Οι συνθήκες για το τραπεζικό σύστημα ξεκίνησαν να επιδεινώνονται περίπου ένα χρόνο πριν, όταν στις αρχές Φεβρουαρίου 2015 η ΕΚΤ είχε άρει το waiver, δηλαδή την κατ’ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων (τα οποία είχαν χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση) για την παροχή ρευστότητας στις τράπεζες.
Το γεγονός ότι τα ελληνικά ομόλογα σταμάτησαν να γίνονται αποδεκτά ως ενέχυρα από την ΕΚΤ ανάγκασε τις τράπεζες να στραφούν στον ακριβό δανεισμό του ELA. Ο δανεισμός αυτός συνεχίζεται μέχρι σήμερα ως σχεδόν αποκλειστική πηγή ρευστότητας.
Πώς θα μπορούσαν να βελτιωθούν οι συνθήκες ρευστότητας; Με την επιστροφή των καταθέσεων, με την ενεργητικότερη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά και με τη μείωση της εξάρτησης των τραπεζών από το ευρωσύστημα που κοστίζει «ακριβότερα».
Οι δύο πρώτες… πηγές ίσως θέλουν τον χρόνο τους για να αποδώσουν. Οι καταθέσεις ήταν στα 120,9 δισ. ευρώ και παρά το γεγονός ότι είχαν αρχίσει να εμφανίζουν τάση σταθεροποίησης, μάλλον δεν θα πρέπει να αναμένουμε βελτίωση καθώς οι ανησυχίες παραμένουν όσο υπάρχουν ανοιχτά μέτωπα, όπως η αξιολόγηση, και η χώρα αντιμετωπίζει πολιτικό ρίσκο. Κατά συνέπεια, ο στόχος που είχε τεθεί για αύξηση των καταθέσεων κατά 10-20 δισ. το 2016-2017 φαντάζει δύσκολος. Παράλληλα, η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων είναι μακροπρόθεσμος στόχος. Στο καλό σενάριο οι τράπεζες θα μπορούσαν σε βάθος 3ετίας να αξιοποιήσουν 25 δισ. ευρώ προβληματικά δάνεια που σημαίνει κέρδος περί τα 8 με 10 δισ. Αλλά αυτό θέλει το χρόνο του και την… προϋπόθεση ότι θα γυρίσει η οικονομία.
Κατά συνέπεια, πιο εφικτός τρόπος σταδιακής βελτίωσης ρευστότητας είναι η απεξάρτηση από το «ακριβότερο»… ευρω-χρήμα. Μάλιστα, μεγάλα οφέλη για τις συνθήκες ρευστότητας και τη μείωση του κόστους χρηματοδότησής τους, αναμένουν οι τράπεζες από τις αλυσιδωτές κινήσεις από πλευράς ΕΚΤ, μετά την θετική αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος. Όπως υπολογίζουν το ετήσιο κόστος χρηματοδότησής τους μπορεί να μειωθεί κατά περίπου 750 εκατ. ευρώ αν όχι περισσότερο.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν δανειστεί από το ευρωσύστημα 108-110 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 71,8 δισ. είναι ELA, δηλαδή η έκτακτη παροχής ρευστότητας με κόστος 1,55%. Εφόσον υπάρξει θετική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας τον Μάρτιο του 2016 αναμένεται να επανέλθει το waiver των αποδεκτών collaterals και ταυτόχρονα θα μειωθεί το haircut στις εγγυήσεις, εξέλιξη που θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση του ELA προς τα 40 -45 δισ. (που σημαίνει μεγάλη μείωση των εξόδων από τόκους). Σημειώνεται ότι η εξάρτηση των τραπεζών από τον ELA έχει μειωθεί κατά περίπου 18,3 δισ. ευρώ από τον Αύγουστο, οπότε η κυβέρνηση υπέγραψε το νέο πρόγραμμα με τους δανειστές, μέχρι σήμερα.
Επίσης, η εξομάλυνση της ρευστότητας με χαμηλότερου κόστους δανεισμό απευθείας από την ΕΚΤ (με κόστος 0,05%), θα διευκολύνει και τον στόχο των τραπεζών να μειώσουν τον ακόμη ακριβότερο δανεισμό από τα ομόλογα του πυλώνα ΙΙ (27,8 δι σ. για τις 4 συστημικές), που έχουν το πιο ακριβό κόστος περίπου 3,05% σε ετησιοποιημένη βάση.
Γιώργος Παπακωνσταντίνου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr