Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΑΣ Κορινθίας, κ. Χρήστο Μπαρλιά, από τους 400 τόνους τυποποιημένου ελαιόλαδου που διαχειρίζεται η Ένωση, οι 200 προορίζονται για το εξωτερικό. «Μεγάλο πρόβλημα για τον ελαιοκομικό κλάδο στο νομό μας αποτελεί η ιδιοκατανάλωση και η πώληση σε μορφή χύδην, η οποία αποτελεί και το θάνατο του ελληνικού ελαιολάδου», αναφέρει ο πρόεδρος της ΕΑΣ. Ο ίδιος επισημαίνει ότι το περιθώριο κέρδους από το εμπόριο του συγκεκριμένου προϊόντος είναι πάρα πολύ μικρό, καθώς δεν ξεπερνά το 10%, ενώ αγκάθι αποτελεί και η έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης. «Για τους 200 τόνους τυποποιημένου ελαιολάδου που εξάγουμε μόνο το κόστος για τους παραγωγούς ανέρχεται στα 600.000 ευρώ και φυσικά η πληρωμή τους γίνεται από ίδια κεφάλαια», σημειώνει ο κ. Μπαρλιάς.
Για την ΕΑΣ, τα τριετή κοινοτικά προγράμματα εργασίας για τις Οργανώσεις Ελαιουργικών Φορέων (ΟΕΦ) αποτελούν χρίσιμο εργαλείο. Πιο συγκεκριμένα για την περίοδο 2012-2015 έλαβε έγκριση για το ποσό των 1,25 εκατ. ευρώ, τα οποία διατέθηκαν για τον εκσυγχρονισμό της ελαιοκαλλιέργειας σε όλη τη γραμμή παραγωγής και την αναβάθμιση του εξοπλισμού και των υποδομών. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν δράσεις σε θέματα εκπαίδευσης, πιστοποίησης και εναρμόνισης των ελαιοπαραγωγών στις διεθνείς προδιαγραφές και τα φιλοπεριβαλλοντικά πρωτόκολλα με κυριότερο την ανάπτυξη και εφαρμογή Συστήματος Ολοκληρωμένης Διαχείρισης. Άλλωστε, από τους 6.500 ελαιοπαραγωγούς-μέλη της Ένωσης, περίπου οι 1.000 ακολουθούν το εν λόγω σύστημα.
Με δεδομένη τη δυναμική εξαγωγών της βρώσιμης ελιάς η Ένωση στοχεύει στην παραγωγή και τυποποίηση βρώσιμων ελιών ποικιλίας «μανάκι». Στα νέα προγράμματα ΟΕΦ για την τριετία 2015-2018, για τα οποία της έχει εγκριθεί 1,46 εκατ. ευρώ, έχει κάνει αίτημα για μια γραμμή παραγωγής. Σε ό,τι αφορά το τυποποιητήριο της, διαθέτει 8 δεξαμενές προσωρινής αποθήκευσης του φιλτραρισμένου ελαιολάδου χωρητικότητας 72 τόνων, χώρο αποθήκευσης του ελαιολάδου συνολικής χωρητικότητας 224 τόνων και 3 γραμμές εμφιάλωσης.
Παράλληλα η ΕΑΣ Κορινθίας εστιάζει στη δενδροκομία και ειδικά στα βερίκοκα, που η Κορινθία αποτελεί «δύναμη». Η Ένωση διαχειρίζεται περίπου 6.500 τόνους βερίκοκων ετησίως, τα οποία διαθέτει τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και σε εργοστάσια μεταποίησης και εξαγωγής με βασικούς πελάτες την Κρόνος, την ΕΛΒΑΚ και τον Παυλίδη. «Προσανατολιζόμαστε στη δημιουργία μιας ομάδας παραγωγών, συσκευαστηρίου, αλλά και μονάδας παραγωγής κομπόστας από βερίκοκα φτιάχνοντας το δικό μας brand», επισημαίνει ο κ. Μπαρλιάς. Ο ίδιος αναφέρει ότι η κρίση έχει επηρεάσει και τις εξαγωγές βερίκοκων, καθώς από 2.500 τόνους που εξάγονταν πριν πέντε χρόνια, τώρα στις ξένες αγορές φτάνουν μόνο 700-1.000 τόνοι του ελληνικού φρούτου.
Πάντως με παράπονο ο κ. Μπαρλιάς αναφέρει τη συρρίκνωση της παραγωγής σταφίδας, που πλέον πανελλαδικά έχει περιοριστείς τους 5.000 τόνους. Η απόκλιση του κόστους παραγωγής της τουρκικής σταφίδας με την ελληνική έχει οδηγήσει σε συρρίκνωση της εγχώρια παραγωγή του προϊόντος που κάποτε θεωρούνταν εθνικό. «Απαιτείται να λιάσει ο παραγωγός 4 κιλά σταφίδα για να βγάλει 1 κιλό ξεραμένη. Είναι παντελώς ασύμφορο την ώρα που το κρασοστάφυλα έχουν καλύτερη απόδοση» τόνισε, αναδεικνύοντας το μείζον ζήτημα του κόστους παραγωγής στην ελληνική γεωργία.
Γιώργος Αλεξάκης
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr