Συγκεκριμένα, τα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού 2017 δείχνουν ότι το πρωτογενές ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού διαμορφώθηκε σε € 1,9 δισ., σημαντικά υψηλότερο, κατά € 1,5 δισ. έναντι του στόχου που είχε τεθεί για το πρώτο εξάμηνο του 2017 με βάση το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και έναντι πρωτογενούς πλεονάσματος € 1,6 δισ. στο πρώτο εξάμηνο του 2016.
Όπως αναφέρει η τράπεζα, η ομαλή πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο πρώτο εξάμηνο του 2017 σε ετήσια βάση στηρίχθηκε: (ι) στη μικρή αύξηση των καθαρών εσόδων του Τακτικού Προϋπολογισμού κατά € 0,3 δισ., (ιι) στη μείωση των πρωτογενών δαπανών κατά € 0,8 δισ. και (ιιι) στη μείωση των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά € 0,4 δισ.
Η εξέλιξη των καθαρών εσόδων του Τακτικού Προϋπολογισμού τους πρώτους πέντε μήνες του 2017 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) δείχνει:
• Σημαντική αύξηση των έμμεσων φόρων, σε ετήσια βάση, ό,τι δηλαδή συνέβη και κατά το 2016, εξέλιξη που αποδίδεται στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών του ΦΠΑ και του ειδικού φόρου κατανάλωσης των ενεργειακών προϊόντων. Ωστόσο, παρά την αύξηση του ΦΠΑ στα προϊόντα καπνού, τα έσοδα αυτής της κατηγορίας υστερούν στο πρώτο πεντάμηνο του 2017 έναντι της περυσινής περιόδου.
• Ελαφρά μείωση των εσόδων από άμεσους φόρους, στο πρώτο πεντάμηνο του 2017 κατά € 429 εκατ. σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2016, λόγω κυρίως της μείωσης των εσόδων από τον φόρο στην περιουσία εξαιτίας της διαφοράς στο χρονοδιάγραμμα είσπραξης του ΕΝΦΙΑ στα δύο έτη.
Από την άλλη πλευρά, η φοροδοτική ικανότητα των φορολογουμένων συνεχίζει να εξασθενεί, όπως υποδηλώνει η σημαντική αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των ιδιωτών προς το Δημόσιο το πρώτο τρίμηνο του έτους, ενώ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους προμηθευτές της γενικής κυβέρνησης διατηρήθηκαν σε υψηλό επίπεδο, με αρνητικό αντίκτυπο στη ρευστότητα των επιχειρήσεων και την οικονομική δραστηριότητα.
Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης προσδοκάται ότι θα οδηγήσει σε επιτάχυνση του προγράμματος αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ενώ το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του 2017 αναμένεται να ξεπεράσει το στόχο του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ. Για το 2017 αναμένεται η δημοσιονομική πολιτική να είναι λιγότερο συσταλτική έναντι του προηγούμενου έτους, καθώς το 2016 παρατηρήθηκε μη επαναλαμβανόμενη είσπραξη εσόδων και συγκράτηση δαπανών.
Πέραν, ωστόσο, της αυξητικής τάσης των εσόδων συνολικά, είναι χρήσιμο να αναλυθεί σε ποιό βαθμό η πορεία των φορολογικών εσόδων το 2016 προσδιορίστηκε από:
(α) την αλλαγή της φορολογικής πολιτικής που χαρακτηρίστηκε από υψηλή επιβάρυνση των συναλλαγών (μεταβολή συντελεστών ΦΠΑ και ΕΦΚ) και συμπίεση του διαθεσίμου εισοδήματος (μεταβολή στην κλίμακα του φόρου εισοδήματος)
(β) τη μεταβολή της οικονομικής δραστηριότητας,
(γ) την αύξηση του ποσοστού εισπραξιμότητας λόγω βελτίωσης της φορολογικής διοίκησης, διεύρυνσης της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και ενίσχυσης των ελεγκτικών μηχανισμών.
Όσον αφορά στον παράγοντα (γ), το 2016 είχαμε αύξηση των εισπράξεων μεγαλύτερη από εκείνη των βεβαιωμένων φορολογικών οφειλών. Με άλλα λόγια, τα έσοδα αυξήθηκαν περισσότερο από ό,τι θα αναμενόταν με βάση τις φορολογικές αλλαγές που επήλθαν και τη μεταβολή στην οικονομική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια ένα ποσό της τάξεως του € 0,9 δισ. συνιστά αύξηση της εισπραξιμότητας και δύναται να αποδοθεί στην αναβάθμιση της φορολογικής διοίκησης, τη διεύρυνση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και την συμπίεση της φοροδιαφυγής είτε μέσω ελέγχων είτε υιοθέτησης μέτρων αναγκαστικής είσπραξης.
Ειδικότερα, όσον αφορά στη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών, όπως αναφέρεται στην Επισκόπηση του Ελληνικού Χρηματοπιστωτικού Συστήματος (ΤτΕλλάδος, Ιούλιος 2017), το 2016, ο συνολικός αριθμός συναλλαγών με κάρτες πληρωμών αυξήθηκε κατά 34,6% και διαμορφώθηκε στις 513 εκατ. συναλλαγές. Το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών προήλθε κυρίως από τις χρεωστικές, που αποτελούσαν το 85% του συνολικού αριθμού συναλλαγών με κάρτες το 2016.
Επίσης, την τελευταία τετραετία το ποσοστό εισπραξιμότητας ανήλθε σημαντικά στο φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, στο φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων αλλά και στα έσοδα από ΦΠΑ λοιπών προϊόντων. Ειδικά για τα τελευταία, παρατηρείται αύξηση της εισπραξιμότητας κατά 1,46 εκατοστιαίες μονάδες (ΤτΕλλάδος), μετά από πέντε συνεχή έτη πτώσης.
Επίσης, εκτιμάται ότι ο παράγοντας (α), η μεταβολή δηλαδή της φορολογικής πολιτικής (φορολογικοί συντελεστές, φορολογική κλίμακα) οδήγησε στην αύξηση των βεβαιωμένων οφειλών περί τα 2,8 δισ. ευρώ, εφόσον ο παράγοντας (β), δηλαδή η μεταβολή της οικονομικής δραστηριότητας, όπως προσεγγιστικά μπορεί να μετρηθεί με το ρυθμό μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας σε ονομαστικούς όρους, την προηγούμενη χρονιά ήταν σχεδόν μηδενική (0,1%).
Το 2016, οι φορολογικές επιβαρύνσεις στο εισόδημα φυσικών και κυρίως νομικών προσώπων επηρέασαν αυξητικά τα έσοδα από άμεσους φόρους, ενώ οι αυξημένοι φορολογικοί συντελεστές που επεβλήθησαν σε διάφορες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών οδήγησαν στην αύξηση των εσόδων από έμμεσους φόρους. Οι επιπλέον φορολογικές αυξήσεις στην αρχή του τρέχοντος έτους επιδρούν θετικά στα έσοδα από έμμεσους φόρους και στο πρώτο πεντάμηνο του 2017.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr