Η πράσινη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας με στόχο την εκπλήρωση των περιβαλλοντικών δεσμεύσεων εντός της Ε.Ε., θα απαιτήσει κεφάλαια της τάξης των 500 δισ. ευρώ ή 17 δισ. ευρώ ετησίως σε επενδύσεις ως το 2050. Παρά το γεγονός ότι τα ποσά αυτά φαίνονται δυσθεώρατα για την ελληνική οικονομία, αυτό δεν ισχύει, τόνισε ο κ. Μεγάλου. Σύμφωνα με μελέτες της Τράπεζας Πειραιώς, το ΑΕΠ της Ελλάδας θα ανακάμψει φέτος - σε τρέχουσες τιμές- κοντά στα 207 δισ. ευρώ και αναμένεται ότι να συνεχίσει να αναπτύσσεται σε ονομαστικούς όρους με ρυθμούς κοντά στο 5%. Ταυτόχρονα, προβλέπεται ανάκαμψη των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ κοντά στα επίπεδα του 20%.
«Με βάση αυτές τις πολύ συντηρητικές παραδοχές, αναμένουμε ότι το ύψος των ετήσιων επενδύσεων στην ελληνική οικονομία θα ανέλθει σε επίπεδο άνω των 40 δισ. ευρώ το χρόνο. Ήδη μόνο για την τρέχουσα δεκαετία 2021-2030 προβλέπουμε συνολικές επενδύσεις ύψους 400 δισ. ευρώ. Συνεπώς, μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, το κόστος της πράσινης μετάβασης για την ελληνική οικονομία μοιάζει απολύτως εφικτό και διαχειρίσιμο», είπε ο CEO της Τράπεζας Πειραιώς.
Ουσιαστικός είναι ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς σημαντικό κομμάτι των ευρωπαϊκών κονδυλίων που θα κατευθυνθούν προς τη χρηματοδότηση της μετάβασης αυτής θα διοχετευθούν στον ιδιωτικό τομέα με τη μορφή τραπεζικών πιστώσεων. Ταυτόχρονα, η απορρόφηση αυτών των κοινοτικών κονδυλίων θα απαιτήσει τη μόχλευση και ιδιωτικών πόρων, με αναλογία 50% κοινοτικοί πόροι, 30% τραπεζική συμμετοχή και 20% ιδιωτικά κεφάλαια.
Όπως υπογράμμισε ο κ. Μεγάλου, «στην Τράπεζα Πειραιώς παρακολουθούμε όλες αυτές τις εξελίξεις με γνώμονα την στήριξη των επιχειρήσεων – πελατών μας και με βασικό στόχο: Να αναδείξουμε την Τράπεζα Πειραιώς ως το βασικό χρηματοδότη της πράσινης μετάβασης στην ελληνική οικονομία».
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η Τράπεζα Πειραιώς κινείται προς 2 κατευθύνσεις:
Στο πρώτο επίπεδο, η Τράπεζα δημιουργεί τις εσωτερικές υποδομές, τις πολιτικές και τις στρατηγικές, εντάσσοντας κριτήρια Περιβαλλοντικά, Κοινωνικά και Εταιρικής Διακυβέρνησης, γνωστά ως κριτήρια ESG (Environmental, Social and Governance), με αποτέλεσμα την καλύτερη συνεργασία με τους πελάτες και τους επενδυτές ώστε να τους κατευθύνει σε μακροχρόνιες και βιώσιμες επενδύσεις και να μειώσει το ανθρακικό αποτύπωμα του χαρτοφυλακίου της.
Στο δεύτερο επίπεδο, η Τράπεζα εντοπίζει σε ποιους τομείς της οικονομίας μπορεί η Τράπεζα να έχει τις μεγαλύτερες θετικές επιπτώσεις και σχεδιάζει προϊόντα και υπηρεσίες με κριτήρια ESG για την υποστήριξη επενδύσεων σε έργα που οδηγούν στη μείωση των επιπτώσεων από την κλιματική αλλαγή και έχουν θετικό πρόσημο για την κοινωνία.
«Για εμάς, πρόκληση είναι να παρέχουμε ολοκληρωμένη υποστήριξη στις ελληνικές επιχειρήσεις για επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες, μέσω εξειδικευμένων χρηματοδοτικών εργαλείων και συμβουλευτικών υπηρεσιών. Ρόλος μας, και στόχος μας ταυτόχρονα, είναι να τους δώσουμε τη δυνατότητα να προσαρμοστούν στο νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης και εξοικονόμησης ενέργειας, το οποίο θα τους επιτρέψει να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους στην αγορά, να μειώσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και να εισέλθουν σε νέους καινοτόμους τομείς», υπογράμμισε ο κ. Μεγάλου.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr