Το θέμα της ασφάλειας των καταθέσεων, επανήλθε στη δημοσιότητα, μετά την ανακοίνωση της ΤτΕ ότι περνούν σε καθεστώς εκκαθάρισης οι συνεταιριστικές τράπεζες Δυτικής Μακεδονίας, Δωδεκανήσου και Ευβοίας.
Σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς, το όριο των 100.000 ευρώ ισχύει ανά καταθέτη και ανά πιστωτικό ίδρυμα, ανεξάρτητα από τον αριθμό των λογαριασμών. Δηλαδή, αν σε έναν λογαριασμό υπάρχουν δύο συνδικαιούχοι, καλύπτονται συνολικά 200.000 ευρώ.
Επίσης, αν ένας καταθέτης έχει λογαριασμούς σε δύο τράπεζες, καλύπτεται μέχρι του ορίου των 100.000 ευρώ για την κάθε μία από αυτές. Σημειώνεται ότι καλύπτονται πλήρως οι καταθέσεις προθεσμίας, ταμιευτηρίου, και όψεως. Επίσης, σε περίπτωση ανήλικων συνδικαιούχων, ο νόμος τους προστατεύει με τον ίδιο τρόπο που καλύπτει τους ενηλίκους.
Επιπλέον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το όριο των 100.000 ευρώ καλύπτει τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα. Και στις δύο περιπτώσεις ισχύουν οι ίδιοι κανόνες, δηλαδή το όριο ανά τράπεζα και δικαιούχο. Η διαφορά είναι ότι - κατά κανόνα - τα νομικά πρόσωπα και κυρίως οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν μεγάλα ποσά σε καταθέσεις και έτσι είναι αυτά που θα πληρώσουν ένα ενδεχόμενο κούρεμα των καταθέσεων.
Ενδεικτικό είναι ότι στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, μόνο το 0,4% των φυσικών προσώπων έχει καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ.
Όσο για το υπερβάλλον ποσό, που δεν καλύπτεται από την εγγύηση, τα χρήματα αυτά συνυπολογίζονται στα περιουσιακά στοιχεία της τράπεζας, προκειμένου να γίνει η εκκαθάριση και να καλυφθούν οι κεφαλαιακές ανάγκες. Ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να κουρευτούν πλήρως ή τμηματικά.
Επίσης, εξαιρούνται από το κούρεμα οι υποχρεώσεις της χρεοκοπημένης τράπεζας έναντι των εργαζομένων της, οι καλυμμένοι ομολογιακοί τίτλοι καθώς και τα διατραπεζικά δάνεια με περίοδο ωρίμασης μικρότερη των επτά ημερών από την ημέρα της χρεοκοπίας. Στη συνέχεια, και μετά την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της τράπεζας, ένα ποσοστό από τις καταθέσεις που δεν καλύπτονται μπορεί να επιστρέψει στους κατόχους τους.
Σε περίπτωση που κάποιος έχει καταθέσεις και δάνεια στην ίδια τράπεζα και αυτή χρεοκοπήσει, προκειμένου να υπολογιστεί η αποζημίωση που θα πάρει ο καταθέτης, θα συμψηφιστούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές από τα όποια δάνεια που έχει με το συνολικό υπόλοιπο των καταθέσεων. Στη συνέχεια, αφού δηλαδή αφαιρεθεί το ποσό που χρωστάει στην τράπεζα, ο καταθέτης θα αποζημιωθεί πλήρως για το υπόλοιπο των χρημάτων του, στο οποίο μάλιστα θα περιλαμβάνονται και οι δεδουλευμένοι τόκοι μέχρι την ημέρα που η κατάθεση καθίσταται μη διαθέσιμη.
Τέλος, τα χρήματα που είναι κατατεθειμένα σε υποκαταστήματα ξένων τραπεζών στην Ελλάδα καλύπτονται επίσης, αλλά ο φορέας που τα καλύπτει εξαρτάται από τη χώρα προέλευσης της τράπεζας. Δηλαδή, αν πρόκειται για υποκαταστήματα τραπεζών των οποίων η έδρα είναι σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κάλυψη γίνεται από το σύστημα εγγύησης καταθέσεων των χωρών τους.
Βέβαια, δεδομένου ότι πρόκειται για ενιαία κοινοτική οδηγία, τα δεδομένα σε ολόκληρη της Ευρωπαϊκή Ένωση είναι κοινά και, άρα, δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας για τους καταθέτες σε αυτή την περίπτωση.
Οσο για τις θυγατρικές τραπεζών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης που λειτουργούν στην Ελλάδα, στην περίπτωση αυτή οι καταθέτες καλύπτονται από το ελληνικό Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, απολαμβάνοντας την ίδια προστασία που ισχύει και για τις ελληνικές τράπεζες.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr