Στην ανάλυση της η τράπεζα σημειώνει ότι "οι δείκτες συγκυρίας και επιχειρηματικού κλίματος, οι οποίοι περιγράφουν την εξέλιξη της μεταποιητικής βιομηχανίας, εμφανίζουν θετική εικόνα επιβεβαιώνοντας τη δυναμική του τομέα τα τελευταία έτη."
"Τούτο αποτυπώνεται στη σταδιακή ενίσχυση της συμβολής της μεταποιήσεως τόσο στην συνολική προστιθέμενη αξία της ελληνικής οικονομίας, όσο και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας", αναφέρει η τράπεζα και προσθέτει:
Μεταποίηση: Ανάκαμψη δεικτών συγκυρίας και προσδοκιών
Πρώτον, η μεταποιητική παραγωγή αυξήθηκε κατά 2,1% σε ετήσια βάση στο επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2018, ενισχύοντας τον γενικό δείκτη βιομηχανικής παραγωγής κατά 0,7%. Ειδικότερα, η μεταποιητική παραγωγή αυξήθηκε κατά 4,1% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο του 2018, ενώ καταγράφει αξιόλογες επιδόσεις σε όλη τη διάρκεια του 2018, όπως παρατηρείται στο Γράφημα 1.
Δεύτερον, ο Δείκτης Υπεύθυνων Στελεχών για τις Προμήθειες στη Μεταποίηση (Purchasing Managers Index_PMI), ένας σύνθετος δείκτης που μετρά την επίδοση του μεταποιητικού κλάδου, εμφανίζει ανοδική τάση, όπως παρουσιάζεται στο Γράφημα 1 (κόκκινη γραμμή), και διατηρείται σε επίπεδο άνω των 50 μονάδων από τον Ιούνιο του 2017. Ειδικότερα, τον Αύγουστο του 2018, ο δείκτης ΡΜΙ ανήλθε στις 53,9 μονάδες, αποτυπώνοντας τις θετικές εκτιμήσεις για την ανάπτυξη του κλάδου. Οι νέες παραγγελίες από τους πελάτες του εξωτερικού και του εσωτερικού αυξήθηκαν με έντονο ρυθμό, γεγονός το οποίο με τη σειρά του οδήγησε σε αύξηση της παραγωγής, των νέων παραγγελιών και της απασχολήσεως. Οι παραγωγοί παραμένουν αισιόδοξοι για τις προοπτικές της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος.
Τρίτον, ο δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στη Βιομηχανία, με βάση τα αποτελέσματα ερευνών του ΙΟΒΕ, βελτιώθηκε σημαντικά, στις 106,6 μονάδες τον Αύγουστο του 2018, και διαμορφώνεται σε επίπεδο προ της οικονομικής κρίσεως. Από τους υποδείκτες που συνθέτουν τον δείκτη, σημαντική ήταν η βελτίωση για τις παραγγελίες και τη ζήτηση στη βιομηχανία.
Παραγωγικότητα και μη μισθολογικό κόστος εργασίας
Η εξέλιξη των ανωτέρω δεικτών συνάδει με την ενίσχυση του μεριδίου της μεταποιητικής παραγωγής στη συνολική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία (ΑΠΑ) και στην απασχόληση στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, η μεταποιητική βιομηχανία συμβάλλει θετικά στην αύξηση της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της οικονομίας τα δύο τελευταία έτη, όπως παρουσιάζεται στο Γράφημα 2.
Επιπροσθέτως, στο πρώτο εξάμηνο του 2018, με βάση τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο ευρύτερος βιομηχανικός τομέας συνέβαλε θετικά στον ρυθμό μεταβολής της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 0,4 εκατοστιαίες μονάδες. Παράλληλα, η ενίσχυση της μεταποιήσεως επιτρέπει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στον κλάδο, οι οποίες ακολουθούν ανοδική πορεία ήδη από το 2015. Στο πρώτο εξάμηνο του 2018 σημειώθηκε επιπλέον αύξηση της απασχολήσεως στη μεταποίηση κατά 0,3% σε ετήσια βάση.
Οι ανωτέρω μεταβολές στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία και στην απασχόληση προσδιορίζουν και την εξέλιξη της μεταβολής της παραγωγικότητος της εργασίας στη μεταποίηση. Όπως παρατηρείται στο Γράφημα 2, η παραγωγικότητα της εργασίας εμφανίζει ανοδική τάση από το 2015, ωστόσο μικρή αύξηση της παραγωγικότητος σημειώθηκε μόλις το 2017 (κόκκινη γραμμή), σε αντίθεση με την παραγωγικότητα στην Ευρωζώνη, η οποία εμφανίζει θετικούς ρυθμούς μεταβολής συνεχώς από το 2010 (διακεκομμένη κόκκινη γραμμή).
Η ενίσχυση του κλάδου της μεταποιήσεως οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μείωση του κόστους εργασίας που επέτρεψε τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητος του κλάδου. Ειδικότερα, όπως παρουσιάζεται στο Γράφημα 3, το ονομαστικό κόστος εργασίας στη μεταποίηση καταγράφει σημαντική μείωση από το 2012 (μπλε γραμμή), η οποία οφείλεται, σχεδόν αποκλειστικά στη μείωση του μισθολογικού κόστους εργασίας. Το κόστος εργασίας, αν και εξακολουθεί να διαμορφώνεται κάτω των 100 μονάδων, ακολουθεί ελαφρώς ανοδική πορεία από τις αρχές του 2017, η οποία αποδίδεται στη μεγάλη αύξηση του μη μισθολογικού κόστους.
Δεδομένου ότι ο κλάδος της μεταποιήσεως αποτελεί έναν από τους πλέον εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας που είναι σημαντικά εκτεθειμένος στον διεθνή ανταγωνισμό, η μείωση του μη μισθολογικού κόστους (δηλαδή ο περιορισμός των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων) είναι καθοριστικής σημασίας για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητάς του, και κατά συνέπεια της συμβολής του στην επίτευξη υψηλών ρυθμών οικονομικής αναπτύξεως. Παράλληλα, κρίνεται απαραίτητη η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων προκειμένου να ενισχύσουν περαιτέρω τους κλάδους παραγωγής διεθνών εμπορεύσιμων προϊόντων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr