σε νέες κατοικίες. Για τα reperforming δάνεια αναφέρει ότι μπορεί να αποτελέσουν μεγάλη πηγή δυνητικής ανόδου για τις προοπτικές αύξησης των δανείων της τράπεζας και η αγορά θα μπορούσε να φτάσει τα 40 δισ. ευρώ αλλά επισήμανε ότι αυτό δεν περιλαμβάνεται στην καθοδήγηση της για την αύξηση των δανείων.
Σε σχέση με τον ανταγωνισμό, στο θέμα της αύξησης των δανείων, η Εθνική Τράπεζα ανέφερε ότι βλέπει έντονο ανταγωνισμό στη χορήγηση δανείων, γεγονός που οδηγεί στη συμπίεση των εταιρικών spreads (μείωση 20 μ.β. το 2023). Αυτό έχει ωθήσει την ΕΤΕ να ενσωματώσει στις προβλέψεις της μια συντηρητική υπόθεση για πλήρη μετακύλιση των μειώσεων των επιτοκίων. Αντίθετα, ο ανταγωνισμός στις καταθέσεις είναι πιο περιορισμένος, γεγονός που σημαίνει ότι τα beta των καταθέσεων έχουν διατηρηθεί υπό έλεγχο.
Για τις προοπτικές των καθαρών εσόδων από τόκους (ΝΙΙ), η τράπεζα εκτιμά ότι θα είναι σε θέση να κινηθεί σε παρόμοια επίπεδα με εκείνα του 2023 έως το 2026, αν και ελαφρώς χαμηλότερα. Αυτό καθίσταται εφικτό χάρη στην αύξηση του όγκου, τα χαμηλά beta των καταθέσεων που οδηγούν σε ευνοϊκό κόστος χρηματοδότησης, τις προσπάθειές της για την αύξηση των πάγιων περιουσιακών στοιχείων και τη μείωση του κόστους αντιστάθμισης
Η τράπεζα συνεχίζει να βλέπει περαιτέρω περιθώρια βελτίωσης του κόστους, μέσω του εξορθολογισμού των υποκαταστημάτων της. Η πρόβλεψη του 2026 για κόστος κινδύνου από 50 μ.β. είναι συντηρητική, λαμβάνοντας υπόψη το πόσο καλά προετοιμασμένη είναι η τράπεζα στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σταδίου 1-3, με καλύψεις υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ΕΤΕ πιστεύει ότι είναι σε θέση να ανταγωνιστεί με χαμηλότερο κόστος κινδύνου από τις αντίστοιχες εταιρείες λόγω του εσωτερικού συστήματος εξυπηρέτησης.
Για τη διανομή κεφαλαίου, η τράπεζα επανέλαβε την πρόθεσή της να διανείμει μερίσματα φέτος από τα κέρδη του 2023 και το επόμενο έτος να αυξήσει τη διανομή μερισμάτων για να συγκλίνει με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τόνισε, επίσης, ότι η ικανότητά της να διανέμει μερίσματα περιορίζεται μόνο από τις κανονιστικές ρυθμίσεις, ενώ παράλληλα θα επιδιώξει και άλλους τρόπους για την αμοιβή των μετόχων, όπως οι επαναγορές.
Τράπεζα Πειραιώς
Σύμφωνα με την Morgan Stanley, η Τράπεζα Πειραιώς βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τις άλλες τράπεζες για να επωφεληθεί από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα RRF για την αύξηση των δανείων. Υπογράμμισε επίσης ότι το κύριο όφελος των κεφαλαίων RRF είναι ότι αποτελούν παράγοντα ενίσχυσης των δανείων και όχι οδηγό της αύξησης των δανείων. Για να το καταδείξει αυτό, από τα 1,6 δισ. ευρώ της πιστωτικής επέκτασης το 2023, τα 300 εκατ. ευρώ ήταν RRF που αφορούσαν επιχειρηματικά δάνεια. Από την πλευρά της λιανικής τραπεζικής, η Πειραιώς αναμένει περιορισμένη ανάπτυξη, ενώ σημείωσε ότι η πλειονότητα των αγορών κατοικιών βασίζεται σήμερα σε ίδια κεφάλαια έναντι στεγαστικών δανείων.
Η Τρ. Πειραιώς αναφέρθηκε επίσης στην ευκαιρία πιστωτικής ανάπτυξης από τα reperforming δάνεια, τα οποία θα μπορούσαν να ανέλθουν ως και 30 δισ. ευρώ για το σύνολο του τομέα. Τα χαμηλά beta καταθέσεων της τράπεζας έχουν υποστηριχθεί από τη σταθερή καταθετική της βάση και πιστεύει ότι στο μέλλον μπορεί να υπερασπιστεί το μείγμα καταθέσεών της. Στο guidance της, η τράπεζα αναμένει συντηρητικά μια αύξηση των beta καταθέσεων, καθώς και μια υψηλότερη στροφή προς τις προθεσμιακές καταθέσεις. Αναμένει beta καταθέσεων στο 20% περίπου το 2024 και περίπου 25-27% το 2025-2026 από 13% το 2023.
Αναφορικά με τα κίνητρα αποζημίωσης της ανώτατης διοίκησης, αυτά, σύμφωνα με την εταιρεία, εξαρτώνται από τις αποδόσεις, τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων, τους όγκους βιώσιμης χρηματοδότησης και τον δείκτη κόστους προς έσοδα. Παράλληλα, η Τράπεζα Πειραιώς εγκαινιάζει την ψηφιακή της τράπεζα, Snappi, στην οποία η τράπεζα προσανατολίζεται να δαπανήσει επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ ετησίως. Η Snappi θα έχει ευρωπαϊκή τραπεζική άδεια, οπότε η Πειραιώς θα μπορεί να αναπτύξει το πρόγραμμα γρήγορα στην Ελλάδα και στη συνέχεια να προχωρήσει στην Ευρώπη.
Για την διανομή κεφαλαίου, δεδομένου του guidance για οργανική δημιουργία καθαρών κερδών ύψους 1 δισ. ευρώ, υπάρχει περαιτέρω άνοδος στις υποθέσεις για τη διανομή μερίσματος. Αναμένει ότι η γενική συνέλευση των μετόχων θα επικυρώσει το μέρισμα του 2023 έως τον Ιούνιο. Μέχρι το 2026, αναμένεται να παράγει απόδοση περίπου 12% (μη προσαρμοσμένη) και περίπου 14% προσαρμοσμένη για τα πλεονάζοντα κεφάλαια. Τα DTCs αποτελούν το 76% του CET1 της τράπεζας, η οποία εκτιμά ότι θα φτάσουν περίπου το 45% έως το 2026.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr