Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώθηκε με εμφατικό τρόπο στην εκδήλωση «3rd Greek Raw Materials Community Dialogue», την διημερίδα που διοργανώθηκε με μεγάλη επιτυχία στην Αθήνα από το EIT Raw Materials Hub: Regional Center Greece (RCGREECE), το οποίο λειτουργεί από το Εργαστήριο Μεταλλουργίας της Σχολής Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών του ΕΜΠ, συγκεντρώνοντας υψηλού επιπέδου εκπροσώπηση από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς του κλάδου, σε Ελλάδα και Ευρώπη.
Το RCGREECE μέσα από αυτή τη διημερίδα έφερε σε πρώτο πλάνο όλες τις τελευταίες εξελίξεις αλλά και τις προκλήσεις για τον τομέα των πρώτων υλών, με έμφαση στην καινοτομία, την εκπαίδευση, αλλά και την κοινωνική διάσταση της δραστηριότητας του τομέα, σε ό,τι αφορά κυρίως τις επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Κορυφαίοι ομιλητές, εκπρόσωποι ακαδημαϊκών και ερευνητικών φορέων, της πολιτείας αλλά και των επιχειρήσεων, είχαν την ευκαιρία να ανταλλάξουν απόψεις και να καταθέσουν ιδέες και καλές πρακτικές, τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Ευρώπη, με έμφαση στην καινοτομία και την επόμενη μέρα για τον κλάδο.
Πρόκειται, άλλωστε, για έναν κλάδο άμεσα συνυφασμένο με την τεχνολογική πρόοδο, κάτι που αποτυπώθηκε στις ομιλίες των εκπροσώπων τόσο της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και των επιχειρήσεων, οι οποίοι ανέδειξαν τις καινοτόμες παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες που βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα και ταυτόχρονα περιορίζουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της δραστηριότητας στον τομέα.
Ο κ. Ιωάννης Πασπαλιάρης, Αντιπρύτανης του ΕΜΠ και Διευθυντής του RCGREECE άνοιξε την εκδήλωση τονίζοντας: «Βασική προϋπόθεση για την ενδυνάμωση του κλάδου της παραγωγής και επεξεργασίας των Πρώτων Υλών στη χώρα μας είναι η ενίσχυση της έρευνας στον τομέα, η ανάπτυξη καινοτόμων ιδεών, η αξιοποίηση νέων πλουτοπαραγωγικών πηγών και, προ παντός, η άρτια εκπαίδευση νέων μηχανικών και επιστημόνων που θα στελεχώσουν την Ελληνική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Βιομηχανία.
Για την πραγματοποίηση των στόχων αυτών, το Εργαστήριο Μεταλλουργίας και η Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών του ΕΜΠ καταβάλουν μια συνεχή προσπάθεια για να φέρουν σε άμεση επαφή την ελληνική βιομηχανία και τα ελληνικά εκπαιδευτικά Ιδρύματα με το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, και να θεμελιώσουν στέρεες προοπτικές για την εξασφάλιση ευρωπαϊκών κονδυλίων για τη χρηματοδότηση της έρευνας και της εκπαίδευσης στο χώρο των Πρώτων Υλών».
Κοινή υπήρξε η διαπίστωση ότι ο τομέας των πρώτων υλών αποτελεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ελληνικής οικονομίας, καθώς κατέχει ρόλο-κλειδί για την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση και το εμπόριο. Είναι ενδεικτικό ότι αντιπροσωπεύει το 3% του ελληνικού ΑΕΠ, με συνολική αξία 1,2 δισ. ευρώ, και το 5% των συνολικών εξαγωγών της Ελλάδας (1 δισ. ευρώ), ενώ απασχολεί άμεσα 20.000 άτομα και έμμεσα 80.000, κυρίως στην περιφέρεια. Αποτελεί, δε, βασικό παράγοντα προσέλκυσης επενδύσεων.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον είχαν και τα στοιχεία έρευνας της κοινής γνώμης, της εταιρείας RASS, που παρουσίασε ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΜΕ) κ. Αθανάσιος Κεφάλας, σύμφωνα με τα οποία το 86% των Ελλήνων θεωρούν ότι η εξόρυξη ορυκτών πόρων αποτελεί κλειδί γα την οικονομική ανάπτυξη, ενώ το 50% θεωρούν ότι η εξορυκτική δραστηριότητα ευνοεί τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και 40% ότι στηρίζει τις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες. Ωστόσο, 73% των ερωτηθέντων εκτιμούν ότι δεν υπάρχει επαρκής πολιτική βούληση για εξόρυξη και αξιοποίηση των ορυκτών πόρων της χώρας.
Βασικό σημείο προβληματισμού αποτέλεσε ο ρόλος της εκπαίδευσης, τόσο για την προαγωγή της καινοτομίας στον κλάδο όσο και για τη βελτίωση της αποδοχής του από την κοινωνία, με τους εισηγητές να επισημαίνουν ότι οι νέες γενιές φοιτητών, που θα είναι οι αυριανοί επιστήμονες και επαγγελματίες του κλάδου, πρέπει σήμερα να εξοικειωθούν με μια κουλτούρα συνεργασίας μεταξύ ακαδημαϊκού τομέα και επιχειρήσεων, η οποία θα συμβάλει στη βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα των πρώτων υλών.
Ειδικά για το θέμα της καινοτομίας στον κλάδο, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης, Δρ. Γεώργιος Δρόσος, τόνισε ότι η καινοτομία προέρχεται κατά κύριο λόγο από την πλευρά των επιχειρήσεων και υποστήριξε ότι το κράτος πρέπει να λειτουργεί υποστηρικτικά προς την προσπάθεια τους, φροντίζοντας να τους παρέχει το κατάλληλο περιβάλλον για να καινοτομούν και «να κάνει τη ζωή τους πιο εύκολη».
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις αντιδράσεις κοινωνικών και τοπικών ομάδων κατά μεταλλευτικών/εξορυκτικών έργων, με αφορμή κυρίως τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, εκφράστηκε η άποψη ότι κύριες αιτίες για αυτές τις αντιδράσεις είναι οι κακές πρακτικές του παρελθόντος και η άγνοια της κοινής γνώμης για τις σύγχρονες μεθόδους εξόρυξης, οι οποίες είναι φιλικές προς το περιβάλλον, ενώ ως τρόποι αντιμετώπισης προτάθηκαν ο ανοιχτός διάλογος με την κοινωνία και η συνεργασία μεταξύ της μεταλλευτικής βιομηχανίας, των περιβαλλοντικών οργανώσεων και άλλων θεσμικών φορέων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr