Ειδικότερα, στην ανάλυσή της για τις ελληνικές τράπεζες η Citigroup διαπιστώνει τρεις θετικούς καταλύτες:
1) Ορατότητα για τη διαχείριση των προβληματικών δανείων (μετά και τις ανακοινώσεις των στόχων από την Τράπεζα της Ελλάδος). Η έκθεση της ΤτΕ για τη μείωση της μη εξυπηρετούμενης έκθεσης των τραπεζών ξεκαθαρίζει το πόσο θα πρέπει να μειώσουν οι τράπεζες την έκθεσή τους ως τα τέλη του 2019. Οι στόχοι είναι ρεαλιστικοί και ευθυγραμμισμένοι με τις εκτιμήσεις του αμερικανικού οίκου.
2) Πτώση στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Ο οίκος αναμένει ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί στις αρχές του 2017, κάτι που αναμένεται να οδηγήσει σε αγορές κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να έχουν όφελος 100-180 εκατ. ευρώ ανά τράπεζα λόγω των ομολόγων που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους και του χαμηλότερου κόστους κεφαλαίου.
3) Ελκυστική αποτίμηση. Αν και οι ελληνικές τράπεζες έχουν ενισχυθεί κατά περίπου 30% σε σχέση με τα χαμηλά τους στις αρχές Νοεμβρίου, ο κλάδος διαπραγματεύεται ακόμη με αποτίμηση κρίσης, με P/ΤB στο 0,3 για το 2016 και τις τέσσερις τράπεζες να διαπραγματεύονται χαμηλότερα από τις τιμές των ανακεφαλαιοποιήσεων τον περασμένο Δεκέμβριο. Ο οίκος προβλέπει απόδοση ιδίων κεφαλαίων στο 5,2% το 2019.
Ωστόσο, η Citigroup δεν παραλείπει να επισημάνει και τους κινδύνους που μπορεί να επηρεάσουν τον ελληνικό κλάδο.
1) Πτώση στα περιθώρια κέρδους. Η αναδιάρθρωση, η πώληση assets και οι διαγραφές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιέσεις στο επιτοκιακό περιθώριο των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες ωστόσο θα μπορούσαν να αντισταθμιστούν από τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης. Σήμερα, το 8%-20% των NIIs των ελληνικών τραπεζών είναι από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Μία μείωση 40%-45%
2) Απώλειες στα μεσοπρόθεσμα υψηλά δάνεια. Για την επίτευξη του στόχου της μείωσης των NPEs, οι ελληνικές τράπεζες ίσως χρειαστεί να προχωρήσουν σε μεγάλες διαγραφές, οδηγώντας σε αυξημένες ζημιές στο χαρτοφυλάκιο των δανείων τους τα επόμενα χρόνια. Η Citi εκτιμά πως η ΠΕΙΡΑΙΩΣ θα έχει την υψηλότερη αθροιστική απώλεια και η ΕΤΕ τη χαμηλότερη, έως το 2019.
3) Αβεβαιότητες γύρω από την οικονομία και την πολιτική σταθερότητα. Όπως επισημαίνει η Citi, ενώ οι πολιτικοί κίνδυνοι υποχωρούν, η αβεβαιότητα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και η οικονομική ανάκαμψη είναι εύθραυστη σε εξωτερικούς κραδασμούς. Η ελάφρυνση του χρέους με την επέκτασή του προφίλ ωρίμανσης και η ανταλλαγή ομολόγων με κυμαινόμενο επιτόκιο με ομόλογα σταθερού επιτοκίου, θα μπορούσαν επίσης να έχουν απρόβλεπτες επιπτώσεις στις θέσεις των ελληνικών τραπεζών στα ομόλογα του EFSF.
Σύμφωνα με τη Citigroup, ανάμεσα στις ελληνικές τράπεζες οι ALPHA BANJ και ΕΘΝΙΚΗ θεωρούνται "αμυντικοί τίτλοι" έναντι σε κάθε οικονομικό και πολιτικό σοκ, εξαιτίας της καλύτερης κεφαλαιακής διάρθρωσης και των προβλέψεων.
Η ΠΕΙΡΑΙΩΣ έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες ανόδου, ενώ o δείκτης CET 1 της EUROBANK είναι χαμηλότερος από τον υπόλοιπο κλάδο.
Οι τιμές στόχοι διαμορφώνονται στα 2,50 ευρώ για την ALPHA BANK, στα 0,30 ευρώ για την ΠΕΙΡΑΙΩΣ, στα 0,95 ευρώ για την EUROBANK και στα 0,30 ευρώ για την ΕΘΝΙΚΗ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr