Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του κ. Ταμβακάκη:
To 2009 ήταν μια δύσκολη χρονιά τόσο για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, όσο και για την ελληνική οικονομία. Μέσα σε λίγους μόνο μήνες η ελληνική οικονομία υπέστη βίαιη προσαρμογή στις διεθνείς εξελίξεις βυθιζόμενη σε ύφεση μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες υψηλής ανάπτυξης. Ταυτόχρονα το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης εκτινάχθηκε σε πρωτοφανή επίπεδα οδηγώντας τις αγορές σε έντονη ανησυχία αναφορικά με την ικανότητα εξυπηρέτησης του ήδη υψηλού δημοσίου χρέους της χώρας. Από τον Νοέμβριο 2009 σταδιακά η ανησυχία αυτή πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, αφού η πρωτοφανής για χώρα της Ευρωζώνης αύξηση του κόστους δανεισμού της Ελλάδας στην αγορά ομολόγων πρακτικά έφερε την χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Οι συνθήκες αυτές κατέστησαν την επιβολή μέτρων άμεσης και βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής αναπόφευκτη, μέτρων που εκτιμάται ότι σε βάθος χρόνου θα μπορέσουν να καταστήσουν την οικονομία μας πιο αποδοτική και ανταγωνιστική.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ύφεσης, οι προκλήσεις για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο έγιναν εντονότερες ειδικά κατά τους πρώτους μήνες του 2010. Είναι βέβαιο ότι τα έτη 2010 και 2011 θα είναι εξαιρετικά δύσκολα για τον τραπεζικό τομέα, δεδομένων των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι, ακόμη και στην τρέχουσα σύνθετη και δυσχερή συγκυρία, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε καλή κατάσταση από άποψη κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας. Παρόλα αυτά, είναι βέβαιο ότι δημιουργείται ένα νέο περιβάλλον λειτουργίας των ελληνικών τραπεζών, που οριοθετείται από αυστηρότερα πλαίσια διαχείρισης κινδύνων, υψηλότερο κόστος ρευστότητας και χαμηλή ζήτηση δανείων στο εσωτερικό.
Η Εθνική Τράπεζα κατάφερε υπό αυτές τις ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες να διατηρήσει την ικανοποιητική της πορεία και τον πρωταγωνιστικό ρόλο της στις εξελίξεις στην Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ώστε να αντεπεξέλθει αλλά και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που δημιουργούνται.
Το 2009, η ΕΤΕ προέβη σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους €1,25 δισ., αυξάνοντας την κεφαλαιακή της επάρκεια σε επίπεδα ανάμεσα στα υψηλότερα των ευρωπαϊκών τραπεζών (δείκτης Tier I 11,3% και δείκτης Core Tier I 10,4%) . Επίσης προχώρησε σε έκδοση καλυμμένων ομολογιών €1,5 δισ. Η συγκεκριμένη έκδοση είναι η πρώτη τοποθέτηση καλυμμένων ομολογιών που πραγματοποιήθηκε από ελληνική τράπεζα σε ευρύ φάσμα επενδυτών. Επιπλέον, πέτυχε αύξηση των χορηγήσεων κατά €5,5 δισ. (+8%) σε ενοποιημένη βάση, πρωταγωνιστώντας στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Όμιλος επέδειξε ανθεκτικότητα σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο, με το δείκτη κόστους προς έσοδα να διαμορφώνεται σε 49% και τα προ προβλέψεων κέρδη να καλύπτουν τις αυξημένες προβλέψεις για μη εξυπηρετούμενα δάνεια κατά 2,5 φορές. Παράλληλα, διατήρησε το σημαντικό πλεονέκτημα της διαφοροποίησης των πηγών κερδοφορίας, καθώς το 41% των κερδών προ προβλέψεων προήλθε από τις διεθνείς δραστηριότητες. Τα καθαρά κέρδη του Ομίλου της ΕΤΕ διαμορφώθηκαν σε € 971 εκατ. (προ της έκτατης φορολογικής εισφοράς), μειωμένα κατά 37% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η μείωση αυτή αντανακλά τις έκτακτες απομειώσεις του χαρτοφυλακίου ομολόγων (€238εκατ), και κυρίως τον υπερδιπλασιασμό των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις που ανήλθαν σε €1,057εκατ. από €520εκατ το 2008. Όπως γνωρίζετε, λόγω της σχετικής νομοθεσίας, για άλλη μία χρονιά δεν μπορέσαμε να διανείμουμε μέρισμα.
Το 2009, συνεχίστηκε με συνέπεια η πολιτική στήριξης της εθνικής οικονομίας μέσα από τη χρηματοδοτική λειτουργία της Τράπεζας. Η ΕΤΕ, υλοποιώντας τις δεσμεύσεις της προς τους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, συμμετείχε στα προγράμματα του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ), χορηγώντας το 1/3 των δανείων της αγοράς. Επιπλέον, έθεσε σε εφαρμογή ειδικό πρόγραμμα συνολικού ύψους €100 εκατ. για τη χρηματοδότηση νέων επιχειρήσεων.
Στα τέλη του προηγούμενου έτους προαναγγέλθηκε η υιοθέτηση μιας πολιτικής αυξημένης διαφάνειας προς τους πελάτες μας. Έτσι, στις αρχές του 2010 η ΕΤΕ κατήργησε χρεώσεις πελατών στα επιδοτούμενα από τον ΟΕΚ στεγαστικά δάνεια, χαμήλωσε το όριο αναπροσαρμογής του κυμαινόμενου επιτοκίου των στεγαστικών προϊόντων που είναι συνδεδεμένα με την εκάστοτε μεταβολή του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), μείωσε την εφάπαξ δαπάνη για τοκοχρεολυτικά καταναλωτικά δάνεια και κατήργησε πληθώρα χρεώσεων στους καταθετικούς λογαριασμούς.
Σε επίπεδο λειτουργικής αναβάθμισης, η ΕΤΕ υιοθέτησε το 2009 το νέο εμπορικό σήμα i-bank, το οποίο αντικατοπτρίζει την αλλαγή προσέγγισης στην εξυπηρέτηση των πελατών. Τα εναλλακτικά δίκτυα παροχής τραπεζικών υπηρεσιών (δίκτυο ΑΤΜ, phone banking, internet banking) αναπτύσσονται σε κοινή πλατφόρμα που προάγει την αμφίδρομη επικοινωνία και προσφέρει εξαιρετική ταχύτητα και ασφάλεια. Η στρατηγική αυτή υλοποιείται σε επίπεδο Ομίλου σε όλες τις χώρες που έχει παρουσία, με στόχο την ομοιομορφία των δικτύων αλλά και την αξιοποίηση της ενιαίας πλατφόρμας για διασυνοριακά προϊόντα και υπηρεσίες. Στο πλαίσιο της νέας στρατηγικής που εξαγγείλαμε στα τέλη του 2009, που διέπει τις σχέσεις Τράπεζας-πελάτη, η ΕΤΕ έλαβε συγκεκριμένα μέτρα για την ενίσχυση της διαφάνειας και τη διαμόρφωση νέων προτύπων συναλλακτικής ηθικής. Συγκεκριμένα, θεσπίστηκε ο Συνήγορος του Πελάτη ο οποίος μεριμνά για τη φιλική διευθέτηση των διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ της Τράπεζας και των πελατών της, υιοθετήθηκε σύγχρονο διαφανές τιμολόγιο υπηρεσιών και σύντομα επαναδιατυπώνονται οι όροι των συμβάσεων ώστε να είναι πιο κατανοητοί και να είναι ευδιάκριτος ο τρόπος χρέωσης των υπηρεσιών. Επιπλέον, η ανάρτηση των συμβάσεων συναλλαγών στο διαδίκτυο πρόκειται να τις κάνει ευκολότερα προσβάσιμες.
Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας από τον Νοέμβριο 2009 και μετά, οδήγησαν την Εθνική Τράπεζα να εστιάσει στη διατήρηση της ρευστότητας και των εποπτικών κεφαλαίων. Ο συνδυασμός της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας και της αύξησης του κόστους άντλησης ρευστότητας ώθησε στην μερική προσαρμογή των επιτοκίων χορηγήσεων και κυρίως στην προσαρμογή όλων των επιτοκίων καταθέσεων, ώστε να συνάδουν με το αυξημένο κόστος δανεισμού της χώρας. Επιπλέον, η ΕΤΕ αύξησε την πλεονάζουσα ρευστότητα σε μια προσπάθεια να θωρακίσει περαιτέρω τον ισολογισμό της εν όψει ενδεχόμενης πιθανής επιδείνωσης της κατάστασης στις αγορές.
Υπό το πρίσμα των εξελίξεων αυτών, προτεραιότητες του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας για το 2010 αποτελούν:
1) Η ενίσχυση ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας: Λόγω των αυξημένων προκλήσεων της ελληνικής οικονομίας πρωταρχικός στόχος του Ομίλου παραμένει η συνέχιση της προσπάθειας συντήρησης της ρευστότητας σε υψηλά επίπεδα. Προς αυτή την κατεύθυνση ο Όμιλος έχει ήδη ενισχύσει την ηγετική θέση του στον τομέα των καταθέσεων. Επιπλέον, στοχεύει στην αξιοποίηση των δικτύων του για την περαιτέρω διείσδυση στις καταθέσεις ιδιωτών και επιχειρήσεων στη ΝΑ Ευρώπη και την Τουρκία, καθώς η ρευστότητα των αγορών αυτών ενισχύεται, καλύπτοντας την αύξηση των χρηματοδοτήσεων. Επιδιώκει, επίσης, να ενισχύσει την υπάρχουσα ρευστότητα με την περαιτέρω αξιοποίηση στοιχείων του ενεργητικού.
2) Η βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας. Ο στόχος αυτός θα επιδιωχθεί μέσω της μείωσης του λειτουργικού κόστους των εγχώριων δραστηριοτήτων. Ειδικότερα, επιχειρείται ενδοσκόπηση της διάρθρωσης του κόστους με στόχο την προσαρμογή του στις νέες συνθήκες. Αντιθέτως, όσον αφορά τις διεθνείς δραστηριότητες, στόχος είναι η οργανική επέκταση, καθώς οι οικονομίες αυτές, και ιδιαίτερα αυτή της Τουρκίας, εμφανίζουν σημάδια ισχυρής ανάκαμψης.
3) Η ενεργητική διαχείριση των καθυστερήσεων. Για το σκοπό αυτό έχουν εισαχθεί προϊόντα αναδιάρθρωσης δανείων για όλες τις κατηγορίες πελατών, λιανικής και επιχειρηματικής τραπεζικής. Στόχος είναι να αναδιαρθρωθούν δάνεια σαφώς άνω του €1 δισ., δίνοντας ανάσα στους υγιείς πελάτες ενώ καταβάλλονται προσπάθειες και για τη βελτίωση των λειτουργιών επανείσπραξης οφειλών.
4) Η διατήρηση της δυναμικής για την ανάπτυξη των εργασιών στις γειτονικές οικονομίες. Στη ΝΑ Ευρώπη και την Τουρκία αναμένεται πιστωτική επέκταση και ειδικά στην Τουρκία πλέον του 20%, η οποία θα αυτοχρηματοδοτηθεί από την ενίσχυση των καταθέσεων στις αντίστοιχες αγορές λόγω των θετικών εξελίξεων σε αυτές. Για το σκοπό αυτό σχεδιάζεται επέκταση του δικτύου καταστημάτων στην Τουρκία. Έχοντας πλέον δημιουργήσει εκτεταμένο δίκτυο καταστημάτων, η περαιτέρω επέκταση στη ΝΑ Ευρώπη θα συνεχιστεί μόλις υπάρξουν ασφαλείς ενδείξεις ότι η περιοχή έχει εισέλθει σε ανοδικό κύκλο.
5) Η βελτίωση της αποτελεσματικής διαχείρισης κεφαλαίων και στοιχείων ισολογισμού. Προς αυτή την κατεύθυνση σχεδιάζεται η περαιτέρω από-επένδυση στοιχείων του Ομίλου που δεν αποτελούν κομμάτι των παραδοσιακών τραπεζικών εργασιών, η βελτίωση της αποδοτικότητας των εγχώριων και ξένων θυγατρικών, καθώς και η δημιουργία κεφαλαίου και ρευστότητας από την αποτελεσματικότερη διαχείριση των στοιχείων του ισολογισμού.
Μέσα στο νέο περιβάλλον που δημιουργείται από τη μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της χώρας, ο Όμιλος της Εθνικής Τράπεζας επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με την κοινωνία, τους πελάτες και τους εργαζόμενους, κινούμενος σε τέσσερις βασικούς άξονες:
• Νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Στήριξη στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που με αξιοπρέπεια αντιμετωπίζουν την κρίση και εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους προς το τραπεζικό σύστημα και αναδιάρθρωση χρεών στα επιβαρυμένα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
• Χορηγήσεις
Ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών σε τομείς καινοτομίας, υψηλής τεχνογνωσίας, καθώς και χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων για τεχνολογίες που συνδράμουν στην προσπάθεια της χώρας για περισσότερο θετικό περιβαλλοντικό ισοζύγιο. Αύξηση των χρηματοδοτήσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα και κλάδων με προοπτική.
• Πελάτες και κοινωνία
Ανανέωση της σχέσης με τους πελάτες, μέσω της διάθεσης προϊόντων που ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες αλλά και τις δυνατότητές τους. Καθιέρωση απόλυτης διαφάνειας στις συναλλαγές και διαμόρφωση νέων προτύπων συναλλακτικής ηθικής.
• Εργαζόμενοι
Αναβάθμιση των σχέσεων με τους εργαζόμενους του Ομίλου στην Ελλάδα και το εξωτερικό μέσω ανοικτού διαύλου επικοινωνίας, σε καθεστώς απόλυτης διαφάνειας.
Οι μεγάλες δυσκολίες στην εγχώρια αγορά αντισταθμίζονται από τον δυναμισμό των κερδών προ προβλέψεων. Ακόμη και κάτω από σχετικά ακραίες συνθήκες, η κερδοφορία της Τράπεζας μπορεί να απορροφήσει την όποια σχετικά πιθανή αύξηση των προβλέψεων που απαιτούνται λόγω των δυσμενών συνθηκών στη χώρα. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η μέχρι τώρα συνεισφορά των ξένων δραστηριοτήτων στα κέρδη επιβεβαιώνει τη στρατηγική επιλογή της ΕΤΕ για ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή κατά την παρελθούσα δεκαετία.
Στο επίκεντρο της μακροπρόθεσμης στρατηγικής του Ομίλου παραμένουν:
• η βελτίωση της ρευστότητας και η ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας
• η λειτουργική και κεφαλαιακή αποτελεσματικότητα,
• το όραμα να καταστεί ηγετικό πιστωτικό ίδρυμα στην ευρύτερη περιοχή της Ελλάδος, της Τουρκίας και της ΝΑ Ευρώπης.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία μου θα ήθελα να θέσω υπόψη σας ορισμένες σκέψεις και εκτιμήσεις.
Πρώτον, είναι σωστό ότι η πορεία της ελληνικής οικονομίας συνδέεται με την καλή πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την αποκατάσταση της σταθερότητας στην Ευρωζώνη αλλά κυρίως εξαρτάται από όλους εμάς, είναι δική μας υπόθεση και δική μας υποχρέωση να βάλουμε σε τάξη τα του οίκου μας. Η επιτυχής και συνεπής υλοποίηση της πολιτικής που έχει συμφωνηθεί με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είναι η κρίσιμη παράμετρος. Από αυτήν εξαρτάται η αναβάθμιση της αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελληνικής Δημοκρατίας, στόχος που πρέπει να τεθεί με ορίζοντα το αργότερο τις αρχές του 2011.
Δεύτερον, οι ελληνικές τράπεζες έχουν αντοχές. Το νέο πακέτο κρατικών εγγυήσεων, η πολύτιμη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η ικανότητα που έχουν οι ίδιες οι τράπεζες να δημιουργήσουν επιπλέον ρευστότητα εκμεταλλευόμενες τα στοιχεία του ενεργητικού τους, επιτρέπουν την αισιοδοξία ότι, στα πλαίσια της αποτελεσματικής άσκησης της γενικότερης οικονομικής πολιτικής προσαρμογής, το ελληνικό πιστωτικό σύστημα θα επιτύχει την αποκατάσταση καλών συνθηκών ρευστότητας σταδιακά, εντός του πρώτου εξαμήνου του 2011.
Τρίτον, οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια. Είναι επίσης γνωστό ότι τους επόμενους μήνες θα συσταθεί και το Ταμείο για την σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος, με διαθέσιμα κεφάλαια 10 δισ. ευρώ. Πιστεύω ότι οι ελληνικές τράπεζες θα περιορίσουν δραστικά τις πιθανότητες να υποχρεωθούν να προσφύγουν στο Ταμείο, εφόσον κάνουν αποδοτική διαχείριση των στοιχείων του ισολογισμού τους αφενός και, αφετέρου, εφόσον υπερβούν ορισμένα στερεότυπα του παρελθόντος, δεν μείνουν άβουλες και ακίνητες, αλλά με σύνεση και ορθολογισμό λάβουν τις μεγάλες αποφάσεις που οι καιροί απαιτούν.
Τέταρτον, η προστασία της σταθερότητας και της υγείας του ελληνικού πιστωτικού συστήματος αφορά όλες τις τράπεζες, πρέπει να είναι κοινή υπόθεση και μέριμνα όλων. Θα ήθελα να σας διαβεβαιώσω ότι σε αυτήν την κατεύθυνση έχουν γίνει πολύ σημαντικά βήματα συγκριτικά με το παρελθόν και ότι η Εθνική Τράπεζα ανταποκρίνεται πλήρως στις δικές της ευθύνες.
Πέμπτον, το σύνθημα να βάλουμε σε τάξη τα του οίκου μας δεν ισχύει μόνο για το κράτος. Ισχύει και για κάθε επιχείρηση ξεχωριστά, για κάθε τράπεζα επίσης. Προς τούτο, δεν αρκεί να κάνουμε κάτι απλώς καλύτερα από χτες. Χρειάζεται να κάνουμε καλά αυτό που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σήμερα και του αύριο. Με διάθεση αυτογνωσίας, τολμώντας να δουν τις δικές τους παθογένειες και να τις θεραπεύσουν, οι ελληνικές τράπεζες έχουν μία και μοναδική διέξοδο: Την φυγή προς τα εμπρός.
Έκτον, οι τράπεζες συμμετέχουν ήδη στον αγώνα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας, βρίσκονται στο πλευρό των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στις σημερινές δυσχέρειες. Η Εθνική συμμετέχει δυναμικά σε αυτήν την προσπάθεια, με αναχρηματοδοτήσεις δανείων, με μειώσεις τιμολογίων και με ειδικά μέτρα για τους πελάτες της που υφίστανται μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους -όπως τα μέτρα που ανακοινώθηκαν χτες για τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους πελάτες της. Είμαστε μια ισχυρή δύναμη στο πλευρό τους. Παράλληλα όμως, θέλω να κάνω σαφές ότι σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να καταστραφεί η έννοια της συναλλακτικής ηθικής, γιατί κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την ίδια την επιβίωση της χώρας μακροπρόθεσμα.
Έβδομο, η νέα ανάπτυξη της χώρας περνά μέσα από μεγάλες και ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις. Μεταρρύθμιση παντού –εδώ που έχουμε φτάσει, αυτός είναι όρος εθνικής επιβίωσης. Η Εθνική Τράπεζα συμμετέχει με όλες τις δυνάμεις της στην εθνική προσπάθεια μεταρρύθμισης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αναλαμβάνοντας τους κινδύνους που της αναλογούν, στηρίζοντας την δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας, ενισχύοντας την επιχειρηματική καινοτομία και πρωτοστατώντας στην χρηματοδότηση της πολλά υποσχόμενης πράσινης οικονομίας.
Τέλος, σε ένα περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις θέλουμε να υπογραμμίσουμε την προσήλωση μας στην προσπάθεια όχι μόνο να ανταποκριθεί η ΕΤΕ στην κρίση που ταλανίζει την ελληνική οικονομία αλλά να βγει ενισχυμένη και να βοηθήσει, στο μερίδιο που της αναλογεί, τη χώρα να ανακάμψει. Το προσωπικό της Τράπεζας έχει δουλέψει σκληρά και αποτελεσματικά κάτω από δυσχερείς συνθήκες και έντονες πιέσεις τους τελευταίους 18 μήνες. Και μόνο για αυτό, τους χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ.
Β. Ράπανος: Θα τα καταφέρουμε
«Η οικονομία μας έχει μπει σε μια διαδικασία προσαρμογής που είναι δύσκολη, αλλά και γεμάτη προκλήσεις. Παρά τις δυσκολίες, πιστεύω ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει τους στόχους του προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης. Η δημοσιονομική προσαρμογή όμως θα διευκολυνθεί τα μέγιστα, αν παράλληλα με την πιστή εφαρμογή του προγράμματος, προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες για σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που θα απελευθερώσουν παγιδευμένο δυναμικό της οικονομίας μας». Τα ανωτέρω επισήμανε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος της ΕΤΕ, Β. Ράπανος στη διάρκεια της ομιλίας του στη γενική συνέλευση της τράπεζας.
«Οι ελληνικές τράπεζες έδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή απέναντι στην κρίση και με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μπόρεσαν να ξεπεράσουν τις δύσκολες μέρες. Μετά την υπαγωγή της χώρας μας στο πρόγραμμα της Ε.Ε, ΕΚΤ και ΔΝΤ, τα πράγματα φαίνεται να παίρνουν το δρόμο της ομαλότητας» συμπλήρωσε.
«Οι προκλήσεις για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο παραμένουν μεγάλες και για το 2010, αφού η πορεία του συνδέεται άρρηκτα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, αξίζει να τονιστεί για άλλη μια φορά ότι οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε καλή κατάσταση από άποψη κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας», υποστήριξε ακόμη ο κ. Ράπανος.
Ολόκληρη η ομιλία του προέδρου της ΕΤΕ έχει ως εξής:
Η ετήσια γενική συνέλευση της Εθνικής Τράπεζας γίνεται σε μια περίοδο ιδιαίτερα δύσκολη για την ελληνική, αλλά και την Ευρωπαϊκή οικονομία. Τα αίτια της χρηματοοικονομικής κρίσης, που ξεκίνησε ήδη από το 2007 και η οποία μεταβλήθηκε στη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της μεταπολεμικής περιόδου, έχουν αναλυθεί συστηματικά από πολλούς διαπρεπείς αναλυτές και δεν θα αναφερθώ σε αυτά. Εκείνο που δεν αμφισβητείται πάντως είναι ότι οι χρηματοοικονομικές κρίσεις μετατρέπονται σε οικονομικές και μάλιστα σε σημαντικές δημοσιονομικές κρίσεις. Για την αντιμετώπιση της κρίσης είδαμε τις κυβερνήσεις να παίρνουν πρωτοφανή μέτρα με μαζικές παρεμβάσεις, τόσο για την παροχή ρευστότητας όσο και για να διασώσουν τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες που κατέρρεαν. Είναι αλήθεια ότι τα μέτρα αυτά απέτρεψαν την κατάρρευση και ήδη υπάρχουν δείγματα, έστω και δειλής, ανάκαμψης σε πολλές χώρες. Τα μεγάλα όμως δημοσιονομικά ελλείμματα και η σημαντική αύξηση του δημόσιου χρέους άρχισαν να δημιουργούν νέες πιέσεις στις διεθνείς χρηματαγορές.
Επίκεντρο της δημοσιονομικής κρίσης αναδείχτηκε δυστυχώς η χώρα μας, η οποία χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται ως πεδίο πειράματος για μια άνευ προηγουμένου επίθεση κατά του ευρώ. Πολλοί νόμισαν στην αρχή ότι η επίθεση αυτή αφορούσε μόνο την Ελλάδα, η οποία με το μεγάλο δημόσιο χρέος και την εκτόξευση του δημοσιονομικού ελλείμματος το 2009, ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα, αν και πήρε πρωτοφανή δημοσιονομικά μέτρα για περιορισμό του ελλείμματος, αυτά δεν έπεισαν αρκούντως τις αγορές. Γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι το θέμα αφορούσε πλέον και άλλες χώρες, με πολύ καλύτερη δημοσιονομική κατάσταση, όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία. Μέσα σε αυτό το έντονα αρνητικό πλαίσιο η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πήραν σημαντικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν την κρίση. Επιπλέον οι άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου προχώρησαν στη λήψη επιπλέον μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, σε μια προσπάθεια να δείξουν στις αγορές ότι είναι αποφασισμένες να ελέγξουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα. Είναι νωρίς ακόμη για να πούμε αν ο κίνδυνος έχει ξεπεραστεί.
Μέσα σε αυτή τη δίνη, οι ελληνικές τράπεζες ήταν οι πρώτες που δέχτηκαν τις συνέπειες της κρίσης. Ενώ το τραπεζικό σύστημα μπόρεσε και ξεπέρασε, συγκριτικά με άλλες χώρες σχεδόν ανώδυνα, την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, τελευταία δοκιμάζεται λόγω της δημοσιονομικής κρίσης και των συνεχών υποβαθμίσεων που υφίσταται από τους οίκους αξιολόγησης το ελληνικό δημόσιο. Η για πολλές εβδομάδες αβεβαιότητα και η εκτόξευση των διαφορικών επιτοκίων (spreads) σε πρωτοφανή επίπεδα άσκησε σημαντικές πιέσεις και περιόρισε τη ρευστότητα του συστήματος. Παρά τα προβλήματα όμως αυτά, οι τράπεζες έδειξαν αξιοσημείωτη αντοχή και με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μπόρεσαν να ξεπεράσουν τις δύσκολες μέρες. Μετά την υπαγωγή της χώρας μας στο πρόγραμμα της Ε.Ε, ΕΚΤ και ΔΝΤ, τα πράγματα φαίνεται να παίρνουν το δρόμο της ομαλότητας.
Εκείνο όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία για μας είναι να δούμε την κατάσταση στην Ελλάδα και τις προοπτικές που διαμορφώνονται. Μετά τη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η οικονομία μας έχει μπει σε μια πορεία επώδυνης αλλά αναγκαίας οικονομικής προσαρμογής. Αυτό που δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να κάνουν οι κυβερνήσεις μας τα προηγούμενα χρόνια γίνεται τώρα με σκληρό τρόπο. Στο σημείο που είχαμε φτάσει δεν υπήρχαν πλέον εναλλακτικές λύσεις. Δυστυχώς το δίλημμα που αντιμετώπιζε η χώρα ήταν απλό: πτώχευση ή επώδυνη προσαρμογή και μεταξύ των δύο η επιλογή της δεύτερης λύσης ήταν αναπόφευκτη. Υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν είτε με αναδιαπραγμάτευση του χρέους είτε ακόμη και με έξοδο της χώρας μας από την Ευρωζώνη. Αλήθεια έχουν σκεφτεί όσοι υποστηρίζουν τέτοιες απόψεις πιο θα είναι το αποτέλεσμα; Η Ελλάδα, τόσο από επίπεδο ανάπτυξης όσο και από άποψη υποδομών και σύνθεσης του ΑΕΠ δεν είναι τριτοκοσμική χώρα. Μια αναδιαπραγμάτευση του χρέους θα μας έθετε εκτός διεθνών χρηματαγορών για πολλά χρόνια, με δραματικές συνέπειες για την αξιοπιστία της χώρας και την οικονομική μας ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά μια έξοδος της χώρας από το ευρώ θα οδηγούσε σε μια τεράστια υποτίμηση, με δραματική αύξηση στο δημόσιο χρέος, με την επάνοδο του πληθωρισμού σε διψήφιο αριθμό και με αμφίβολα αποτελέσματα στην ανταγωνιστικότητα μας. Ας μην ξεχνάμε ότι όταν είχαμε τη δραχμή κάναμε συχνά υποτιμήσεις. Εκείνο που συνέβαινε ήταν η ανάσα για ένα δύο χρόνια και μετά πάλι το ίδιο. Μόνο όταν η χώρα αποφάσισε να σταθεροποιήσει τα δημόσια οικονομικά της και το νόμισμα της, με την προοπτική της ένταξης μας στην ΟΝΕ, μόνο τότε μπήκε στην τροχιά σταθερής ανάπτυξης τη δεκαετία του 1990.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προσαρμογή της ανταγωνιστικότητας μας στα πλαίσια της ΟΝΕ είναι δύσκολη. Είναι όμως και ευκαιρία για να διορθώσουμε τις παθογένειες και να άρουμε τις στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν στη μεταπολιτευτική περίοδο. Η χώρα έχει πρόβλημα διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας και αυτή δεν διορθώνεται με μια απλή υποτίμηση. Η αντιμετώπιση του προβλήματος γίνεται μόνο μέσα από διαρθρωτικές αλλαγές που θα εκριζώσουν τις στρεβλώσεις, θα άρουν τα κάθε λογής αντικίνητρα, θα ενδυναμώσουν την καινοτομία και θα αμείψουν το ταλέντο και την εργατικότητα.
To 2009 ήταν μια δύσκολη χρονιά τόσο για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, όσο και για την ελληνική οικονομία. Οι προκλήσεις για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο παραμένουν μεγάλες και για το 2010, αφού η πορεία του συνδέεται άρρηκτα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, αξίζει να τονιστεί για άλλη μια φορά ότι οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε καλή κατάσταση από άποψη κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας.
Το 2009, έτος κατά το οποίο την ευθύνη της διοίκησης Της Εθνικής Τράπεζας είχε μέχρι το Δεκέμβριο ο κ. Αράπογλου με τον κ. Πεχλιβανίδη, ήταν μια περίοδος κατά την οποία η Τράπεζα άρχισε να αισθάνεται έντονα τους κραδασμούς της οικονομικής κρίσης. Παρά τις δυσκολίες, η Τράπεζα μπόρεσε να αντιμετωπίσει, με επιτυχία, τα προβλήματα που ανέκυψαν χωρίς σημαντικές απώλειες. Είναι αλήθεια ότι η κερδοφορία μειώθηκε σε σχέση με το 2008, αλλά αυτό ήταν αναμενόμενο μέσα σ’ ένα περιβάλλον γενικότερης οικονομικής κρίσης όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη. Επιπλέον, για την καλύτερη αντιμετώπιση της κρίσης, η Εθνική Τράπεζα πήρε μέσα στο 2009 μια σειρά από σημαντικά μέτρα, όπως η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου που βελτίωσε την κεφαλαιακή της επάρκεια, η έκδοση καλυμμένων ομολογιών, κ.α.
Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας κατά τους πρώτους μήνες του 2010 οδήγησαν τη νέα διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας να εστιάσει την προσοχή της στη διατήρηση ικανοποιητικών δεικτών ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας. Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και η αύξηση του κόστους ρευστότητας είχαν ως αποτέλεσμα την αυστηροποίηση των κριτηρίων πιστοδότησης και την αντίστοιχη προσαρμογή των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων. Μέσα σ’ ένα ιδιαίτερα αβέβαιο περιβάλλον, οι προτεραιότητες του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας για το 2010 θα μπορούσαν να συνοψιστούν επιγραμματικά στα εξής: (για τα οποία θα σας μιλήσει αναλυτικά ο Διευθύνων Σύμβουλος κ. Ταμβακάκης). Πρώτο, η πιο αποτελεσματική λειτουργία της τράπεζας για να εξοικονομηθούν πόροι και να μειωθεί το κόστος. Δεύτερο, οι ρυθμίσεις οφειλών προς την τράπεζα για να διευκολυνθούν επιχειρήσεις και νοικοκυριά που έχουν επηρεαστεί δυσμενώς από την οικονομική κρίση. Τρίτο, η συνέχιση της δυναμικής παρουσίας μας στις γειτονικές χώρες. Τέταρτο, η διατήρηση της κεφαλαιακής επάρκειας σε ικανοποιητικά επίπεδα, και πέμπτο η κατά το μέτρο του δυνατού πιστωτική επέκταση προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Η οικονομία μας έχει μπει σε μια διαδικασία προσαρμογής που είναι δύσκολη, αλλά και γεμάτη προκλήσεις. Παρά τις δυσκολίες, πιστεύω ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει τους στόχους του προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης. Η δημοσιονομική προσαρμογή όμως θα διευκολυνθεί τα μέγιστα, αν παράλληλα με την πιστή εφαρμογή του προγράμματος, προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες για σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που θα απελευθερώσουν παγιδευμένο δυναμικό της οικονομίας μας. Η απελευθέρωση αγορών, το άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, η απλοποίηση διαδικασιών και η ενίσχυση της υγιούς επιχειρηματικότητας είναι αναγκαίες συνθήκες για την επάνοδο της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης. Εξίσου σημαντικό ρόλο όμως θα παίξει και η ριζική αλλαγή του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί το κράτος: η κεντρική κυβέρνηση, η τοπική αυτοδιοίκηση, όλοι οι φορείς του Δημοσίου. Δεν υπάρχουν περιθώρια για χρονοτριβές και αναβολές.
Η κρίση που ζούμε ανέδειξε, κατά τον πιο εύγλωττο τρόπο, την αδυναμία του θεσμικού πλαισίου μέσα στο οποίο λειτουργεί η οικονομία και η κοινωνία μας γενικότερα. Είμαστε μια χώρα με αδύναμους θεσμούς, τους οποίους έχουμε φτιάξει με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούμε να τους παραβιάζουμε και να αρκούμαστε στη νομιμοφάνεια των πράξεων μας. Θεσμοί όμως δεν είναι μόνο το πολιτικό σύστημα, η δικαιοσύνη, η δημόσια διοίκηση και οι νόμοι, αλλά και οι άγραφοι κανόνες και οι ηθικοί φραγμοί τους οποίους έχει μια κοινωνία, σε όλες της τις εκφάνσεις. Η σημερινή κρίση δεν μας θέτει μπροστά σε δίλημμα, αλλά σε μια αδήριτη επιλογή, εκείνη της δύσκολης πορείας: της μεταρρύθμισης και του εκσυγχρονισμού των δομών του κράτους. Της αλλαγής νοοτροπιών οι οποίες για δεκαετίες στρέβλωναν τις επιλογές επιχειρήσεων και πολιτικών. Του κτισίματος μιας κοινωνίας που μοιράζει δίκαια το προϊόν του μόχθου της και όχι με βάση τα «κεκτημένα» άλλων εποχών. Της δημιουργίας θεσμών και κανόνων που θα είναι σεβαστοί και θα τηρούνται από όλους. Σε αυτή την προσπάθεια της οικονομικής ανόρθωσης της χώρας, η Εθνική Τράπεζα θα πρωταγωνιστήσει και πάλι, επαναπροσδιορίζοντας τη σχέση της με την κοινωνία, τους πελάτες της, τους εργαζόμενους της. Μόνο μέσα από μια νέα μορφή συλλογικών δράσεων θα μπορέσει να ξεπεράσει η οικονομία μας τα προβλήματα της και η κοινωνία μας να μπει σε μια νέα πορεία αναγέννησης και ευημερίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr