Μια χρονιά στην οποία οι μετοχές των τραπεζών στην κυριολεξία κατέρρευσαν, ο κλάδος χρειάστηκε νέα ανακεφαλαιοποίηση ενώ τα προβληματικά δάνεια εκτινάχθηκαν στα επίπεδα άνω των 100 δισ. ευρώ.
Με την ανακεφαλαιοποίηση που ολοκληρώθηκε ουσιαστικά μέσα στον περασμένο Δεκέμβριο οι τράπεζες ενισχύθηκαν κεφαλαιακά, διασώθηκαν από τη χρεοκοπία ενώ και οι καταθέτες σώθηκαν από "κούρεμα" των καταθέσεών τους, αποφεύγοντας την υποχρεωτική συμμετοχή τους στην εξυγίανση τραπεζών.
Με μέσο όρο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 18,1% έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου στο 16,7%, οι ελληνικές τράπεζες καλούνται να ξαναβρούν τον παραδοσιακό τους ρόλο, αυτόν του χρηματοδότη της Οικονομίας, και να δημιουργήσουν ξανά εσωτερική αξία για τους μετόχους, τους καταθέτες και την κοινωνία.
Οι τράπεζες διαθέτουν 35-36 δισ. κεφάλαια όσα είχαν και το 2014, αν και κάποιοι αναλυτές σημειώνουν ότι τα 18 δισ. είναι αναβαλλόμενος φόρος. Σε κάθε περίπτωση πάντως, διαθέτουν τον δεύτερο ισχυρότερο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας σε κλαδικό επίπεδο παγκοσμίως.
Παράλληλα, διεθνή funds επένδυσαν 5,5 δισ. ευρώ. Έχοντας χάσει σχεδόν 9-10 δισ. τα αμέσως προηγούμενα έτη, λογικά θεωρείται να αναζητήσουν τρόπους για... κάλυψη της χασούρας, είτε με τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, με την ανάπτυξη δράσεων που θα φέρουν επιστροφή στα κέρδη, είτε μέσω του... ταμπλό, εφόσον δεν έχουμε αρνητικές εκπλήξεις στα πολιτικά τεκταινόμενα.
Ωστόσο, παρά την κεφαλαιακή ισχύ τους και την καλύτερη εικόνα που παρουσιάζουν στην αφετηρία του 2016 σε σχέση με τα προ μόλις ολίγων μηνών δεδομένΑ, θα κληθούν μέσα στο έτος να αντιμετωπίσουν μια σειρά προκλήσεων.
Μεταξύ αυτών, ξεχωρίζει η αντιμετώπιση του προβλήματος της ρευστότητας. Πρόκειται για την επίλυση του αρχικού προβλήματος του τραπεζικού συστήματος αποτέλεσμα της κρίσης και της πολιτικής αβεβαιότητας, το οποίο λίγο έλειψε να οδηγήσει τις τράπεζες στη χρεοκοπία. Για να υπάρξει αύξηση καταθέσεων πρέπει, πέρα της εμπέδωσης κλίματος οικονομικής και πολιτικής εμπιστοσύνης, τα capital controls να αρθούν οριστικά. Οι τράπεζες, μέσα στο τελευταίο 12μηνο, έχασαν άνω των 40 δις. ευρώ από καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών και ελπίζουν να ανακτήσουν τουλάχιστον 20 δισ. εντός του 2016.
Την ίδια ώρα, οι τράπεζες εμφανίζουν ένα χάσμα δανείων προς καταθέσεις περίπου 85 δισ. ευρώ και αυτό το χάσμα γεννά την ανάγκη της απεξάρτησης από την ρευστότητα του ευρωσυστήματος. Λογικά, σύντομα η ΕΚΤ, και πιθανότατα μετά την αξιολόγηση, να δρομολογήσει την επιστροφή στην ομαλή χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών (Waiver) και στη συνέχει και στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Όπως εκτιμάται, εφόσον η ΕΚΤ επαναφέρει το waiver, οι ελληνικές τράπεζες θα μπορέσουν να μεταφέρουν ρευστότητα περίπου 25 δις ευρώ από τον ELA στους απευθείας μηχανισμούς δανεισμού της ΕΚΤ, ελαφρύνοντας την πληρωμή των τόκων χρηματοδότησης κατά περίπου 300 εκατ. ευρώ ετησίως.
Μέσα στη χρονιά θα ξεκινήσει και η διαδικασία αντιμετώπισης του προβλήματος των "κόκκινων" δανείων. Πρόκειται για μη εξυπηρετούμενα "ανοίγματα" 107 δις. ευρώ επί συνόλου δανείων 207 δισ. ευρώ, τα οποία δεσμεύουν πολύτιμα κεφάλαια που κανονικά θα έπρεπε να διοχετευθούν σε νέες υγιείς χρηματοδοτήσεις. Το πλαίσιο ενεργητικής διαχείρισης που θεσπίστηκε πρόσφατα θα οδηγήσει μέσα στο πρώτο δίμηνο του 2016 στις πρώτες αδειοδοτήσεις εξειδικευμένων εταιριών για τη διαχείριση προβληματικών δανείων. Μεγαλύτερη είναι η πρόκληση της διαχείρισης των "κόκκινων" επιχειρηματικών δανείων που ανέρχονται σε 35 – 40 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 25 δισ. ευρώ είναι κοινοπρακτικά.
Η επιστροφή στην κανονικότητα και μέσω της εκ νέου χρηματοδότησης της Οικονομίας αποτελεί ένα ακόμα στοίχημα για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Οι τράπεζες θα κληθούν να δώσουν δάνεια επιλεκτικά και πρωτίστως σε βιώσιμες και παραγωγικές επιχειρήσεις.
Πέραν αυτών, οι τράπεζες θα κληθούν να κάνουν κάτι και για τους ίδιους τους... μετόχους τους, ιδιώτες και δημόσιο (ΤΧΣ), με τη δημιουργία εσωτερικής αξίας, μέσω της υλοποίησης των στόχων που εμπεριέχονται στα πλάνα αναδιάρθρωσης, και με στόχο να επιστρέψουν τάχιστα στην κερδοφορία. Πάντως, εσχάτως έχουν καταγραφεί κάποια ανυσηχητικά δεδομένα. Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώνονται, τα έσοδα από τα NPLs είναι ένα «ερωτηματικό» ενώ και ο στόχος για τη συνέχεια ίσως πρέπει να μπει με... χαμηλό πήχη μέχρι να ανακάμψει τουλάχιστον η οικονομία. Παράλληλα, το επιτόκιο για τον ELA παραμένει «αλμυρό» (3,5%) σε σχέση με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ. Βέβαια, έρχονται αναδιαρθρώσεις σε προσωπικό και καταστήματα, πωλήσεις συμμετοχών, cost cutting, αλλά θα πρέπει οι τράπεζες να επιτυγχάνουν σταθερά κέρδη για να μπορέσουν να μειώσουν την αναβαλλόμενη φορολογία με ίδια μέσα.
Σε κάθε περίπτωση, οι τράπεζες ξεκινούν από καλύτερη βάση το 2016 και εμφανίζουν μεγαλύτερες προοπτικές, εάν δεν έχουμε κάποιο πολιτικό θρίλερ στη χώρα. Την ίδια ώρα όμως, αντιμετωπίζουν και πλήθος προκλήσεων. Αν «πετύχουν», θα είναι αυτό καλό για τις ίδιες, τους μετόχους, το κράτος, την οικονομία και την κοινωνία.
Γιώργος Παπακωνσταντίνου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr