Είναι χαρακτηριστικό ότι μιλώντας στο 1ο συνέδριο Coffee Business Forum 2021, σε συζήτηση με θέμα «Η καφεστίαση μετά το άνοιγμα της αγοράς» στελέχη του κλάδου έκαναν λόγο για μια παθογένεια που έχει γεννηθεί με εγκληματικά δίκτυα που έχουν αναπτυχθεί. Επίσης έγινε λόγος για απώλειες τουλάχιστον 12 εκατ. ευρώ τον χρόνο μόνο από τον στόχο εσόδων σε σχέση με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης.
Χαρακτηριστικά ο Γιάννος Β. Μπενόπουλος, πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Καφέ (ΕΕΚ) ανέφερε ότι «οι μεγαλύτερες ποσότητες λαθραίων έρχονται από χώρες που είναι στην ΕΕ, γεγονός που δείχνει προβλήματα στους ελέγχους, με τις συγκεκριμένες ποσότητες που εισάγονται λαθραία να πωλούνται χωρίς τιμολόγια αλλά και να διακινούνται από τα καταστήματα εστίασης χωρίς νόμιμες διαδικασίες δημιουργώντας μια αλυσίδα η οποία όσο "βγάζει χρήματα" δυναμώνει εις βάρος των επιχειρήσεων του κλάδου που λειτουργούν σύννομα».
Να σημειωθεί ότι καθώς η Ελλάδα έχει υψηλή μέση κατανάλωση (κατέχει τη 17η θέση παγκοσμίως στην κατά κεφαλήν κατανάλωση καφέ με 5,4 κιλά) δημιουργεί υπόστρωμα παραβατικότητας λόγω των «κινήτρων» του ΕΦΚ.
Πάντως, όπως ανέφεραν ο πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Καφέ (ΕΕΚ), Γιάννος Μπενόπουλος, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επεξεργασίας Καφέ (ΣΕΕΚ), Στέφανος Σακάρος, και ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ) Γιώργος Καββαθάς, το καθεστώς υψηλών συντελεστών ΦΠΑ αλλά και οι ΕΦΚ δεν έφεραν τα προσδοκώμενα έσοδα στα δημόσια ταμεία ενώ αντίθετα επιβάρυναν τις επιχειρήσεις, μειώνοντας παράλληλα και την κατανάλωση, και εξέθρεψαν παράνομες δραστηριότητες όπως οι λαθραίες εισαγωγές. Μάλιστα; συγκλίνουν στην άποψη ότι είναι αναγκαία η μείωσή τους.
Υπενθυμίζεται πάντως ότι πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο: «Η διαφορική φορολογία και η επίδρασή της στην προώθηση και την επίτευξη στόχων της δημόσιας πολιτικής» αναδεικνύει τη σημασία του κατάλληλου σχεδιασμού στη χάραξη φορολογικής πολιτικής.
Όπως μάλιστα επισημαίνεται στη μελέτη, η φορολογική μεταχείριση είναι σκόπιμο να διαφοροποιείται ανάλογα με το μέγεθος των αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων, ή αντίστοιχα η παροχή κινήτρων να κλιμακώνεται ανάλογα με τα προσδοκώμενα οφέλη. Αυτό προϋποθέτει την ανάλυση κόστους και οφέλους της παρέμβασης, προκειμένου τα κίνητρα που δίνονται να είναι αποτελεσματικά, αλλά και να ελαχιστοποιείται η εμφάνιση δευτερογενών μη επιθυμητών επιπτώσεων.
Επίσης όπως αναφέρεται η διαφορική φορολογία ενδέχεται να οδηγήσει σε αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών (π.χ. σε σημαντική μείωση ή μετατόπιση της κατανάλωσης), αλλά, συγχρόνως, δύναται να τροφοδοτήσει την τεχνολογική και καινοτομική δραστηριότητα για τη δημιουργία προϊόντων που έχουν μικρότερες αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις, υπό την προϋπόθεση ότι υφίστανται επαρκείς μηχανισμοί ελέγχου ενδεχόμενης διακίνησης παράνομων (αφορολόγητων) παρόμοιων προϊόντων, ώστε η όποια διαφορετική αντιμετώπιση εισάγεται μέσω της διαφορικής φορολόγησης, να οδηγεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Επίσης όπως τονίζει το ΙΟΒΕ «η ειδική φορολογία και η παροχή φορολογικών και άλλων κινήτρων αποτελεί εργαλείο για την αντιμετώπιση αρνητικών εξωτερικών επιδράσεων που συνδέονται με την παραγωγή, χρήση ή κατανάλωση ορισμένων προϊόντων (π.χ. ρύπανση, εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, κίνδυνοι υγείας και συνακόλουθη επιβάρυνση δημόσιου συστήματος υγείας, κ.ά.) και την επίτευξη σχετικών επιμέρους στόχων πολιτικής, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η προάσπιση της υγείας και ο έλεγχος της δημόσιας δαπάνης υγείας.»
Στον αντίποδα, όπως αναφέρεται, η εφαρμογή υψηλών συντελεστών φορολόγησης είχε και ανεπιθύμητα αποτελέσματα, όπως η αύξηση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδική φορολόγηση, ενώ τα έσοδα υστερούσαν συστηματικά έναντι των προσδοκιών και των στόχων που είχαν τεθεί.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr