Από τα πιο σοβαρά προβλήματα είναι ο κίνδυνος ελλείψεων στην αγορά από τον Αύγουστο. Και αυτό γιατί οι εισαγωγές αγαθών, μηχανολογικού εξοπλισμού και πρώτων υλών εξακολουθούν λόγω των capital controls να υπολείπονται σημαντικά των πραγματικών αναγκών. Από τις 29 Ιουνίου, ημερομηνία που έκλεισαν οι τράπεζες και επεβλήθησαν οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, ως τις 24 Ιουλίου είχαν εγκριθεί από την αρμόδια Επιτροπή Εγκρισης Τραπεζικών Συναλλαγών εμβάσματα για εισαγωγές αξίας 1,5 δισ. ευρώ.
Σε μηνιαία βάση, πριν από την εισαγωγή των capital controls το αντίστοιχο ποσό για εισαγωγές κατά μέσο όρο ήταν περίπου 3,5 δισ. ευρώ - με δεδομένο ότι οι εισαγωγές για το σύνολο του 2014 διαμορφώθηκαν σε 41,6 δισ. ευρώ. Επειδή όμως είναι καλοκαίρι, η χώρα λόγω των επιπλέον 9 εκατομμυρίων τουριστών έχει αυξημένες ανάγκες σίτισης. Το ποσό που είχε δαπανηθεί πέρυσι για εισαγωγές το αντίστοιχο διάστημα ήταν πάνω από 4 δισ. ευρώ. Δηλαδή υπάρχει ήδη ένα έλλειμμα της τάξεως των 3 δισ. ευρώ σε προϊόντα που δεν εισήχθησαν και το οποίο σύντομα, όπως εκτιμούν παράγοντες του λιανεμπορίου, θα το βρούμε μπροστά μας.
Επιπλέον, τα κεφάλαια του 1,5 δισ. ευρώ που εγκρίθηκαν αφορούσαν καύσιμα και φάρμακα. Και δικαίως δόθηκε προτεραιότητα σε αυτές τις ανάγκες, αλλά το πρόβλημα εξακολουθεί και υφίσταται, αφού οι εισαγωγές αυτές δεν κάλυψαν το κομμάτι της πραγματικής οικονομίας. Δεν κατευθύνθηκαν για αγορά πρώτων υλών για να δουλέψει η μεταποίηση, ή για τεχνολογικό εξοπλισμό, γι' αυτό και παρατηρείται δυσλειτουργία στην παραγωγική διαδικασία.
Ηδη πολλές επιχειρήσεις έχουν υποχρεώσει τους εργαζομένους να λάβουν τις άδειές τους και έχουν μειώσει δραστικά την παραγωγή τους.
Από σήμερα, με την τροποποίηση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, θα δοθεί μια μικρή ανάσα για τους εισαγωγείς, αφού αυξάνονται τα όρια των εμβασμάτων για εισαγωγές. Οι συναλλαγές ανά επιχείρηση και ανά ημέρα θα αυξηθούν στις 150.000 ευρώ. «Είναι μια εξομάλυνση αλλά σε καμία περίπτωση δεν λύνει το πρόβλημα» υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς και υπενθυμίζουν το παράδειγμα της Κύπρου, όταν από την πρώτη εβδομάδα της επιβολής των capital controls το όριο για εισαγωγές σε ημερήσια βάση για κάθε επιχείρηση ήταν 500.000 ευρώ!
Ουσιαστικά τα όρια πληρωμών για εισαγωγές για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες μαζί με την Τράπεζα Αττικής σε ημερήσια βάση είναι 22 εκατ. ευρώ, όταν προ capital controls ήταν περίπου 120 εκατ. ευρώ. Με αυτά τα όρια οι εισαγωγές που θα εγκρίνονται από τις τράπεζες - η Επιτροπή στο υπουργείο θα συνεχίσει να δίνει εγκρίσεις για ποσά άνω των 150.000 ευρώ ανά επιχείρηση - σε δωδεκάμηνη βάση ίσα ίσα που θα ξεπεράσουν τα 6,5 δισ. ευρώ. Αρκεί να σημειωθεί ότι το 2014 μόνο για εισαγωγές καυσίμων δαπανήθηκαν 15 δισ. ευρώ. Εκτός όμως από τα χαμηλά όρια για εμβάσματα, έχει καταγραφεί ήδη η αδυναμία τόσο της Επιτροπής του υπουργείου όσο και των επιτροπών των τραπεζών να επεξεργαστούν το πλήθος των αιτήσεων, ενώ υπάρχουν καταγγελίες από την ΕΣΕΕ ακόμη και για «κωλυσιεργία».
Ελλείψεις αγαθών
Ιδιαίτερα κρίσιμη είναι η κατάσταση στον τομέα των τροφίμων. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Επιχειρήσεων Τροφίμων (ΣΕΕΤ) από τα μέλη του, ως και τις 23 Ιουλίου είχαν εγκριθεί πληρωμές για εισαγωγές τροφίμων που αντιστοιχούν μόνο στο 7% του αριθμού και στο 10,5% της αξίας των αιτημάτων που έχουν υποβληθεί. Αν αναλογιστεί κανείς ότι τα 2/3 των τροφίμων εισάγονται, γίνεται αντιληπτό πως στα ράφια των σουπερμάρκετ τον Αύγουστο θα καταγραφούν οι πρώτες ελλείψεις.
Εν τω μεταξύ, επειδή τα εμβάσματα δεν εκκαθαρίζονται στους (εκτός συνόρων) τραπεζικούς λογαριασμούς των προμηθευτών, οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να εκτελωνίσουν φορτία. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές καθυστερήσεις στα τελωνεία με επιπτώσεις στα ευπαθή προϊόντα. Ηδη στα λιμάνια της χώρας βρίσκονται εγκλωβισμένα περί τα 8.000 κοντέινερ.
Το ανησυχητικό όμως είναι ότι έχει καραρρέυσει η εφοδιαστική αλυσίδα: Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις αγοράζουν πρώτες και βοηθητικές ύλες και υλικά συσκευασίας από εισαγωγείς. Ετσι το πρόβλημα των εισαγωγέων μετατρέπεται σε πρόβλημα των εξαγωγέων, με αποτέλεσμα να υπάρχουν καθυστερήσεις στις παραγγελίες και οι ξένοι ανταγωνιστές να αποκτούν προβάδισμα στις διεθνείς αγορές. Εκτιμάται ότι περίπου το 75% των πρώτων υλών που χρησιμοποιεί η εγχώρια μεταποίηση είναι εισαγόμενο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr