Νέες γνωμοδοτήσεις καθηγητών πανεπιστημίου οι οποίες χαρακτηρίζουν ως αντισυνταγματικό τον νέο νόμο για το ασφαλιστικό, παρουσίασε η ΟΤΟΕ. Παράλληλα η ομοσπονδία κλιμακώνει τις αντιδράσεις της εν όψει και της έκτακτης γενικής συνέλευσης της Emporiki την ερχόμενη Τρίτη, οπότε και θα καταγγελθεί η σύμβαση για το επικουρικό ταμείο της τράπεζας το ΤΕΑΠΕΤΕ.
Από τη γνωμοδότηση των καθηγητών κ.κ. Άρη Καζάκου, καθηγητή Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Αντώνη Μανιτάκη, καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Δημήτρη Τραυλού-Τζανετάτου , καθηγητή Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών προκύπτει ότι : 1) Οι ασφαλισμένοι στα ταμεία που αναφέρονται ρητά στο άρθρο 5 παρ. 2 του νόμου 3029/2002 διατηρούν στο ακέραιο το δικαίωμά τους ή την δυνατότητα ένταξής τους στο
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και μετά την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπει ο ν. 3371/2005, δηλαδή την 31-12-2005. 2)Η αυτοδίκαιη περιέλευση της κινητής και ακίνητης περιουσίας των εντασσομένων στο Ε.Τ.Α.Τ. ταμείων μετά τη διάλυσή τους με μονομερή δήλωση του ενός μέρους (άρθρο 62 παρ. 3) ισοδυναμεί με απαλλοτρίωση περιουσίας υπέρ του δημοσίου και προσκρούει στο άρθρο 1 παρ. 2 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕυρΣΔΑ. 3)Η υποχρεωτική, εκ του νόμου, και αυτοδίκαιη, υπαγωγή στην ασφάλιση του Ε.Τ.Ε.Α.Μ., ασφαλισμένων και συνταξιούχων των ταμείων επικουρικής ασφάλισης, (άρθρο 58 παρ.1)που είχαν ιδρυθεί και λειτουργούσαν με βάση τη συλλογική αυτονομία των κοινωνικών εταίρων, είτε ως Ν.Π.Ι.Δ. σωματειακής μορφής είτε ως ειδικοί λογαριασμοί, είτε ως ένωση προσώπων, προσβάλλει ανεπίτρεπτα τη συλλογική αυτονομία των εργαζομένων και κυρίως θίγει στον πυρήνα την υπάρχουσα ασφαλιστική σχέση ανατρέποντας κεκτημένα ή ώριμα ασφαλιστικά δικαιώματα εισάγοντας ανεπίτρεπτες και αδικαιολόγητες διακρίσεις μεταξύ ασφαλισμένων που βρίσκονται υπό τις ίδιες ασφαλιστικές συνθήκες. 4) Η αναγκαστική διαχείριση και διοίκηση των ασφαλιστικών υποθέσεων ενός ταμείου και η υποκατάσταση στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του από ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το Ε.Τ.Α.Τ, με μονομερή δήλωση ενός των μερών, εργοδότη ή εργαζομένων, επειδή δεν αποφασίστηκε η διάλυσή του, όπως προβλέπει ο νόμος, (άρθρο 62 παρ. 6) και επειδή ανέκυψαν δικαστικές αντιδικίες μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων στο πλαίσιο των συλλογικών συμφωνιών που είχαν συνάψει, δεν εναρμονίζεται με τις συνταγματικές αρχές της οικονομικής ελευθερίας, της συλλογικής αυτονομίας και με τις συνταγματικές εγγυήσεις της κοινωνικής ασφάλισης. 5) Υπό το νέο ασφαλιστικό καθεστώς θίγονται ώριμες ασφαλιστικές. απαιτήσεις και από την προσβολή επέρχεται για τους ήδη ασφαλισμένους και συνταξιούχους μια αδικαιολόγητη επιδείνωση των προϋποθέσεων απόκτησης και του τρόπου υπολογισμού της σύνταξης. Το καθεστώς συνταξιοδότησης των ασφαλισμένων στο ΕΤΕΑΜ είναι σαφώς δυσμενέστερο και ως προς τους όρους συνταξιοδότησης και ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης, από εκείνο των ταμείων επικουρικής σύνταξης των Τραπεζικών Ιδρυμάτων. Το παραδέχεται και ο νομοθέτης, ο οποίος φρόντισε, άλλωστε, να αντιμετωπίσει την διαφορά μεταξύ των δύο συνταξιοδοτικών καθεστώτων, τόσο σε ό,τι αφορά το επίπεδο «καταβολής της εισφοράς εργαζομένου εργοδότη» όσον και σε ό,τι αφορά το επίπεδο της «καταβολής της διαφοράς των ποσών συντάξεων». 6) Εκείνο που επίσης προκαλεί εντύπωση και γεννά ερμηνευτικές απορίες είναι η διάκριση που εισάγει ο νόμος μεταξύ ασφαλισμένων προ και μετά 31-12-1992. Οι αντισταθμιστικές πρόνοιες του νομοθέτη αφορούν αποκλειστικά και μόνον αυτούς που είχαν προσληφθεί πριν την ημερομηνία αυτή. Για όλους τους άλλους που είχαν την «ατυχία» να προσληφθούν μετά την εν λόγω ημερομηνία, ο νομοθέτης πρόβλεψε γενικά και αόριστα την «καταβολή πρόσθετης συνταξιοδοτικής παροχής» που να αντιστοιχεί στο «χρονικό διάστημα από 1-1-1993 έως την υπαγωγή στο ΕΤΑΤ για το οποίο είχαν καταβάλλει επί πλέον πρόσθετες ασφαλιστικές εισφορές από τις κατά νόμο προβλεπόμενες του ΕΤΕΑΜ. Οι πριν και μετά το 1993 ασφαλισμένοι τραπεζοϋπάλληλοι υπάγονταν μέχρι σήμερα στο ίδιο ασφαλιστικό καθεστώς και στον ίδιο ασφαλιστικό φορέα, η ασφαλιστική τους σχέση διέπετο (μέχρι την ισχύ του νέου νόμου) από τις ίδιες καταστατικές ή συμβατικές διατάξεις, κατέβαλαν τις ίδιες ασφαλιστικές εισφορές, είχαν τις ίδιες ασφαλιστικές προσδοκίες. Η δυσμενής από τον νόμο 3371/2005 μεταχείριση
Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr