«Την κερκόπορτα άλωσης των εγχωρίως παραγόμενων προϊόντων, άνοιξε η κυβέρνηση επιβάλλοντας ΕΦΚ στο κρασί» αναφέρει πρόσφατη ανακοίνωση της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ένωσης Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ).
«Παρά τις ύστατες προσπάθειες της ΚΕΟΣΟΕ και των άλλων φορέων του κλάδου δεν κατέστη δυνατόν να αποφευχθεί η φορολόγηση ενός ευρείας κατανάλωσης προϊόντος, αφού το ελληνικό κρασί καταναλώνεται κατά 90% στην χώρα μας ενώ το 10% αποτελεί αντικείμενο εξαγωγής. Με την επιβολή ΕΦΚ ύψους 0,20 ευρώ ανά λίτρο οίνου, ουσιαστικά πλήττονται τα χαμηλής κατηγορίας τιμής κρασιά, δηλαδή η λαϊκή κατανάλωση, αφού η σχετική ποσοστιαία αύξηση της τελικής τιμής τους θα είναι πολύ μεγαλύτερη από τη σχετική ποσοστιαία αύξηση των προϊόντων μέσης και υψηλής κατηγορίας τιμής. Η χώρα μας πρωτοτυπεί αρνητικά για άλλη μια φορά σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνοντας το κακό παράδειγμα στις υπόλοιπες οινοπαραγωγές χώρες.
Μάλιστα εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι, ενώ ως ισοδύναμο μέτρο η κυβέρνηση είχε την εναλλακτική δυνατότητα, να επιβάλλει φορολόγηση στα εισαγόμενα προϊόντα με μεγάλη καταναλωτική βάση στην ελληνική αγορά άνω του 70%, ή να φορολογήσει προϊόντα τα οποία κατέχουν ολιγοπωλιακή θέση στην ελληνική αγορά και διακινούνται από ελάχιστες πολυεθνικές, επέλεξε ένα κλάδο που, ενώ χειμάζεται από την κρίση δίνει αγώνα επιβίωσης, ειδικά όσον αφορά τις εκατοντάδες χιλιάδες αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις.
Απορία επίσης προκαλεί το γεγονός ότι παρά τις τεκμηριωμένες επισημάνσεις της ΚΕΟΣΟΕ περί του ισχνού παραγωγικού όγκου οίνου, που θα αποτελέσει αντικείμενο φορολόγησης - με αποτέλεσμα την χαμηλή προσδοκία φορολογικών εσόδων - η κυβέρνηση προχώρησε σε περαιτέρω μείωση του ΕΦΚ στα 0,20 ευρώ / lt, ουσιαστικά ακυρώνοντας την φοροδοτική ικανότητα του μέτρου, αφού τα εκτιμώμενα έσοδα θα ανέλθουν στα 10.000.000 ευρώ περίπου.
Η εμμονή αυτή για φορολόγηση του οίνου στην Ελλάδα, δε μπορεί παρά να ανακαλέσει στη μνήμη μας, τις άοκνες προσπάθειες του λόμπι αλκοολούχων των Βορείων Χωρών, τα οποία ανέκαθεν στόχευαν στην επιβολή ΕΦΚ στο κρασί.
Με την απόφαση αυτή δυστυχώς ανοίγει διάπλατα η πόρτα αύξησης του ΕΦΚ κατανάλωσης στο κρασί. Άλλωστε η πρακτική αυτή εφαρμόζεται και για τα καπνά, αλκοολούχα ποτά, πετρελαιοειδή κλπ.
Η ΚΕΟΣΟΕ και σύσσωμος ο αμπελοοινικός κλάδος της χώρας δηλώνει ότι θα αγωνισθεί το επόμενο χρονικό διάστημα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για την ακύρωση του νόμου, που επιβάλλει φόρο στο ελληνικό κρασί.
Ήδη σε επικοινωνία με τις κορυφαίες ευρωπαϊκές Οργανώσεις Copa-Cogeca και CEEV σχεδιάζουμε πολιτικές παρεμβάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Commission και σε άλλους ευρωπαϊκούς θεσμούς,προκειμένου να εξαλειφθεί η διάταξη επιβολής ΕΦΚ στο κρασί.»
Αντοχές έδειξε ο κλάδος
Ο κλάδος της οινοποιίας «αντιστέκεται», σε σύγκριση με άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, στις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, όπως αναφέρει ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΣΤΟΧΑΣΙΣ κ.Βασίλης Ρεγκούζας. Ειδικότερα, ο παραδοσιακός χαρακτήρας του οίνου, ο οποίος είναι συνδεδεμένος τόσο με τις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων όσο και με πληθώρα κοινωνικών περιστάσεων, η οικονομικότερη τιμή του καθώς και ο χαμηλότερος αλκοολικός βαθμός του συγκριτικά με τα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά, αποτελούν τους κυριότερους λόγους «ανθεκτικότητάς» του. Η γενική αυτή διαπίστωση προκύπτει από την κλαδική μελέτη για την «Οινοποιία», που εκπόνησε η ΣΤΟΧΑΣΙΣ Σύμβουλοι Επιχειρήσεων ΑΕ, στο πλαίσιο της σειράς μελετών αγοράς.
Σύμφωνα με τη συντάκτρια της μελέτης κ. Αυγή Οικονομίδου, το μέγεθος της εγχώριας αγοράς κρασιού υπολογίζεται σε 2.950 χιλ. hl την αμπελοοινική περίοδο 2014/15, ενισχυμένο κατά 0,6% σε σχέση με το 2013/14, παρουσιάζοντας μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής 0,5% το χρονικό διάστημα 2000/01-2014/15. Εκτιμάται ότι, η εγχώρια κατανάλωση κρασιού θα παραμείνει σταθερή το 2015/16. Η διείσδυση του μη τυποποιημένου (χύμα) κρασιού εκτιμάται σε 60% περίπου. (* Εκτίμηση ΣΤΟΧΑΣΙΣ, Πηγή: ΚΕΟΣΟΕ)
Όσον αφορά στη χρηματοοικονομική κατάσταση των επιχειρήσεων του κλάδου, σύμφωνα με την κ. Παναγιώτα Κόκκα, υπεύθυνη του τμήματος Κλαδικών Στοχεύσεων, oι τιμές του δείκτη κάλυψης χρηματοοικονομικών δαπανών, παρά τη βελτίωσή τους τη διετία 2013-2014, δείχνουν ότι ο κλάδος παραμένει «ευπρόσβλητος» σε πιθανές μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος.
Το συναλλακτικό κύκλωμα του κλάδου, διαμορφώνεται διαχρονικά ελλειμματικό (οι πιστώσεις από προμηθευτές υπολείπονται των ημερών είσπραξης των απαιτήσεων), παρουσιάζοντας μικρές μεταβολές. Σημειώνεται ότι, ο εμπορικός κύκλος του κλάδου, λαμβάνοντας υπόψη και την αποθεματοποίηση, διαμορφώνεται διαχρονικά θετικός.
Παρά την «αντίσταση» του κλάδου στις οικονομικές συνθήκες, οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης έχουν αφήσει το «αποτύπωμά» τους, όπως παρουσιάζεται εύληπτα στην πορεία των δεικτών αποδοτικότητάς του. Ωστόσο, η βελτίωση του περιθωρίου μικτού κέρδους την περίοδο 2013-2014, αναδεικνύει την προσπάθεια προσαρμογής των επιχειρήσεων στο δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, κυρίως όσον αφορά στη συγκράτηση του κόστους πωλήσεων.
Σημειώνεται ότι, η αποδοτικότητα των μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων του κλάδου δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις.
Όπως αναφέρει η κ. Κόκκα, τόσο η αναλογία κερδοφόρων/ζημιογόνων επιχειρήσεων του κλάδου, όσο και η αναλογία κερδών/ζημιών βελτιώνεται το 2014 έναντι του 2011, αλλά παραμένει δυσμενέστερη συγκριτικά με το 2008. Η ανάλυση αφορά σε επιχειρήσεις με δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για κάθε έτος της περιόδου 2008-2014.
Διαπιστώνεται, επίσης, ότι 2 στις 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις οινοποιίας εμφανίζουν συνδυασμό EBITDA και κερδών προ φόρων και αποσβέσεων (ως % του κύκλου εργασιών του 2014) μεγαλύτερο από το μέσο όρο του συνόλου των εξεταζόμενων επιχειρήσεων, ενώ οι ίδιες 2 στις 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις οινοποιίας συνδυάζουν EBITDA και συνολική δανειακή επιβάρυνση, σε επίπεδα καλύτερα από το μέσο όρο του συνόλου των εξεταζόμενων επιχειρήσεων, για το 2014.
Επίσης, όπως αναφέρει ο κ. Β. Ρεγκούζας, για πρώτη φορά στη μελέτη συμπεριλαμβάνεται η αποτίμηση της αξίας των εξεταζόμενων επιχειρήσεων του κλάδου την περίοδο 2011-2014, με σκοπό να ενισχυθεί η αξιολόγηση της πορείας και των προοπτικών του. Η αποτιμώμενη αξία 44 οινοποιητικών επιχειρήσεων, με δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία για κάθε έτος της περιόδου 2010-2014, παρουσιάζει αύξηση 19% το 2014 σε σχέση με το 2013, ύστερα από μία διετία μείωσης και διαμορφώνεται περίπου στα επίπεδα του 2011.
Όσον αφορά στην παγκόσμια κατανάλωση κρασιού, σημειώνεται ότι παραμένει σχεδόν σταθερή τα τελευταία χρόνια (2009-2014), σε 240 εκ. hl περίπου, με τις ΗΠΑ να αποτελούν την τελευταία διετία τη μεγαλύτερη αγορά. (* Πρόβλεψη, Πηγή: International Organization of Vine and Wine - OIV)
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr