Εκτιμά όμως, ότι ορισμένα από τα προβλήματα της SVB που οδήγησαν στην αποτυχία της δεν υπάρχουν στον ίδιο βαθμό στο τραπεζικό σύστημα της ΕΕ. Όπως αναφέρει ο καναδικός οίκος αξιολόγησης, υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των τραπεζών της ΕΕ και της SVB. Οι πρώτες έχουν χαμηλότερη έκθεση σε τίτλους σταθερού εισοδήματος, πιο σταθερές καταθέσεις, ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που περιλαμβάνει αυστηρότερες πολιτικές διαχείρισης επιτοκιακού κινδύνου ακόμη και για τις μικρότερες τράπεζες.
Ωστόσο, επισημαίνει ο οίκος, παρακολουθούμε στενά τη ρευστότητα των τραπεζών της ΕΕ καθώς και την έκθεσή τους σε τίτλους σταθερού εισοδήματος. Για να γίνει αυτό, έκανε ένα θεωρητικό «stress test» με βάση το οποίο οι ευρωπαϊκές τράπεζες αναγκάστηκαν να πουλήσουν το σύνολο του χαρτοφυλακίου σταθερού εισοδήματος που διαθέτουν σε αναπόσβεστο κόστος. Σύμφωνα με το αποτέλεσμα ο αντίκτυπος του κεφαλαίου φαίνεται διαχειρίσιμος για τις τράπεζες της ΕΕ.
Σε αυτό το τεστ υπολόγισε ζημιές προ φόρων 10%, το οποίο θεωρεί ότι είναι ένα αρκετά αυστηρό σενάριο, καθώς οι τράπεζες που παρακολουθεί και έχουν πρόσφατα αποκαλύψει μη πραγματοποιηθείσες ζημίες στο χαρτοφυλάκιό τους αναφέρουν ζημίες της τάξης του 5% έως 10 %. Στη συνέχεια, υπολόγισε τον αντίκτυπο στα κεφάλαια (CET1) για όλες τις τράπεζες του δείγματος και συγκέντρωσε τα αποτελέσματα κάνοντας έναν απλό μέσο όρο ανά χώρα.
Με βάση αυτή την άσκηση η SVB βρέθηκε με δείκτη CET μόλις 3%, ενώ οι ευρωπαϊκές τράπεζες καταγράφουν διψήφιους δείκτες: 11% Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, 12% η Ιταλία και έως 18% στην περίπτωση της Σουηδίας.
Η DBRS αναγνωρίζει πως για την άσκηση i) χρησιμοποίησε ανοίγματα του τέλους Ιουνίου 2022 ως δείκτη των ομολόγων που έχουν υποστεί υποτίμηση στην αγορά και πως ii) η ζημία προ φόρων είναι στην πραγματικότητα διαφορετική μεταξύ των τραπεζών, καθώς η διάρκεια και οι πολιτικές αντιστάθμισης των χαρτοφυλακίων είναι διαφορετικές. Ωστόσο, θεωρεί ότι αυτή η άσκηση είναι χρήσιμη για τον εντοπισμό πιθανών κινδύνων εντός των τραπεζών της ΕΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο, εφάρμοσε στο test της ζημία μετά από φόρους 8,5% σε ολόκληρο το χαρτοφυλάκιο της SVB, η οποία είναι συνεπής με τη ζημία που ανέφερε στην αγορά, αφού πούλησε χαρτοφυλάκιο 21 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.
Η DBRS παρατηρεί πως υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ της SVB και των ευρωπαϊκών τραπεζών, καθώς οι τελευταίες έχουν χαμηλότερη έκθεση σε τίτλους σταθερού εισοδήματος, πιο σταθερές καταθετικές βάσεις και αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο για τη διαχείριση κινδύνου επιτοκίου, ακόμα και για τις μικρότερες τράπεζες. Αν και οι μη πραγματοποιηθείσες απώλειες των τραπεζών της ΕΕ στα χαρτοφυλάκια ομολόγων δεν αποτελούν πηγή συστημικής αστάθειας, η DBRS εξηγεί πως ο πλήρης αντίκτυπος της τρέχουσας κρίσης στο τραπεζικό σύστημα δεν έχει ακόμη φανεί.
«Οι πρόσφατες πτωχεύσεις δείχνουν ότι οι τραπεζικές κρίσεις και οι κρίσεις ρευστότητας μπορούν να εκτυλιχθούν με ταχύτητα που δεν έχουμε δει στο παρελθόν». δήλωσε η Maria Rivas, Ανώτερη Αντιπρόεδρος από την ομάδα του DBRS Morningstar Global Financial Group και πρόσθεσε: «Χρειάζονται περαιτέρω εργαλεία για την αντιμετώπιση κρίσεων ρευστότητας και αυτή η πρόσφατη εμπειρία μπορεί να αποτελέσει πολύτιμη συμβολή για την τρέχουσα αναθεώρηση του πλαισίου διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων και ασφάλισης καταθέσεων της ΕΕ».
Όπως καταλήγει η DBRS, σε κάθε περίπτωση, η SVB είναι ένα σημαντικό μάθημα. Παρά το γεγονός ότι οι πλήρεις συνέπειες της κατάρρευσής της παραμένουν αβέβαιες, υπάρχουν ορισμένα σημαντικά συμπεράσματα. Αυτή η κατάρρευση δείχνει ότι οι τράπεζες και η κρίση ρευστότητας μπορούν να εκτυλιχθούν με απίστευτη ταχύτητα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr