Η αναβάθμιση του ΟΤΕ ακολούθησε μετά και την ανάλογη κίνηση στην οποία προχώρησε η S&P την περασμένη Παρασκευή για την αξιολόγηση της Ελλάδας. Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την προσδοκία του οίκου ότι η προσαρμοσμένη μόχλευση θα παραμείνει κάτω από το 2,0x και ο λόγος των ελεύθερων λειτουργικών ταμειακών ροών (FOCF) ως προς το χρέος, θα κινηθεί άνω του 20%.
Η πρόσφατη επιτυχημένη αναχρηματοδότηση των senior μη εξασφαλισμένων τίτλων ύψους 500 εκατομμυρίων ευρώ σε ιστορικά χαμηλό κουπόνι (0,875%), σε συνδυασμό με τη συμμετοχή της Deutsche Telekom (DT's) ύψους 100 εκατομμυρίων ευρώ στην έκδοση, ενισχύει τη ρευστότητα του ΟΤΕ, τονίζει η S&P. Αυτό θα πρέπει επίσης να βελτιώσει την ικανότητα του ΟΤΕ να αντιμετωπίσει τις επικείμενες λήξεις ομολόγων (ύψους 770 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2020) και να τα αναχρηματοδοτήσει με καλύτερους όρους.
Η S&P πιστεύει επίσης ότι ο ισχυρός ισολογισμός του ΟΤΕ (1,1 δισ. ευρώ μετρητά στο δεύτερο τρίμηνο του 2019) και η γενικά ανθεκτική παραγωγή ελεύθερων ταμειακών ροών - που παρατηρήθηκε κατά την κρίση του χρέους το 2012 - θα προστατεύσει την εταιρεία σε ένα σενάριο κρατικού defaul. Ως εκ τούτου, αξιολογεί τον ΟΤΕ τρεις βαθμίδες πάνω από την αξιολόγηση της Ελλάδας.
Όπως προσθέτει η S&P, η αξιολόγηση του ΟΤΕ εξακολουθεί να υποστηρίζεται από την ηγετική του θέση στην αγορά υπηρεσιών κινητής και σταθερής τηλεφωνίας στην Ελλάδα. Η εταιρεία είχε περίπου 50% έσοδα από υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας και 49% μερίδιο αγοράς ευρυζωνικών συνδρομητών το δεύτερο τρίμηνο του 2019, σύμφωνα με τα στοιχεία της, σε σύγκριση με 51% και 47% το πρώτο τρίμηνο του 2018. Η αξιολόγηση υποστηρίζεται επίσης από τα περιθώρια EBITDA ύψους περίπου 34% και τον συντηρητικό ισολογισμό με προσαρμοσμένο χρέος προς EBITDA στο 1,3.
Ωστόσο, η αξιολόγηση παραμένει περιορισμένη αν και λιγότερο από ό,τι πριν, λόγω των μέτριων προβλέψεων της S&P για τον δείκτη FOCG προς το χρέος που τοποθετείται περίπου στο 25% το 2019-2020, αντανακλώντας τις σημαντικές επενδύσεις του ΟΤΕ σε δίκτυα νέας γενιάς και την άποψη του οίκου ότι η μεταβλητότητα των ταμειακών ροών είναι δυνητικά υψηλότερη από αυτήν των αντίστοιχων ευρωπαϊκών εταιρειών. Αυτό οφείλεται στην έκθεση του ΟΤΕ στην οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας η οποία ωστόσο παραμένει αδύναμη.
Ο οίκος αξιολόγησης αναμένει επίσης ότι ο ΟΤΕ ενδέχεται να χαλαρώσει τη συντηρητική οικονομική του πολιτική όσον αφορά τα μερίσματα, τη ρευστότητα και τους στόχους μόχλευσης μεσοπρόθεσμα, εάν το μακροοικονομικό και πολιτικό περιβάλλον συνεχίσει να βελτιώνεται. Η απόφαση του ΟΤΕ στις αρχές του 2018 να υιοθετήσει μια πολιτική αμοιβών μετόχων που στοχεύει στην καταβολή ολόκληρου του FOCF του ομίλου ήταν ένα πρώτο βήμα. Η πολιτική οδήγησε τον ΟΤΕ να υπερδιπλασιάσει την πληρωμή μερίσματος για το 2017 έναντι του 2016 και επιπλέον να εισαγάγει πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών αξίας 94 εκατ. ευρώ για το 2018.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr