Ο πρόεδρος της Ελληνικής Οργάνωσης Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ), Απόστολος Τουραλιάς μίλησε στο Reporter για τις δυνατότητες της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας, το deal ανάμεσα σε Νηρέα, Σελόντα και Ανδρομέδα που δημιουργεί μεγάλες προσδοκίες, αλλά και την πρόκληση του τουρκικού ανταγωνισμού. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναφορές του κ. Τουραλιά στις τουρκικές εξαγωγές ψαριών προς την Ευρώπη, καθώς, όπως σημειώνει, υπό μία έννοια η Ελλάδα τις τροφοδοτεί.
Πώς θα βοηθήσει η εξαγορά των Νηρέα και Σελόντα από την Ανδρομέδα
«H προσέλκυση ισχυρών funds και κεφαλαίων διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του κλάδου και επιδρά θετικά στα κέρδη με την αξιοποίηση της τεχνολογίας και τη δημιουργία συνεργειών» επισημαίνει ο κ. Τουραλιάς και προσθέτει: «Είμαστε αισιόδοξοι ότι η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια έχοντας διασφαλίσει συνθήκες βιωσιμότητας θα δώσει ισχυρή απάντηση στον ανταγωνισμό τρίτων χωρών και ειδικά της Τουρκίας, η οποία δεν υπόκειται στους ελέγχους και την τήρηση των αυστηρών πρωτοκόλλων παραγωγής που ισχύουν στην Ελλάδα».
Αναλυτικότερα, ο κ. Τουραλιάς εξηγεί ότι «η δημιουργία μεγάλων σχημάτων θα κινητοποιήσει όλους τους αναγκαίους πόρους -οικονομικούς και ανθρώπινους- που είναι απαραίτητοι για να προσδώσουν συγκριτικά πλεονεκτήματα έναντι του ανταγωνισμού, όπως:
-Επενδύσεις στην έρευνα, προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η παραγωγική διαδικασία τόσο των παραδοσιακών ειδών όσο και των νέων. Όταν λέμε νέα προϊόντα εννοούμε αφενός την περαιτέρω επεξεργασία για τα ήδη εκτρεφόμενα είδη -φιλέτα, προϊόντα προστιθέμενης αξίας (VAP), ready to cook κλπ.- και αφετέρου την καλλιέργεια νέων ειδών όπως μαγιάτικο, ροφό και γιατί όχι τόνο.
-Ενέργειες Marketing και περαιτέρω ανάπτυξη των πωλήσεων στις χώρες που έχουν παρουσία τα ψάρια μας (αυτή τη στιγμή πωλούνται σε περισσότερες από 35 χώρες), αλλά και διείσδυση σε νέες αγορές, στις οποίες προς το παρόν δεν έχουμε παρουσία.
-Επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες που θα αυξήσουν την παραγωγή ανά στρέμμα. Είναι γεγονός ότι οι εταιρείες τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης έχουν υποεπενδύσει και τα πάγια και τα μηχανήματα χρήζουν ανανέωσης.
-Τον απαραίτητο όγκο προκειμένου να καλυφθούν οι ημερήσιες ανάγκες σε όλα τα κανάλια διάθεσης εσωτερικού και εξωτερικού, σε προϊόντα υψηλής ποιότητας πρωτεΐνης».
Τουρκική «επέλαση»: Η Ελλάδα «πριμοδοτεί» τις τουρκικές εξαγωγές προς την Ευρώπη
Ο τουρκικός ανταγωνισμός πλήττει την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια και το τουρκικό προϊόν «έχει γίνει πιο ανταγωνιστικό λόγω της χαμηλότερης τιμής του», υπογραμμίζει ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ και εξηγεί ότι «η χαμηλότερη τιμή οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων:
- Πρόκειται για κλάδο επιδοτούμενο αδρά από το τουρκικό κράτος. Ακόμα και οι επιδοτήσεις από το τουρκικό κράτος προς τις τουρκικές εταιρείες, οι οποίες για ένα μικρό διάστημα σταμάτησαν, έχουν ενεργοποιηθεί και πάλι, παρά τις δεσμεύσεις της κυβέρνησης της χώρας.
- Επιδοτούμενες μεταφορές: Ταχεία μεταφορά σε πληθώρα προορισμών μέσω του κρατικού αερομεταφορέα Τurkish Airlines.
- Η συμφωνία τελωνειακής ένωσης Ευρώπης-Τουρκίας, σύμφωνα με την οποία τα φτηνότερα τουρκικά προϊόντα εισάγονται ατελώς και χωρίς ποσοστώσεις στην ευρωπαϊκή αγορά.
- Οι Τούρκοι ιχθυοκαλλιεργητές διερευνούν συνεχώς εναλλακτικούς τρόπους για να διοχετεύσουν τα προϊόντα τους στην ευρωπαϊκή αγορά, εύκολα και γρήγορα. Τελευταία έχει αυξηθεί σημαντικά η χρήση των ελληνικών οδικών δικτύων μεταφορών. Η Εγνατία Οδός έχει γίνει η βασική δίοδος μέσω της οποίας χιλιάδες τουρκικά φορτηγά μεταφέρουν τα εμπορεύματά τους στην ευρωπαϊκή αγορά. Υπό μια έννοια η Ελλάδα «πριμοδοτεί» τις τουρκικές εξαγωγές ψαριών προς την Ευρώπη».
- Η διαφορά στην τιμή ανάμεσα στα ελληνικά και τα τουρκικά ψάρια έχει μεγαλώσει τα τελευταία δυο χρόνια και λόγω της υποτίμησης της τουρκική λίρας, γεγονός που καθιστά το τουρκικό προϊόν πιο ανταγωνιστικό λόγω τιμής. Η διαφορά αυτή στην τιμή πλησίασε ή και ξεπέρασε το 1 ευρώ/ κιλό! Οι Τούρκοι προμηθεύουν χωρίς δασμούς την ευρωπαϊκή αγορά, την ίδια ώρα που οι Έλληνες και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι παραγωγοί υπόκεινται σε αυστηρούς κανόνες σε όλα τα στάδια παραγωγής και διάθεσης του προϊόντος.
- Υπολογίζεται πως το κόστος παραγωγής στην Τουρκία είναι από 50% έως και 70% μικρότερο απ’ ότι στην Ελλάδα».
Έτσι θα αντιμετωπιστεί η τουρκική πρόκληση
Ο εθνικός μηχανισμός έχει ενεργοποιηθεί και διερευνάται η χρήση και η νομιμότητα των επιδοτήσεων του τουρκικού κράτους στον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας και η διοχέτευση των τουρκικών προϊόντων στην ελληνική αγορά διατηρώντας την ονομασία τους ως τουρκικά.
Η ΕΛΟΠΥ, σύμφωνα με τον πρόεδρό της, έχει αναλάβει ορισμένες πρωτοβουλίες προς αυτήν την κατεύθυνση.
Πιο συγκεκριμένα:
- Υποστήριξη με στρατηγική marketing και προγράμματα επικοινωνίας σε όλα τα επίπεδα από το εμπόριο ως τον τελικό καταναλωτή, του ελληνικού ψαριού που παράγεται από τα 23 μέλη της (πάνω από 80% της ελληνικής παραγωγής ιχθυοκαλλιέργειας) στην Ελλάδα και χώρες όπου αυτό εξάγεται.
- Δημιουργία της εθνικής/συλλογικής ταυτότητας Fish from Greece για τα προϊόντα των μελών της ΕΛΟΠΥ.
- Ανάπτυξη, σε συνεργασία με την TUV Αυστρίας, του Ιδιωτικού Σχήματος Πιστοποίησης Fish from Greece, που εξασφαλίζει τα άριστα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων των μελών (ποιότητα, ασφάλεια, γεύση) τα οποία παράγονται με σεβασμό στις αρχές και τις αξίες που απαιτεί ο σύγχρονος καταναλωτής, βάσει των προδιαγραφών και των κανονισμών της ΕΕ.
- Τα ψάρια που εκτρέφονται στις μονάδες των μελών που έχουν πιστοποιηθεί κατά Fish from Greece, έχουν το δικαίωμα να φέρουν τη σήμανση Fish from Greece (tag στο ψάρι).
- Απόλυτη διαφάνεια σε όλα τα στάδια της παραγωγής, από τον ιχθυογεννητικό σταθμό στην αλίευση, και σε όλες τις πρακτικές της ιχθυοκαλλιέργειας, διατηρώντας «ανοιχτές» πόρτες στις μονάδες-μέλη της.
Τι ενέργειες πρέπει να γίνουν συνολικά για να προσελκυσθούν επενδύσεις
Όπως ειπώθηκε, ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας προσφέρει επικερδείς δυνατότητες, οι οποίες προσελκύουν επενδυτικά κεφάλαια. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να τεθούν επί τάπητος και να επιλυθούν ορισμένα προβλήματα που δεν ευνοούν το επενδυτικό κλίμα.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ σημειώνει ότι «αρχικά, πρέπει να απλοποιηθεί και να εκσυγχρονιστεί περαιτέρω το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των μονάδων υδατοκαλλιέργειας, ώστε ο κλάδος να καταστεί ελκυστικός προς τους επενδυτές, υφιστάμενους και νέους. Ομοίως, πρέπει να ολοκληρωθεί και ο χωροταξικός σχεδιασμός των υδατοκαλλιεργειών και να ιδρυθούν επιτέλους οι από το 2011 προβλεπόμενες περιοχές ανάπτυξης των υδατοκαλλιεργειών. Ποιος και πώς θα επενδύσει όταν δεν υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης; Τρίτον, πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων υδατοκαλλιέργειας μέσα από στοχευμένες δράσεις προώθησης».
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Τουραλιά, είναι σημαντικό ότι «οι εταιρείες του κλάδου, μικρές, μεσαίες ή μεγάλες εξυγιαίνονται, εκσυγχρονίζονται, επενδύουν σε προηγμένη τεχνολογία, στην εξωστρέφεια και στοχεύουν συστηματικά στην κερδοφόρα ανάπτυξη, ενισχύοντας έμπρακτα τις ανεξάντλητες δυνατότητες του κλάδου». Ωστόσο, η προσέλκυση νέων επενδυτών θα ενισχυθεί περαιτέρω μέσω «ενός σχεδιασμού εθνικής στρατηγικής και της διαμόρφωσης στρατηγικών marketing» αναφέρει.
Τέλος, ο κ. Τουραλιάς σημειώνει ως σημαντικό στοιχείο που πρέπει να αντιμετωπιστεί, στο πλαίσιο των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον «ανταγωνισμό που ακροβατεί στα όρια του αθέμιτου, κυρίως από την Τουρκία. Και φυσικά την ολοκλήρωση της χωροταξικής οργάνωσης των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας με την έγκριση των ΠΟΑΥ (Περιοχές Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών)».
Σε ποιες χώρες εξάγουμε
Ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ αναφέρει, τέλος ότι «η ελληνική παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού αντιπροσωπεύει σήμερα περισσότερο από το 60% της παραγωγής της ΕΕ και κοντά στο 30% της παραγωγής των μεσογειακών χωρών. Το ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας βρίσκεται στη δεύτερη θέση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων της Ελλάδας».
Σε αυτό το πλαίσιο, προσθέτει ότι «σήμερα εξάγεται σε 32 χώρες περίπου το 80% της ελληνικής παραγωγής ιχθυοκαλλιέργειας, με ετήσιο τζίρο που ξεπερνά τα 700 εκατ. ευρώ. Η μεγαλύτερη αγορά για το ελληνικό ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας είναι η Ιταλία, με το 45% των εξαγωγών τσιπούρας και λαβρακιού της Ελλάδας να πηγαίνει στην ιταλική αγορά. Το 2018 η Ιταλία εισήγαγε από την Ελλάδα 42.934 τόνους τσιπούρα και λαβράκι. Σημαντικές επίσης αγορές είναι η Γαλλία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Βόρειος Αμερική, σε πολύ μικρότερο ποσοστό. Ενδεικτικά, το 2018, το 72% των πωλήσεων έγινε προς χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ το 7% μόνο προς τρίτες χώρες».
Γιώργος Γεωργίου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr