Νέες εκδόσεις ομολογιακών δανείων, αλλά και αυξήσεις κεφαλαίου και πάλι, από τις τράπεζες εν όψει των Ευρωπαϊκών stress tests για το αποτέλεσμα των οποίων υπάρχει αμφιβολία κατά πόσο θα είναι ευνοϊκό, μετά μάλιστα την έκκθεση του ΔΝΤ, είναι τα θέματα που συζητούνται στο παρασκήνιο στην αγορά. Η πορεία του τραπεζικού κλάδου χαρακτηρίζεται από μεγάλη μεταβλητότητα, αλλά και από εντολές πώλησης που εκτελούν συγκεκριμένα funds, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει τις τελευταίες μέρες στην Πειραιώς, υπό τον γενικότερο φόβο, τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να προλάβουν εις βάρος τους εξελίξεις, να δρομολογήσουν μέχρι τέλος του χρόνου νέες αυξήσεις, αλλά και νέες εκδόσεις προκειμένου να θωρακισθούν κεφαλαιακά.
Η χθεσινή δήλωση του αναπληρωτή CEO της Εθνικής κ. Π. Χριστοδούλου μόνο τυχαία δεν είναι , υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς. Ο κ. Χριστοδούλου δήλωσε, μιλώντας σε ξένο ειδησεογραφικό πρακτορείο ότι η Εθνική Τράπεζα ενδέχεται να προχωρήσει σύντομα σε νέα έκδοση ομολόγου, μετά την επιτυχημένη έκδοση πενταετών ομολόγων τον Απρίλιο, ύψους 750 εκατ. ευρώ, με επιτόκιο χαμηλότερο αυτού των κρατικών ομολόγων.
«Εάν δούμε πως υπάρχει αγορά, υπάρχει ένα format, το οποίο δεν ανταγωνίζεται με την έκδοσή μας, θα μπορούσαμε να βγούμε στην αγορά πολύ νωρίτερα», σημείωσε. Πρόκειται για δήλωση, σύμφωνα με την αγορά, που ενδεχομένως αποτυπώνει τις προθέσεις και των υπολοίπων χρηματοπιστωτικών ομίλων στη χώρα μας.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν οι αγορές φέρονται διατεθειμένες να συνεχίσουν να δίνουν τόσα σημαντικά κεφάλαια προς τη χώρα μας, δεδομένου ότι εκκρεμεί, κατά τις πληροφορίες, πάντα, μία ακόμα έκδοση Ελληνικού ομολόγου, ύψους 3 δις. ευρώ επταετούς διάρκειας, ενώ έχουν προηγηθεί με ομόλογα και αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών περισσότερα από 8 δις. ευρώ από τις 25 Μαρτίου μέχρι και τις αρχές Ιουνίου που ολοκληρώθηκαν τα ομολογιακά της Alpha και της Eurobank. Κι αυτό, όταν μια σειρά από μεταρρυθμίσεις στη χώρα έχουν παγώσει, οι διαπραγματεύσεις για το χρέος δεν έχουν ξεκινήσει καν και η απειλή των εκλογών μέσα στο φθινόπωρο να… αιωρείται στην ατμόσφαιρα.
Πάντως, τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώθηκαν στο τέλος του 2013 στο 31,9% (έναντι 24,5% τον Δεκέμβριο 2012), που αντιστοιχεί σε «κόκκινα» δάνεια ύψους άνω των 70 δισ. ευρώ, δηλαδή το μέγεθος μιας μεγάλης συστημικής τράπεζας! Αναλυτικότερα οι καθυστερήσεις ανήλθαν στο 26,1% στη στεγαστική πίστη (από 21,4% τον Δεκέμβριο 2012), στο 31,8% στην επιχειρηματική πίστη (από 23,4%), ενώ στην καταναλωτική πίστη οι καθυστερήσεις ανήλθαν στο 47,3% (από 38,8%).
Όπως σημειώνεται στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της ΤτΕ, οι τράπεζες θα πρέπει να πετύχουν μια αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ώστε αφενός να ελαφρυνθούν οι συνεργάσιμοι δανειολήπτες που δυσκολεύονται προσωρινά να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους και αφετέρου να ανακτηθούν σε μακροπρόθεσμη βάση κεφάλαια των τραπεζών που βρίσκονται δεσμευμένα σε προβληματικά δάνεια. Πρόκειται για πολύ δύσκολη άσκηση που ενέχει μεγάλους κινδύνους όχι μόνο για τις ίδιες τις τράπεζες, αλλά ευρύτερα για την εγχώρια οικονομία.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σημειώνει ότι η αντιμετώπιση του υπερδανεισμού πρέπει να γίνει με δραστικό τρόπο, προκρίνοντας μια εμπροσθοβαρή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, κάτι που θα επιτρέψει την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και παράλληλα θα επιτρέψει στις τράπεζες να έχουν ενεργό ρόλο στη χρηματοδότηση της οικονομίας και στην υποστήριξη της αναπτυξιακής προσπάθειας.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει τη μεγέθυνση της οικονομίας για την αντιμετώπιση του υπερδανεισμού, προσθέτοντας ότι η χώρα μας έχει έναν από τους υψηλότερους δείκτες καθυστερήσεων παγκοσμίως, η οικονομία παραμένει μη ανταγωνιστική, ενώ για την προσαρμογή των τιμών θα χρειαστεί χρόνος. Το ΔΝΤ σημειώνει ότι η διαχείριση των επισφαλειών μπορεί να απαιτήσει πολλά χρόνια και προειδοποιεί για τον κίνδυνο οι τράπεζες να αποκομίσουν ολιγοπωλιακά κέρδη, λόγω υψηλών περιθωριακών επιτοκίων και προμηθειών, στερώντας από την οικονομία πολύτιμους πόρους. Σε τρία μέτωπα θα ρίξουν τις δυνάμεις τους οι τράπεζες προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το ακανθώδες πρόβλημα των καθυστερήσεων:
α) Αύξηση εισπραξιμότητας. Οι τράπεζες θα εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε να πετύχουν την αύξηση των εισπράξεων από την αποπληρωμή μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πρόκειται για δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν μεν μεγάλες δυσκολίες, ωστόσο είναι σε θέση να αποπληρώσουν μέρος των οφειλών τους.
β) Αναδιαρθρώσεις. Οι τράπεζες θα ξεχωρίσουν δάνεια επιχειρήσεων που εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να επανέλθουν σε βιώσιμη πορεία εφόσον ληφθούν κάποια γενναία μέτρα, μεταξύ των οποίων μπορεί να είναι η μετοχοποίηση μέρους των υποχρεώσεων.
γ) Πώληση προβληματικών δανείων. Οι τράπεζες θα επιδιώξουν να απαλλαγούν από δάνεια που θεωρείται ότι εμφανίζουν μικρές πιθανότητες να επανέλθουν σε μια κανονικότητα αποπληρωμών, πουλώντας τα σε εξειδικευμένες εταιρείες.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr