Υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη τονίζουν στο Reporter ότι οι Θεσμοί έχουν κλιμακώσει την πίεση τους τις τελευταίες ημέρες θέτοντας νέα αυστηρότερα κριτήρια για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών αναγκών. Μάλιστα αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι ενώ μέχρι πρότινος η ΕΚΤ χρησιμοποιούσε για την αξιολόγηση των εγγυήσεων των στεγαστικών δανείων τιμές ακινήτων κατά 30% μειωμένες από αυτές που πρότειναν οι τράπεζες, τις τελευταίες ώρες έχουν επανέλθει ζητώντας να υιοθετηθούν τιμές ακινήτων μειωμένες κατά 60% προκαλώντας την έντονη δυσαρέσκεια της Αθήνας.
Την ίδια στιγμή και ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός επιμένει να υιοθετεί συντηρητική προσέγγιση στη συνολική αξιολόγηση και μάλιστα με συνεχώς αυστηρότερα κριτήρια, εξέλιξη που αν επιβεβαιωθεί, θα αυξήσει το κεφαλαιακό έλλειμμα που προκύπτει από το AQR και το βασικό σενάριο, ψαλιδίζοντας ή ακόμη και εξανεμίζοντας τις προσδοκίες για συμμετοχή των ιδιωτών μετόχων.
Σε μια τέτοια περίπτωση εκτιμάται ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες θα προσεγγίσουν τελικά τα 20 δις. ευρώ. Ωστόσο οι ίδιες πηγές διευκρινίζουν πως σε περίπτωση που ο λογαριασμός πλησιάσει ακόμη και τα 20 δισ. ευρώ, δε σημαίνει κατ΄ ανάγκη ότι δε θα συμμετάσχουν στις αυξήσεις κεφαλαίου ιδιώτες επενδυτές.
Σε μία τέτοια περίπτωση, η ΕΚΤ θα στείλει στις αγορές σήμα οριστικής εξυγίανσης του κλάδου, γεγονός που σε συνδυασμό με τις χαμηλές τιμές στις οποίες θα εκδοθούν οι νέες μετοχές, θα συμβάλει καθοριστικά για την προσέλκυση νέων ιδιωτικών κεφαλαίων.
Απλώς το κίνητρο για επενδυτικά σχήματα που θα τοποθετηθούν για πρώτη φορά στην Ελλάδα θα είναι πολύ ισχυρότερο. Σε αντίθεση με τους παλαιούς μετόχους, οι οποίοι θα βρεθούν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα: Να εισφέρουν για μία ακόμη φορά νέο χρήμα, διασώζοντας την επένδυσή τους ή να αποχωρήσουν «κλειδώνοντας» σημαντικές ζημιές;
«Η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη. Εάν διαφανεί ότι το πολιτικοοικονομικό περιβάλλον μπορεί να στηρίξει την επιστροφή του τραπεζικού κλάδου σε βιώσιμη τροχιά, δεν αποκλείεται να δούμε και τους υφιστάμενους μετόχους να μπαίνουν στις νέες αυξήσεις» τονίζει αναλυτής.
Οι τραπεζικές διοικήσεις πάντως κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να πείσουν τις ευρωπαϊκές αρχές ότι τα πράγματα για την ελληνική οικονομία μετά τα capital controls δεν εξελίσσονται τόσο άσχημα όσο προβλεπόταν αρχικώς.
Σε αυτή την κατεύθυνση βοηθάει και ο γρήγορος σχηματισμός κυβέρνησης και η διάθεσή της να εφαρμόσει το Μνημόνιο με την επιφύλαξη βέβαια που δημιουργεί η ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ήδη οι τέσσερις συστημικές τράπεζες (ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ALPHA, EUROBANK) με κοινό υπόμνημά τους σε ΕΚΤ/SSM διατυπώνουν την εκτίμηση ότι η ύφεση φέτος και το 2016, όπως και η ανάκαμψη το 2017, θα είναι ηπιότερη σε σχέση με τις προβλέψεις της Κομισιόν, που υιοθέτησε η ΕΚΤ για το βασικό σενάριο της άσκησης προσομοίωσης και το AQR.
Παράλληλα η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να κερδίσει άμεσα δύο στοιχήματα. Το πρώτο περιλαμβάνει την προσπάθεια να πειστεί η εποπτική αρχή για την πολιτική βούληση πιστής εφαρμογής του Μνημονίου χωρίς αποκλίσεις στην εκτέλεση του φετινού προϋπολογισμού, οι οποίες θα οδηγούσαν στη λήψη συμπληρωματικών μέτρων με επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα.
Το δεύτερο στοίχημα είναι η υιοθέτηση ενός νέου αποτελεσματικού πλαισίου διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η ταχεία υλοποίηση του χρονοδιαγράμματος.
Κώστας Παπαγρηγόρης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr