Ο SSM και το, υπό νέα διοίκηση, Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα αυξήσουν την πίεση στον κλάδο ώστε να υπάρξει σημαντική αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, αρχής γενομένης από το 2017, με τη χρήση πιο δραστικών εργαλείων αναδιάρθρωσης, ακόμη και πώλησης δανείων. Επί της ουσίας, οι θεσμοί θέλουν να «πατηθεί το γκάζι» στη διαδικασία υποβολής στόχων τριετίας (2017-19) για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, στέλνοντας ένα ακόμη μήνυμα ότι η περίοδος χάριτος έχει παρέλθει και θα πρέπει κυβέρνηση, αρχές και τράπεζες να τρέξουν με ταχύτερους ρυθμούς.
Το «βουνό» των μη εξυπηρετούμενων δανείων ύψους 85 δισ. ευρώ και αυτών που βρίσκονται κοντά στο «κόκκινο» και είναι ακόμη 20 δισ. ευρώ είναι το πιο δύσκολα διαχειρίσιμο πρόβλημα του κλάδου. Το επικαιροποιημένο Μνημόνιο προέβλεπε ότι ως το τέλος του περασμένου μήνα, οι τράπεζες θα είχαν συμφωνήσει με την ΤτΕ και τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) τους στόχους τριετίας (2017-19) για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposures -NPEs). Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες έχουν ενημερωθεί από τον SSM ότι έχουν χρόνο για την υποβολή των επιχειρησιακών τους στόχων ως τον προσεχή Σεπτέμβριο.
Προκειμένου να «γεφυρωθεί» η παραπάνω διάσταση, βρέθηκε η μέση λύση, οι τράπεζες να στείλουν τους γενικούς στόχους, το οποίο και έγινε ως το τέλος Ιουνίου και οι λεπτομερείς επιχειρησιακοί στόχοι να κατατεθούν ως τον Σεπτέμβριο. Όμως, ήδη φαίνεται να υπάρχει μια διάσταση εκτιμήσεων για τις δυνατότητες του κλάδου να μειώσει τον όγκο των NPEs, κάτι που εξαρτάται από τη λήψη γενναίων πρωτοβουλιών, και με την έννοια των «αιματηρών», αλλά και από το γενικότερο περιβάλλον, καθώς η ύφεση υπονομεύει κάθε κίνηση αναδιάρθρωσης, ακόμη και τις προσπάθειες πώλησης δανείων.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, η πίεση εντάθηκε μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Μ. Βρετανία και την επάνοδο των ανησυχιών στις αγορές για το πόσο καλά ανακεφαλαιοποιημένες είναι οι ιταλικές τράπεζες, που επίσης αντιμετωπίζουν την πρόκληση υψηλών μη εξυπηρετούμενων πιστοδοτήσεων. Η συγκυρία βρίσκει τις ελληνικές τράπεζες θωρακισμένες μεν κεφαλαιακά, με σημαντικές, όμως, αποκλίσεις ως προς σειρά στόχων που είχαν τεθεί, όπως η προσέλκυση καταθέσεων, η ταχύτερη μείωση των λειτουργικών εξόδων, η ταχύτερη απεξάρτηση από τον ELA και μείωση του κόστους χρηματοδότησης κ.λπ..
Σε κάθε περίπτωση, οι τράπεζες θεωρούν εύλογο τον στόχο για μείωση των NPEs κατά 25% σωρευτικά την τριετία. Οι γενικοί στόχοι που υπέβαλαν οι τράπεζες στους θεσμούς δεν απέχουν, σύμφωνα με πληροφορίες, από τον στόχο που φέρεται να είχε θέσει η ΤτΕ για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 10% ετησίως, ώστε το ποσοστό τους επί των δανειακών χορηγήσεων να μειωθεί, στο τέλος της τριετίας, στα επίπεδα του 25% με 26%, πλησιάζοντας τα επίπεδα της Ιταλίας και των άλλων χωρών του Νότου. Ενώ για την άλλη πλευρά, του SSM, επιθυμητό είναι η μείωση να είναι ακόμη μεγαλύτερη, κατά 35% περίπου από τα τρέχοντα επίπεδα των NPEs ύψους 105 δισ. ευρώ.
Οι τραπεζίτες ανησυχούν ότι μπορεί να τεθούν σε ισχύ οι μαξιμαλιστικοί στόχοι του SSM και φοβούνται ότι από το επόμενο έτος θα υπάρχει «ποινή», για παράδειγμα με τη μορφή κεφαλαιακών αποθεμάτων, αν δεν πιάνουν τους στόχους, ενώ οι επιδόσεις των διοικήσεων ανά έτος θα προσμετρώνται στην αξιολόγησή τους.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr