Σε απόλυτα νούμερα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα μειώθηκαν για πρώτη φορά από τις αρχές της κρίσης με το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από τις συσσωρευμένες προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο να παραμένει περίπου στο 50%. Αν προστεθεί στις συσσωρευμένες προβλέψεις και η αξία των εξασφαλίσεων που έχουν ληφθεί από τις τράπεζες έναντι των εν λόγω δανείων, τότε το ποσοστό κάλυψης προσεγγίζει το 100%.
Θετική εξέλιξη αποτέλεσε και η υποχώρηση του λόγου μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων προς το άθροισμα του αποθέματος των προβλέψεων συν τα εποπτικά ίδια κεφάλαια (δείκτης Texas) κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες σε 126%, ποσοστό ωστόσο που παραμένει υψηλό και διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Η ΤτΕ διαπιστώνει ότι έχει σημειωθεί πρόοδος στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, που αποτελεί και την πλέον κρίσιμη πρόκληση για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, σημειώνοντας όμως, ότι το μέγεθος του προβλήματος δεν επιτρέπει ακόμη στις τράπεζες να απελευθερώσουν ρευστότητα που θα ανακατευθύνουν για χρηματοδότηση της οικονομίας.
Ειδικότερα, οι τράπεζες προχώρησαν στη διάρκεια του εννεαμήνου του 2016 σε αύξηση στη ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων οφειλών κατά 11,3%, επιλέγοντας, μάλιστα, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ρυθμίσεις με μακροπρόθεσμη προοπτική, οι οποίες πλέον αντιστοιχούν στο 44% περίπου του συνόλου των ρυθμίσεων και οριστικών διευθετήσεων οφειλών.
Ιδιαιτέρως υψηλά, πάντως, παραμένουν τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μεταξύ των χρηματοδοτήσεων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες και μάλιστα στους επιμέρους κλάδους της εστίασης, της κλωστοϋφαντουργίας, της βιομηχανίας χάρτου και ξύλου, όπως και στους κλάδους των κατασκευών και του εμπορίου.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr