Όπως ο ίδιος είπε, η σημαντική πρόοδος στην οικονομία και τις μεταρρυθμίσεις που έχει ήδη επιτευχθεί, θα πρέπει να περιφρουρηθεί και να αποτελέσει τη βάση για την αναπτυξιακή φυγή προς τα εμπρός, για μια μεγάλη επενδυτική ώθηση που θα πείσει τις αγορές ότι η Ελλάδα αλλάζει.
«Με τη δέσμευση που έχουμε αναλάβει για τη δημιουργία σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ ετησίως τα επόμενα υφεσιακού χαρακτήρα χρόνια, μόνο η σημαντική αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών, η αναγέννηση του ιδιωτικού επιχειρείν προσφέρουν αντίβαρο και προοπτική.
Ως απόλυτη προτεραιότητα, θα πρέπει να ολοκληρώσουμε την αξιολόγηση και να υλοποιήσουμε τα συμφωνηθέντα χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις και αμφιταλαντεύσεις. Η συνέπεια θα τροφοδοτήσει την αξιοπιστία και την εμπιστοσύνη των αγορών», σημείωσε.
Δεν δικαιολογείται με ίδιες ή καλύτερες μακροοικονομικές επιδόσεις από την Πορτογαλία να πληρώνουμε 300 πόντους βάσης παραπάνω, για να δανειστούμε και να μην μπορούμε και να είμαστε πέντε βαθμίδες πιο κάτω στις διεθνείς αξιολογήσεις φερεγγυότητας από την S&P, Moody’s. Είναι θέμα αποκατάστασης της αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης στις αγορές.
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος της Eurobank, oι χρηματοδοτικές μας ανάγκες για την περίοδο 2018-2023 είναι περιορισμένες, €7δις ετησίως κατά μέσο όρο σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, €11δις σύμφωνα με το ΔΝΤ ενώ αναρωτήθηκε αν είναι δυνατόν μία χώρα να μην μπορεί να εφαρμόσει πολιτικές που θα άνοιγαν τις αγορές για €7δις ετησίως;
Η εδραίωση εμπιστοσύνης εντός κι εκτός Ελλάδας θα συμβάλει στη μείωση των επιτοκίων, τη σταδιακή άρση των κεφαλαιακών περιορισμών και τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, όσον αφορά τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος και της κεφαλαιαγοράς.
Η αποτελεσματική δε μείωση των υπολοίπων των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα συμβάλει καθοριστικά στη βελτίωση του ρόλου των τραπεζών στην αναπτυξιακή διαδικασία, στην απελευθέρωση ρευστότητας και στη δημιουργία ισχυρότερων επιχειρηματικών σχημάτων.
«Παράλληλα, θα πρέπει να χαράξουμε τη δική μας αναπτυξιακή στρατηγική, με γνώμονα τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο, υπόδειγμα οικονομικής ανάπτυξης, που θα στηρίζεται στην οικονομική εξωστρέφεια, τις επενδύσεις, τη διεθνή ανταγωνιστικότητα» συμπλήρωσε.
«Ωστόσο, καθώς τα ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα εγχώριας αποταμίευσης και επενδύσεων δεν επαρκούν για να τροφοδοτήσουν την επενδυτική έκρηξη που χρειάζεται η χώρα, είναι επιβεβλημένη η προσέλκυση σημαντικών κεφαλαίων από την αλλοδαπή κυρίως υπό τη μορφή άμεσων ξένων επενδύσεων.
Τέλος, ο κ. Καραμούζης δήλωσε πως «δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι παρά τις πρωτόγνωρες δοκιμασίες των τελευταίων ετών, η Ελλάδα παραμένει μια ειρηνική και δημοκρατική χώρα, μέλος της Ευρωζώνης, μέλος όλων των διεθνών οργανισμών, σε μια περιοχή του κόσμου που γειτονεύει με όλες τις εστίες αστάθειας, συγκρούσεων, διολίσθησης προς τον αυταρχισμό ή την αταξία.
Η ελληνική κοινωνία, παρά την μεγάλη πίεση που δέχτηκε από το μεταναστευτικό και την οικονομική κρίση, αποδείχτηκε ανθεκτικά ανοιχτή και φιλόξενη, σε αντίθεση με άλλες που είχαν πολύ μικρότερες πιέσεις. Η Ευρώπη, με όλες τις υστερήσεις της, είναι μια πραγματική όαση ειρήνης, δημοκρατίας και ευημερίας μέσα σε συνθήκες παγκόσμιας εντροπίας.
Είναι ενθαρρυντικό ότι Γαλλία και Γερμανία εμφανίζονται έτοιμες να αναλάβουν μια νέα πρωτοβουλία που θα ωθήσει προς τα εμπρός το ευρωπαϊκό όχημα, με περισσότερη αυτοπεποίθηση.
Η Ελλάδα έχει να εισφέρει σημαντικά γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα καθώς η Ευρώπη θα αναλαμβάνει αναβαθμισμένες ευθύνες και ρόλο σε διεθνή κλίμακα».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr